• info@thermida.com
  • Δευτέρα-Τρίτη-Τετάρτη-Παρασκευή:12.30 εως 20.30 |Πέμπτη:09.00 εως 17.00

Αρχείο Κατηγοριών: ΑΡΘΡΑ

Categories Έλεγχος Βάρους/Απώλεια λίπους

Διατροφή & 3η Ηλικία

Ξεκινώντας αναφέρουμε ότι δεν υπάρχει απόλυτη κοινή άποψη για το ποια ηλικία αποτελεί το κατώφλι για την 3η ηλικία, ωστόσο στην Ελλάδα τουλάχιστον ξεκινά στα 65 έτη. Ως στάδιο της ζωής η 3η ηλικία απαιτεί την προσοχή μας λόγω της επερχόμενης γήρανσης όπως αυτή συνεπάγεται λειτουργικές εκπτώσεις και αλλαγές στο σώμα.

Επίσης αν σκεφτεί κανείς ότι σχεδόν το 50% των Αμερικανών άνω των 65 ετών θα υποστεί κάποια εγχείριση [1] σημαντική σε αυτή την ηλικία θα πρέπει να είναι και η φροντίδα των ηλικιωμένων σε κλινικό περιβάλλον.

Η μυϊκή μάζα μειώνεται 3-8% ανά δεκαετία μετά τα 30 και μετά τα 60 περισσότερο[2]. Έτσι παρατηρείται σαρκοπενία στο 15%[3] των ηλικιωμένων και στο 25%[4] των νοσηλευόμενων ασθενών. Συμπεραίνουμε λοιπόν ότι ο ΔΜΣ σε αυτούς τους ασθενείς μπορεί να δίνει τη λάθος εντύπωση και απαιτείται η χρήση άλλων μεθόδων.

Και εδώ θα πρέπει να αναφέρουμε ότι σε αυτή την ηλικία ένας ΔΜΣ μεταξύ 25,0 και 29,9 kg/m2 μειώνει τη θνησιμότητα[5]  και για αυτό είναι η επιθυμητή η διατήρηση ενός σταθερού σωματικού βάρους[6] για τους περισσότερους ηλικιωμένους. Ακόμα, αν και η παχυσαρκία προδιαθέτει για αυξημένη νοσηρότητα, σε φλεγμονώδεις νόσους όπως η τελικού σταδίου νεφρική ανεπάρκεια και η καρδιακή ανεπάρκεια τα παχύσαρκα άτομα έχουν καλύτερη επιβίωση και η παρατήρηση αυτή καλείται obesity paradox[6].

Όσον αφορά τη μείωση του βάρους στους παχύσαρκους ηλικιωμένους πρέπει να γίνεται νωρίς και ο θερμιδικός περιορισμός πρέπει να είναι ήπιος-μέχρι 500 kcal- καθώς υπάρχει κίνδυνος μειωμένης πρόσληψης θρεπτικών συστατικών όπως οι πρωτεΐνες, το ασβέστιο, ο σίδηρος και η βιταμίνη D[7]. Συστήνεται πρωτεϊνική πρόσληψη της τάξης του 1 g/kg καθώς και μικρές δόσεις πολυβιταμινούχων συμπληρωμάτων που περιέχουν μέταλλα. Παράλληλα με τη δίαιτα πρέπει να πραγματοποιείται φυσική δραστηριότητα αεροβική και ενδυνάμωσης με σκοπό τη διατήρηση της άλιπης μάζας[8,9].

Στην Αμερική το 70% των χειρουργείων που αφορούν την καρδιά γίνονται σε άτομα άνω των 65 ετών όπως και το 60% των συνολικών επεμβάσεων[10]. Η παχυσαρκία αποτελεί ένα επιπλέον παράγοντα κινδύνου για μετεγχειρητικές επιπλοκές πέρα από τη γήρανση[11] όπως κακή επούλωση τραυμάτων, αύξηση των ωρών του χειρουργείου, λοιμώξεις και αναπνευστικά προβλήματα. Ωστόσο και σε αυτή την περίπτωση παρατηρείται το φαινόμενο του obesity paradox[12] σε όσους είναι υπέρβαροι ή ήπια παχύσαρκοι και μόνο σε ΔΜΣ> 40 kg/m2 η επίπτωση της παχυσαρκίας αποτελεί καθοριστικό παράγοντα[12].

Το 2015 η ESPEN δημοσίευσε τα κριτήριά της για τη δυσθρεψία[13]. Λίγο αργότερα μια μελέτη[14] συνέκρινε τoν επιπολασμό της δυσθρεψίας σε τέσσερις διαφορετικούς πληθυσμούς ήτοι νέοι υγιείς, γέροι υγιείς, γηριατρικοί εξωτερικοί ασθενείς και μεσήλικες  με οξεία νόσο όπου τα επίπεδα δυσθρεψίας βρέθηκαν 0%, 0,5%, 10% και 30%. Η δυσθρεψία επηρεάζει άμεσα το χρόνο παραμονής στο νοσοκομείο και τη θνητότητα των ασθενών κατά 2,7 φορές[15] και για αυτό είναι απαραίτητος ο έγκαιρος εντοπισμός των ασθενών σε κίνδυνο. Εδώ σημειώνουμε ότι πολλοί ηλικιωμένοι εμφανίζουν δυσθρεψία μετά την εισαγωγή και κατά την παραμονή τους στο νοσοκομείο[16].  Για την ανίχνευση της Δυσθρεψίας ανάμεσα στα διάφορα εργαλεία ανίχνευσης διατροφικού κινδύνου έρευνες από την Ελλάδα αναδεικνύουν το MUST ως το πιο κατάλληλο για αυτούς τους ασθενείς[17,18].

Η γνωστική δυσλειτουργία που συνδέεται με την ηλικία αποτελεί κύριο προβλεπτικό παράγοντα για την ανικανότητα των ηλικιωμένων και αφού το προσδόκιμο επιβίωσης έχει μεγαλώσει όπως και το ποσοστό των ηλικιωμένων έχουν αυξηθεί και τα περιστατικά ήπιας γνωστικής έκπτωσης όπως και άνοιας από Alzheimer[19]. Αυτά τα προβλήματα σχετίζονται άμεσα με όσα αναφέρθηκαν παραπάνω αφού τόσο η παχυσαρκία[20] όσο και η δυσθρεψία[21] αποτελούν παράγοντες κινδύνου για τη μείωση της γνωστικής λειτουργίας και την εμφάνιση Alzheimer. Ο ρόλος της διατροφής γίνεται ακόμα πιο σημαντικός αφού συγκεκριμένα θρεπτικά συστατικά φαίνεται να προστατεύουν από και άλλα (κορεσμένο λίπος) έχουν κατηγορηθεί για την πρόκληση μείωσης της γνωστικής λειτουργίας. Έτσι για την πρόληψη σύμφωνα με έρευνες έχουν συσχετισθεί η Μεσογειακή Διατροφή και μικροσυστατικά όπως το φυλλικό οξύ, η βιταμίνες του συμπλέγματος Β, η βιταμίνη C, η βιταμίνη E και τα ω-3 λιπαρά οξέα.[19,22] Ιδιαίτερα για τα αντι-οξειδωτικά εύκολα μπορεί κάποιος να καταλάβει το ρόλο τους αν αναλογιστεί ότι ο εγκέφαλος είναι επιρρεπής στο οξειδωτικό stress.

Στους ηλικιωμένους συναντάμε επίσης ένα είδος ανορεξίας το οποίο αναφέρεται ως Anorexia of aging (η ανορεξία της γήρανσης) και αφορά περίπου το 20% των ηλικιωμένων[23]. Χαρακτηρίζεται από μείωση της πρόσληψης τροφής και απώλεια βάρους και προκαλείται από ποικιλία μηχανισμών που αφορούν αλλαγές στη ρύθμιση της όρεξης , στις ορμόνες του γαστρεντερικού και στην επιβραδυμένη γαστρική κένωση λόγω ηλικίας. Επιπροσθέτως διάφορες παθολογικές καταστάσεις όπως η άνοια, η κατάθλιψη, ασθένειες του εντέρου, σύνδρομα δυσαπορρόφησης ή υπερμεταβολισμού, προβλήματα του στόματος, διάφορα φάρμακα ευθύνονται  επίσης για την ανορεξία. Τέλος σε αυτό το σημείο πρέπει να αναφέρουμε και τους κοινωνικοοικονομικούς παράγοντες όπως τα χαμηλά εισοδήματα, η μοναξιά, η κοινωνική απομόνωση  και κακοποίηση αφού συμμετέχουν επίσης στην εμφάνιση ανορεξίας[24].

1: Sunghye K, Brooks A, Groban L, Preoperative assessment of the older surgical    patient: honing in on geriatric syndromes, Clinical Interventions in Aging 2015;10 13-27

2: Volpi E, Nazemi R, Fujita S. Muscle tissue changes with aging. Curr. Opin. Clin. Nutr. Metab. Care. 2004;7: 405-10.

3: Alexandre Tda S, Duarte YA, Santos JL, Wong R, Lebrão ML, Prevalence and associated factors of sarcopenia among elderly in Brazil: findings from the SABE study. J Nutr Health Aging. 2014 Mar; 18(3):284-90

4: Smoliner C, Sieber CC, Wirth R, Prevalence of sarcopenia in geriatric hospitalized patients. J Am Med Dir Assoc. 2014 Apr; 15(4):267-72.

5: Flegal, K.M.; Kit, B.K.; Graubard, B.I. Overweight, obesity, and all-cause mortality—Reply. JAMA 2013, 309,1681–1682.

6: Brown, R.E.; Kuk, J.L. Consequences of obesity and weight loss: A devil's advocate position. Obes. Rev.2015, 16, 77–87.

7: Brownie, S. Why are elderly individuals at risk of nutritional deficiency? Int. J. Nurs. Pract. 2006, 12, 110–118.

8: Porter Starr, K.N.; Pieper, C.F.; Orenduff, M.C.; McDonald, S.R.; McClure, L.B.; Zhou, R.; Payne, M.E.;Bales, C.W. Improved function with enhanced protein intake per meal: A pilot study of weight reduction infrail, obese older adults. J. Gerontol. A Biol. Sci. Med. Sci. 2016

9: Porter Starr, K.N.; McDonald, S.R.; Bales, C.W. Obesity and physical frailty in older adults: A scoping review of lifestyle intervention trials. J. Am. Med. Dir. Assoc. 2014, 15, 240–250.

10:Etzioni, D.A.;  Liu, J.H.;  Maggard, M.A.;  Ko, C.Y. The aging population and its impact on the surgeryworkforce. Ann. Surg.2003,238, 170–177

11: Turrentine, F.E.; Wang, H.; Simpson, V.B.; Jones, R.S. Surgical risk factors, morbidity, and mortality in elderlypatients. J. Am. Coll. Surg.2006,203, 865–877.

12: Quante, M.; Dietrich, A.; ElKhal, A.; Tullius, S. Obesity-related immune responses and their impact onsurgical outcomes. Int. J. Obes.2015,39, 877–883

15: Sanz-París A, et al., Application of the new ESPEN definition of malnutrition in geriatric diabetic patients during hospitalization: A multicentric study, Clinical Nutrition (2016)

16: Kagansky n, berner Y, Koren-Morag n, Perelman L, Knobler H, Levy S: Poor nutritional habits are predictors of poor outcome in very old hospitalized subjects. am J clin nutr 2005, 82(4):784-791;quiz 913-784);

17: Poulia K-A, et al, Evaluation of the efficacy of six nutritional screening tools to predict malnutrition in the elderly , Clinical Nutrition (2012)

18: Poulia K-A, et al., The two most popular malnutrition screening tools in the light of the new ESPEN consensus definition of the diagnostic criteria for malnutrition, Clinical Nutrition (2016)

19: Ogawa S., Nutritional management of older adults with cognitive decline and dementia, Geriatr Gerontol Int 2014; 14: 17-22

20: Elias MF, Elias PK, Sullivan LM, Wolf PA, D’Agostino RB. Obesity, diabetes and cognitive deficit: the Framingham Heart Study. Neurobiol Aging 2005; 1: 11–16.

21: Grantham-McGregor S. Chronic undernutrition and cognitive abilities. Hum Nutr Clin Nutr 1984; 38: 83–94.

22: Swaminathan A.; Jicha G. Nutrition and prevention of Alzheimer’s dementia. Frontiers in Aging Neuroscience 2014; 6: 282

Categories Αθλητική Διατροφή

Συμπληρώματα διατροφής: να πάρω και εγώ;

Τα συμπληρώματα διατροφής είναι ειδικά προϊόντα τα οποία περιέχουν μεμονωμένα ή συνδυαζόμενα συστατικά και ουσίες, που στη «φυσική τους μορφή» εμπεριέχονται σε διάφορες τροφές ή φυτά.

 

Τα προϊόντα αυτά αφού υποστούν την κατάλληλη επεξεργασία για να πάρουν την τελική τους μορφή, με την οποία διατίθεται στην κατανάλωση, χρησιμοποιούνται για τη συμπλήρωση της διατροφής εφόσον οι ανάγκες του συγκεκριμένου ατόμου είναι μεγαλύτερες από αυτές που μπορεί να καλύψει μία «φυσιολογική» διατροφή.

Σύμφωνα με αυτόν τον ορισμό, τα συμπληρώματα απλά συμπληρώνουν τη διατροφή μας, δεν αντικαθιστούν τις τροφές, δεν αποτελούν υποκατάστατό τους και δεν έχουν «μαγικές», θεραπευτικές ή άλλες, ιδιότητες.

Θεωρητικά λοιπόν, ορισμένα συμπληρώματα είναι ή μπορούν να αποδειχτούν χρήσιμα, σε άτομα που κάνουν συγκεκριμένες καταχρήσεις, κάνουν έντονη άσκηση, δε διατρέφονται σωστά, έχουν πολύ αυξημένες ανάγκες, έχουν πρόβλημα στην αφομοίωση κάποιων βιταμινών, μετάλλων ή άλλων συστατικών ή έχουν αυξημένη αποβολή στοιχείων λόγω κάποιας συγκεκριμένης κατάστασης. Στις περιπτώσεις αυτές, η επιπλέον αναγκαία ποσότητα μπορεί να «καλυφθεί» είτε με τη λήψη περισσότερων τροφών που περιέχουν το συστατικό στο οποίο πιθανολογείται έλλειψη, μεγαλύτερη ανάγκη ή αυξημένη αποβολή, είτε με την ποιοτική βελτίωση της διατροφής, είτε με τη λήψη του ανάλογου συμπληρώματος διατροφής.

Οι αθλητές υψηλού επιπέδου έχουν να ανταπεξέλθουν στις πολύ αυξημένες ενεργειακές απαιτήσεις του αγωνίσματος, λόγω της έντονης κινητοποίησης του καρδιοαναπνευστικού συστήματος και της υπερβολικής χρήσης του τετρακεφάλου κατά την ποδηλασία. Ταυτόχρονα, αντιμετωπίζουν την καθημερινότητα και την έλλειψη χρόνου στην εξεύρεση και προετοιμασία των απαραίτητων θρεπτικών γευμάτων. Όταν ταυτόχρονα συντρέχουν και οι προαναφερθείσες αιτίες χρησιμότητας τότε τα συμπληρώματα μπορούν να αποτελέσουν μέρος της διατροφικής υποστήριξής τους.

Οι ερασιτέχνες αθλητές που απλά αγαπούν την ποδηλασία και πιθανά αγωνίζονται σε αγώνες ψυχαγωγικού περιεχομένου και ενδεχομένως έχουν χαμηλότερες ενεργειακές απαιτήσεις είτε κατά την προπόνηση είτε κατά την καθημερινότητά τους, εάν και εφόσον ακολουθούν ένα ισορροπημένο πρόγραμμα διατροφής, είναι πιο εύκολο να μην έχουν την ανάγκη της εξάρτησης από συμπληρώματα. Όμως και σε αυτή την περίπτωση καλό είναι να γίνονται αιματολογικές εξετάσεις πριν την όποια χρήση.

Έτσι, έχει αποδειχθεί ότι η μικρή πρόσληψη καφεϊνης (2-5 mg /kg /d) μπορεί να βελτιώσει την απόδοση αντοχής, ενώ τα ενεργειακά τζελ (μαλτοδεξτρίνη) έχει αποδειχθεί οτι παρατείνουν το χρόνο κόπωσης σε αγωνίσματα παρατεταμένης διάρκειας, όταν χρησιμοποιούνται πριν την εκκίνηση και κατά τη διάρκεια του αγώνα, σε συνδυασμό μόνο με την κατάλληλη ποσότητα νερού που αναγράφετε στο τζελ. Όσο πιο αραιά είναι τα υδατανθρακούχα διαλύματα τόσο αποφεύγονται οι πιθανές γαστρεντερικές διαταραχές που εμφανίζονται συχνά σε αθλητές τριάθλου. Επίσης, η λήψη υδατανθράκων σε συνδυασμό με πρωτεϊνες ή αμινοξέα και ειδικά γλουταμίνη κατά τη διάρκεια της πρώιμης φάσης αποκατάστασης από υψηλής έντασης άσκηση μπορεί να επιταχύνει την αποθήκευση μυϊκού γλυκογόνου καθώς και τη πρωτεϊνοσύνθεση. Παράλληλα, η καρνιτίνη παίζει σημαντικό ρόλο στην οξείδωση του λίπους στους σκελετικούς μύες, με αποτέλεσμα να παρατείνεται η παραγωγή ενέργειας και να επιτυγχάνεται η μείωση του χρόνου εμφάνισης κόπωσης. Ταυτόχρονα η συμπληρωματική πρόσληψη αντιοξειδωτικών ουσιών (βιταμινών, μετάλλων, ιχνοστοιχείων και εκχυλισμάτων από βότανα), έχει αποδειχθεί ότι προστατεύει από τραυματισμούς, προάγει την καλή λειτουργία του ανοσοποιητικού και του καρδιαναπνευστικού συστήματος. Τέλος, το ginseng, το συνένζυμο Q10 και η λεκιθίνη έχουν δείξει ότι παρέχουν εργογόνο δράση σε παρατεταμένης διάρκειας άσκηση, ενώ ο σίδηρος σε συνδυασμό με τη βιταμίνη C, την βιταμίνη Β12 και το φυλικό οξύ λειτουργούν συνεργιστικά στην πρόληψη σιδηροπενικής αναιμίας και στην καλύτερη μεταφορά του οξυγόνου για παραγωγή ενέργειας.

Τα σκευάσματα τα οποία έχουν έγκριση από τον ΕΟΦ μπορούν να χρησιμοποιηθούν με ασφάλεια αλλά με βάση τις οδηγίες και τη σωστή διάγνωση του ειδικού, προκειμένου να μη γίνεται άσκοπη χρήση.

Categories Έλεγχος Βάρους/Απώλεια λίπους

Αύξηση του βάρους κατά την εμμηνόπαυση

Η εμμηνόπαυση ορίζεται ως η μόνιμη διακοπή της έμμηνου ρύσεως που εμφανίζεται όταν οι ωοθήκες παύουν να εκκρίνουν τις ορμόνες του φύλου και είναι εξαντλημένες από ωάρια. Κατά τη διάρκεια της εμμηνόπαυσης συμβαίνουν πολλές φυσιολογικές αλλαγές στο σώμα των γυναικών που ενδεχομένως να επηρεάσουν ακόμα και τη ψυχοσύνθεση τους. Μία από τις ανησυχίες τους είναι η ανεπιθύμητη αύξηση του βάρους τους. Ο καθένας  θα μπορούσε να συμμεριστεί αυτή την αγωνία, καθώς το αυξημένο σωματικό βάρος  αποτελεί παράγοντα κινδύνου για πολλά νοσήματα .

Ο επιπολασμός της παχυσαρκίας αυξάνεται συνεχώς τα τελευταία χρόνια και έχει φθάσει πλέον στα επίπεδα επιδημίας. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας κατά το έτος 2008 εκτιμήθηκε ότι το 35% των ενηλίκων ηλικίας άνω των 20 ετών είναι υπέρβαροι, διπλάσιο από το ποσοστό που εκτιμήθηκε το 1980. Χαρακτηριστικά στις ΗΠΑ οι μεταεμμηνοπαυσιακές γυναίκες άνω των 50  είχαν μεγαλύτερα ποσοστά παχυσαρκίας σε σύγκριση με τις προεμμηνοπαυσιακές γυναίκες[1,2]. Πέρα όμως του γεγονότος ότι η αύξηση του σωματικού βάρους κατά την εμμηνόπαυση μειώνει την αυτοεκτίμηση των γυναικών, το υπέρβαρο και η παχυσαρκία στην εμμηνόπαυση αυξάνει τις πιθανότητες εμφάνισης υπέρτασης, σακχαρώδη διαβήτη και στεφανιαίας νόσου νοσήματα που οδηγούν σε αυξημένη θνησιμότητα. Επιπρόσθετες  πιθανές επιπτώσεις είναι η εμφάνιση ορμονοεξαρτώμενων καρκίνων, νεφρολιθίασης, χολολιθίασης  και οστεοαρθρίτιδας [7].  Επιπλέον,  οι εξάψεις και τα συμπτώματα της εμμηνόπαυσης γενικότερα είναι πιο συχνά στις παχύσαρκες γυναίκες σε σύγκριση με τις γυναίκες φυσιολογικού  ΔΜΣ [8,9]. Ακόμα, οι μεταεμμηνοπαυσιακές γυναίκες βρίσκονται σε αυξημένο ρίσκο για την ανάπτυξη στεφανιαίας νόσου.  Συγκεκριμένα  για κάθε 5 kg/m2 αύξησης του ΔΜΣ αυξάνεται η επίπτωση της στεφανιαίας νόσου στις γυναίκες κατά 30% ανεξάρτητα από άλλους παράγοντες κινδύνου[10,11]. Έρευνες έδειξαν επίσης ότι οι παχύσαρκες εμμηνοπαυσιακές γυναίκες έχουν περισσότερες πιθανότητες να πάθουν καρκίνου του μαστού . Σύμφωνα με μια μετα-ανάλυση που πραγματοποιήθηκε η κατά 5 μονάδες αύξηση του ΔΜΣ αυξάνει κατά 12% την επίπτωση του καρκίνου του μαστού. Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι από έρευνες φάνηκε ότι η αύξηση του βάρους μετά το διάστημα  της τρίτης και τέταρτης δεκαετίας αυξάνει ακόμα περισσότερο το κίνδυνο εμφάνισης καρκίνο του μαστού [12,13]

Η συχνότητα της παχυσαρκίας μεταξύ των μετεμμηνοπαυσιακών γυναικών είναι μεγαλύτερη συγκριτικά με των προεμμηνοπαυσιακών [3]. Αυτή η  αύξηση του σωματικού βάρους οφείλεται σε πολλούς παράγοντες.  Αρχικά αξίζει να σημειωθεί ότι από έρευνες που έχουν πραγματοποιηθεί αποδείχτηκε ότι η αύξηση του βάρους δεν οφείλεται στις ορμονικές αλλαγές που συμβαίνουν κατά την εμμηνόπαυση. Φάνηκε όμως να επηρεάζεται από την ηλικία  καθώς σχετίζεται με μείωση του βασικού μεταβολικού ρυθμού. Συγκεκριμένα , από το αποτέλεσμα μιας έρευνας, φάνηκε ότι η αύξηση του σωματικού βάρους κατά 0,5kg  το χρόνο οφείλεται στην ηλικία παρά στην εμμηνόπαυση [4-6].Άλλοι παράγοντες που συμβάλλουν στην αύξηση του βάρους κατά τη μέση ηλικία είναι η γενετική προδιάθεση, τα κοινωνικα και δημογραφικά χαρακτηριστικά και κάποιοι συμπεριφορικοί παράγοντες. Χαρακτηριστικά το χαμηλό μορφωτικό επίπεδο σχετίζεται με την παχυσαρκία, ενω η χαμηλή φυσική δραστηριότητα και το οικογενειακό ιστορικό παχυσαρκίας είναι κάποιοι ακόμα παράγοντες κινδύνου [14,15]. Επιπρόσθετα η αυξημένη διαιτητική πρόσληψη μέσω της κατανάλωσης  μεγάλων μερίδων φαγητού, η ώρα και η συχνότητα κατανάλωσης των  γευμάτων καθώς και η παράκαμψη πρωινού  συμβάλουν στην εμφάνιση παχυσαρκίας. Επιπλέον,  η διαταραχή του ύπνου και η κατανάλωση φαγητού εκτός σπιτιού αποτελούν μερικούς ακόμα παράγοντες κινδύνου [16-18]. Ταυτόχρονα, όπως έχει ήδη αναφερθεί η περίοδος της εμμηνόπαυσης συνοδεύεται με διάφορες ψυχολογικές αντιδράσεις. Η κατάθλιψη, το άγχος και η χαμηλή αυτοεκτίμηση έχουν συσχετιστεί με την αύξηση του σωματικού βάρους και του ΔΜΣ κατά τη περίοδο της εμμηνόπαυσης. Παράγοντα κινδύνου αποτελεί και η χρήση διάφορων ψυχοτρόπων φάρμακων. Οι αναστολείς επαναπρόσληψης σεροτονίνης (SSRIs) καθώς και αυτοί της νορεπινεφρίνης, έχουν συσχετιστεί με την πρόσληψη βάρους και με διαταραχές του μεταβολισμού .Άλλα φάρμακα που χρησιμοποιούνται συχνά είναι η κλοζαπίνη, ιμιπραμίνη,  αμιτριπτυλίνη που επάγουν τη σύνθεση πρωτεϊνών που συμμετέχουν στην κυτταρική βιοσύνθεση  χοληστερόλης και λιπαρών οξέων. Αντίθετα, τα αντικαταθλιπτικά που δεν έχουν ενοχοποιηθεί για την αύξηση  του βάρους είναι η ζιπρασιδόνη και η βουπροπριόνη [19,20]. Τέλος πολλές έρευνες έχουν αποδείξει ότι κατά τη διάρκεια χημειοθεραπείας η αύξηση του βάρους είναι ένα συχνό φαινόμενο. Έχει παρατηρηθεί ότι μεταβάλλεται η σύσταση σώματος με το λιπώδη ιστό να αυξάνεται και την άλιπη-ισχνή μάζα σώματος να παραμένει σταθερή ή να μειώνεται. Γυναίκες που ακολουθούσαν χημειοθεραπεία και παράλληλα βίωσαν την ανεπάρκεια ωοθηκών παρατηρήθηκε ότι είχαν σημαντικά μεγαλύτερη αύξηση βάρους σε σχέση με τις γυναίκες που παρέμειναν στο στάδιο της προεμμηνόπαυσης [21-23].

Όπως έχει φάνει από πολλές έρευνες η απώλεια βάρους έχει αναμφισβήτητα ευεργετικά αποτελέσματα. Η μείωση του σωματικού βάρους έχει αποδειχθεί ότι μπορεί να μειώσει την αρτηριακή πίεση και κατ’επέκταση τη  φαρμακευτική αγωγή που χρησιμοποιείται για την αντιμετώπιση της. Επίσης βελτιώνει την ινσουλινοθεραπεία και το λιπιδαιμικό προφίλ. Επιπρόσθετα έχει φανεί ότι  μειώνει το ρίσκο εμφάνισης οστεοαρθρίτιδας. Ωστόσο, ο στόχος για απώλεια βάρους όσο απλός και να ακούγεται αποτελεί μια πολυπαραγοντική και χρονοβόρα διαδικασία. Στις πρακτικές  που χρησιμοποιούνται για την απώλεια βάρους συγκαταλέγονται η φαρμακοθεραπεία, οι βαριατρικές επεμβάσεις και η αλλαγή του τρόπου ζωής .Στο συγκεκριμένο άρθρο θα επικεντρωθούμε στην αλλαγή του τρόπου ζωής. Αρνητικό ενεργειακό ισοζύγιο μπορεί να επιτευχθεί με τη προσκόλληση σε μία υποθερμιδική δίαιτα και την αύξηση της σωματικής δραστηριότητας.

Όσο αφορά τη διατροφή μια δίαιτα περιορισμένων θερμίδων μπορεί να πετύχει μείωση του σωματικού βάρους  και μείωση του συνολικού σωματικού λίπους έχοντας  παρόμοια αποτελέσματα με την άσκηση. Συμβατικές δίαιτες ορίζονται οι δίαιτες που παρέχουν λιγότερη ενέργεια από αυτή που απαιτείται και παρέχουν  πάνω από  800kcals [24]. Τα διαιτητικά σχήματα που προτείνονται είναι είτε μία ισορροπημένη υποθερμιδική δίαιτα, είτε μία δίαιτα χαμηλή σε λίπος, είτε μια υποθερμιδική χαμηλή σε λίπος δίαιτα, είτε μια δίαιτα χαμηλής περιεκτικότητας σε υδατάνθρακες ή η Μεσογειακού τύπου δίαιτα. Για την απώλεια βάρους απαιτείται η επιλογή του διαιτητικού σχήματος να είναι κατάλληλη με τις προτιμήσεις και τις συνήθειες του κάθε ατόμου. Έτσι επιτυγχάνεται μακροχρόνια συμμόρφωση του ατόμου.  Ιδανικά μια υποθερμιδική δίαιτα πρέπει να αποσκοπεί  στην ελάχιστη δυνατή απώλεια πρωτεϊνών διατηρώντας την πρόσληψη των λιπών περίπου στο 30% της συνολικής ενεργειακής πρόληψης. Αν επιλεχθεί μια δίαιτα χαμηλής περιεκτικότητας σε υδατάνθρακες πρέπει η πρόσληψη του λίπους να είναι κυρίως από μόνο και πολύ-ακόρεστα λιπαρά οξέα  ενώ ως πηγή πρωτεϊνών να αποτελούν το ψάρι, τα γαλακτοκομικά χαμηλάσε λιπαρά και τα πουλερικά. Αν επιλεχθεί μια χαμηλή σε λίπος δίαιτα πρέπει να ενθαρρύνεται η κατανάλωση πιο υγιεινών υδατανθράκων όπως είναι τα φρούτα, τα λαχανικά και τα ολικής άλεσης δημητριακά. Οι χαμηλές σε υδατάνθρακες δίαιτες έχουν φανεί πιο αποτελεσματικές σε σχέση με τις δίαιτες περιορισμένου λίπους. Ωστόσο η απώλεια βάρους  σε 6 μήνες και 2 χρόνια φάνηκε να  είναι η ίδια ανεξάρτητη από τη περιεκτικότητα των διαιτών σε υδατάνθρακες και λίπος [25].

Η στρατηγική απώλεια βάρους πρέπει επίσης να συμπεριλαμβάνει και αύξηση της σωματικής δραστηριότητας. Αξίζει να σημειωθεί ότι η σχέση της σωματικής δραστηριότητας  με το βάρος και τη περιφέρεια μέσης αποδείχθηκε ότι είναι αντιστρόφως ανάλογη και ανεξάρτητα από την ηλικία και την εμμηνόπαυση[26].  Οι δραστήριες γυναίκες μέσης ηλικίας είναι σε πλεονεκτική θέση καθώς πλησιάζουν την εμμηνόπαυση με χαμηλότερο ΔΜΣ, λιγότερη λιπώδη μάζα,  μεγαλύτερη άλιπη μάζα και μικρότερη κεντρική παχυσαρκία [27].  Η σύσταση για τη διατήρηση του σωματικού βάρους είναι 60 λεπτά την ημέρα, μέτριας έντασης [28]. Σημαντικό είναι το γεγονός ότι κατά την απώλεια βάρους υπάρχει η ανησυχία της απώλειας μυϊκής και οστικής μάζας. Για το λόγο αυτό συστήνεται η εκτέλεση ασκήσεων με αντιστάσεις καθώς φαίνεται να διατηρούν την άλιπη μάζα σώματος κατά την απώλεια βάρους [29].

Καταληκτικά, η αύξηση του βάρους στις γυναίκες δεν αποτελεί συνέπεια της εμμηνόπαυσης, όπως λανθασμένα θεωρείται, αλλά πολλών παραγόντων. Αντίθετα η αυξημένη κεντρική παχυσαρκία φαίνεται να σχετίζεται άμεσα με την εμμηνόπαυση. Η απώλεια του πλεονάζοντος σωματικού βάρους ή ακόμη η αναχαίτιση της αύξησης  του είναι ο βασικός στόχος  ώστε να διασφαλιστεί μια καλύτερη ποιότητα ζωής για τις εμμηνοπαυσιακές γυναίκες. Το κλειδί για την επίτευξη είναι η προσκόλληση σε ένα υγιεινό διατροφικό σχήμα με την παράλληλη αύξηση της σωματικής δραστηριότητας.

 

  1. Lambrinoudaki I, Brincat M, Erel CT, Gambacciani M, Moen MH, Schenck-Gustafsson K, et al. (2010) EMAS position statement: managing obese postmenopausal women. Maturitas 66: 323–326. doi:10.1016/j.maturitas.2010.03.025. pmid:20434858

  2. Dubnov G, Brzezinski A, Berry EM (2003) Weight control and the management of obesity after menopause: the role of physical activity. Maturitas 44: 89–101. pmid:12590004 doi: 10.1016/s0378-5122(02)00328-6

  3. Eckel RE, Krauss RM. American Heart Association call  to action: Obesity as a major risk factor for coronary heart disease. Circulation 1998;97:2099 100

  4. Perusse L, Chagnon YC, Weisnagel SJ, et al. The human obesity gene map: The 2000 update. Obes Res 2001;9:135 69.

  5. Hill JO, Peters JC. Environmental contributions to the obesity epidemic. Science 1998;280:13714.

  6. Shepard TY, Weil KM, Sharp TA, et al. Occasional physical inactivity combined with a high- fat diet may beimportant in the development and maintenance of obesity in human subjects. Am J Clin Nutr 2001;73:703

  7. Gal Dubnov,Amnon Brzezinski, Elliot M.Berry et al. Weight control and the management of obesity after menopause : the role of physical acticvity. Maturitas The European Menopause Journal 2002

  8. Thurston RC, Sowers MR, Chang Y, et al. Adiposity and reporting of vasomotor symptoms among midlife women: the study of women’s health across thenation. Am J Epidemiol 2008;167(1):78–85.

  9. Thurston RC, Sowers MR, Sternfeld B, et al. Gains in body fat and vasomotor symptom reporting over the menopausal transition: the study of women’s health across the nation. Am J Epidemiol 2009;170(6):766

  10. Schenck-Gustafsson K. Risk factors for cardiovascular disease in women. Maturitas 2009;63(3):186–90.

  11.  Page JH, Rexrode KM, Hu F, Albert CM, Chae CU, Manson JE. Waist–heightratio as a predictor of coronary heart disease among women. Epidemiology 2009;20(3):361–6

  12. Renehan AG, Tyson M, Egger M, Heller RF, Zwahlen M. Body-mass index and incidence of cancer: a systematic review and meta-analysis of prospective observational studies. Lancet 2008;371(9612):569–78.

  13. Pichard C, Plu-Bureau G, Neves-E Castro M, Gompel A. Insulin resistance, obesity and breast cancer risk. Maturitas 2008;60(1):19–30.

  14. Hajian-Tilaki KO , Heidari B . Prevalence of obesity, central obesity and the associated factors in urban population aged 20 – 70 years, in the north of Iran: a population-based study and regression approach. Obes Rev 2007; 8 : 3 – 10

  15. Huffman JE , Sabol C , Fried B . Infectivity, growth, survival, and pathogenicity of Zygocotyle lunata (Trematoda) in experimentalrodent hosts . J Parasitol 1991 ; 77 : 280 – 4

  16. Fonken LK , Workman JL , Walton JC, et al . Light at night increases body mass by shifting the time of food intake . Proc Natl Acad Sci USA 2010 ; 107 : 18664 – 9

  17. Bezerra I N , C urioni C , S ichieri R . A ssociation between eating out of home and body weight . Nutr Rev 2012 ; 70 : 65 – 79

  18. Mesas AE , Munoz-Pareja M , Lopez-Garcia E , Rodriguez- Artalejo F . Selected eating behaviours and excess body weight: a systematic review . Obes Rev 2012 ; 13 : 106 – 35

  19. Thurston RC , Sowers MR , Sternfeld B , et al . Gains in body fat and vasomotor symptom reporting over the menopausaltransition: the Study of Women’s Health across the Nation .Am J Epidemiol 2009 ; 170 : 766 – 74

  20. Raeder M B , Ferno J , Vik-Mo AO , S teen VM . S REBP activation by antipsychotic- and antidepressant-drugs in cultured human liver cells: relevance for metabolic side-effects? Mol Cell Biochem 2006 ; 289 : 167 – 73

  21. Demark-Wahnefried W, Peterson BL , et al . Changes in weight, body composition, and factors infl uencing energy balance among premenopausal breast cancer patients receiving adjuvant chemotherapy . J Clin Oncol 2001 ; 19 : 2381 – 9

  22. Goodwin PJ, Ennis M , Pritchard KI , et al . Adjuvant treatment and onset of menopause predict weight gain after breast cancer diagnosis . J Clin Oncol 1999 ; 17 : 120 – 9

  23.  Gordon AM , Hurwitz S , Shapiro CL , LeBoff MS . Premature ovarian failure and body composition changes with adjuvant chemotherapy for breast cancer Menopause 2011 ; 18 : 1244 – 8

  24. Freedman MR , King J, Kennedy E . Popular diets: a scientifi c review . Obes Rev 2001 ; 9(Suppl 1) : 1 – 40S

  25. Sacks F M, B ray G A , C arey V J, e t a l . C omparison of weight-loss diets with different compositions of fat, protein, and carbohydrates . N Engl J Med 2009 ; 360 : 859 – 73

  26. Poehlman E , T oth M J, G ardner A . C hanges in energy balance and body composition at menopause: a controlled longitudinal study. Ann Intern Med 1995 ; 123 : 673 – 8

  27. Sutton-Tyrrell K , Z hao X , S antoro N , e t a l . R eproductive hormones and obesity: 9 years of observation from the Study of Women ’ s Health Across the Nation (SWAN) . Am J Epidemiol 2010 ; 171 : 1203 – 13

  28. Institute of Medicine. D ietary Reference Intake for Energy, Carbohydrate, Fiber, Fat, Fatty Acids, Cholesterol, Protein, and Amino Acids (macronutrients). Washington DC: National Academies Press , 2002

  29. Ross R , Dagnone D , Jones PJ, et al . Reduction in obesity and related comorbid conditions after diet-induced weight loss or exercise-induced weight loss in men. A randomized, controlled trial . Ann Intern Med 2000 ; 133 : 92 – 103

Categories Αθλητική Διατροφή

Η σημασία των υδατανθράκων κατά την άσκηση

Ψωμί, πατάτες, μακαρόνια, ρύζι, φρούτα και γλυκά αποτελούν τις κυριότερες τροφές που είναι πλούσιες σε υδατάνθρακες.

Οι περισσότεροι γνωρίζουν ότι οι υδατάνθρακες είναι η σημαντικότερη πηγή ενέργειας για τις καθημερινές μας δραστηριότητες.

Ακόμα σημαντικότερος είναι ο ρόλος τους, για όσους έχουν μια αυξημένη δραστηριότητα. Αλλά για όσους αθλούνται, ανεξάρτητα με την ποσότητα ή την ένταση της άσκησης, οι υδατάνθρακες θα πρέπει να αποτελούν την βάση της διατροφικής τους πυραμίδας.

Αποτελούν το πιο σημαντικό καύσιμο για έναν δραστήριο άνθρωπο και αποθηκεύονται στους μυς ως γλυκογόνο. Για να μεγιστοποιήσει κανείς τις ενεργειακές του αποθήκες πρέπει να κρατά τα επίπεδα του γλυκογόνου υψηλά κάθε μέρα.

Πριν από μερικά χρόνια η κατανάλωση τροφής (ακόμα και νερού) κατά τη διάρκεια της άσκησης απαγορεύονταν αυστηρά. Οι τελευταίες μελέτες, όμως, αποδεικνύουν ότι η πρόσληψη τροφής κατά την άσκηση είναι αναγκαία όταν η προπόνηση διαρκεί περισσότερο από μία ώρα.

Τι μπορεί ο αθλητής να καταναλώσει

Οι υδατάνθρακες αποτελούν την κύρια πηγή ενέργειας για τον μυϊκό ιστό κατά τη διάρκεια της άσκησης. Ο συνδυασμός των απλών και των σύνθετων υδατανθράκων παρέχει ενέργεια άμεσα και για μεγάλη χρονική διάρκεια. Συνήθως οι ενεργειακές μπάρες, με αρκετή περιεκτικότητα σε υδατάνθρακες παρέχει ένα ιδανικό μίγμα από μαλτοδεξτρίνη και απλά σάκχαρα σαν βασική πηγή καύσιμου. Κλινικές έρευνες έχουν δείξει, ότι τα μίγματα υδατανθράκων βελτιώνουν την οξείδωση και την απορρόφηση σε σχέση με μία πηγή υδατάνθρακα.

Το φόρτωμα με υδατάνθρακες είναι η πιο παρεξηγημένη διαδικασία για την επιστήμη της αθλητικής διατροφής, γιατί οι περισσότεροι θεωρούν ότι από τη στιγμή που κάνουν μια σχετικά έντονη άσκηση θα πρέπει να ακολουθήσουν την τεχνική τις τελευταίες ημέρες πριν από αγώνα ή πριν από έντονη προπόνηση. Έτσι είναι σημαντικό να ενημερωθείτε για τα κριτήρια μέσω τον οποίων ανήκετε στην κατηγορία των ασκουμένων που την έχουν ανάγκη. Στόχος είναι η βελτίωση των αποθηκών γλυκογόνου προκειμένου να έχετε καλύτερη απόδοση για το γεγονός. Μάλιστα έχει αποδειχθεί ότι βελτιώνεται η επίδοση κατά 2-3% σε δεδομένη απόσταση. Το νέο πρωτόκολλο αναφέρει ότι 1-4 μέρες πριν τον αγώνα ή προπόνηση στόχο θα πρέπει να αυξάνεται αναλογικά και σταδιακά η κατανάλωση υδατανθράκων μέσω σίτισης.

Ποια χρονική περίοδο, πόσοι υδατάνθρακες και σε ποια μορφή να καταναλώνονται πριν ή κατά τη διάρκεια της άσκησης;

Τα αθλήματα που μπορούν να επωφεληθούν περισσότερο από τη χορήγηση υδατανθράκων είναι αυτά που έχουν μεγαλύτερη διάρκεια (90-120 λεπτά ή περισσότερο) και μέτρια ως υψηλή ένταση. Αθλήματα αυτού του είδους είναι ο μαραθώνιος και η ποδηλασία αντοχής. Άλλα αθλήματα που απαιτούν έντονη διαλειμματική δραστηριότητα για παρατεταμένες χρονικές περιόδους, όπως το ποδόσφαιρο μπορούν επίσης να επωφεληθούν.

Ένας σημαντικός αριθμός παραμέτρων έχει μελετηθεί προκειμένου να καθοριστεί η καλύτερη τεχνική χορήγησης υδατανθράκων, όπως ο χρόνος της κατανάλωσης καθώς και ο τύπος, η ποσότητα και η συγκέντρωση των υδατανθράκων.

• Για τέσσερις ώρες πριν την προπόνηση, η συνιστώμενη πρόσληψη είναι τα 4-5γραμμάρια ανά κιλό σωματικού βάρους. Για κάποιον ασκούμενο που ζυγίζει 70 κιλά η προτεινόμενη ποσότητα είναι 280 – 350 γραμμάρια. Οι υδατάνθρακες μπορούν να καταναλωθούν σε οποιαδήποτε μορφή συμπεριλαμβανομένων υγρών, όπως χυμοί ή διαλύματα ή στερεοί όπως τα φρούτα ή αμυλούχες τροφές. Παράλληλα να αποφύγετε να καταναλώσετε μεγάλη ποσότητα φυτικών ινών για να αποφευχθούν γαστρεντερικά προβλήματα. Επίσης να έχετε υπόψη σας, ότι 350 γραμμάρια υδατάνθρακες δίνουν 1400 θερμίδες (1 γραμμάριο υδατάνθρακα αποδίδει 4 θερμίδες) όσο περίπου ένα μεγάλο γεύμα.

• 1 ισοδύναμο από την ομάδα φρούτων = 15 γραμμάρια υδατανθράκων (1 μήλο ή αχλάδι ή 3/4 μπανάνας ή ½ ποτ. χυμός κλπ).

• 1 ισοδύναμο από την ομάδα ψωμιού-δημητριακών = 15 γραμμάρια υδατανθράκων (1 φέτα ψωμί, ½ φλιτζάνι δημητριακά, 1 μικρή πατάτα ψητή ή βραστή κλπ).

• 1 ισοδύναμο από την ομάδα λαχανικών = 5 γραμμάρια υδατανθράκων (½ φλιτζάνι λαχανικά περίπου)

• Αθλητικά ποτά: 200-250 ml= 15 γραμμάρια υδατανθράκων

• Αθλητικές γκοφρέτες = 20-50 γραμμάρια υδατανθράκων

• Αθλητικά τζελ= 20-30 γραμμάρια υδατανθράκων

• Για 1 ώρα πριν την άσκηση η συνιστώμενη πρόσληψη είναι τα 1-2 γραμμάρια ανά κιλό σωματικού βάρους. Να σημειωθεί ότι οι υδατάνθρακες θα πρέπει να έχουν χαμηλό γλυκαιμικό δείκτη.

• Λίγα λεπτά πριν την άσκηση να προτιμώνται τα διαλύματα πολυμερών γλυκόζης (40-50%), όπως η μαλτοδεξτρίνη, το άμυλο του καλαμποκιού, η αμυλόζη και η αμυλοπηκτίνη.

• Κατά τη διάρκεια της άσκησης, η ικανότητα του οργανισμού να χρησιμοποιήσει την εξωγενή παροχή ενέργειας από γλυκόζη με βάση τη βιβλιογραφία είναι τα 30-60 γραμμάρια υδατανθράκων / ώρα περίπου την ώρα και η περιεκτικότητα να μην ξεπερνά το 8% (8γρ. υδατάνθρακα ανά 100ml νερού), διότι μπορεί να καθυστερήσει η γαστρική κένωση.

Γενικά φαίνεται ότι δεν υπάρχει διαφορά ανάμεσα στους διαφορετικούς τύπους υδατανθράκων ως μέσα ενίσχυσης της αντοχής όταν χρησιμοποιούνται κατάλληλα. Παρόλα αυτά υπάρχουν κάποια σημεία που πρέπει να επισημανθούν, όπως η χρήση της φρουκτόζης, των πολυμερών της γλυκόζης, των στερεών τροφών και των σύνθετων υδατανθράκων. Η φρουκτόζη απορροφάται πιο αργά σε σύγκριση με τη γλυκόζη από το έντερο και συνεπώς δεν προκαλεί αντιδραστική υπογλυκαιμία, διότι δεν προάγει την απελευθέρωση της ινσουλίνης, η οποία με τη σειρά της θα προκαλέσει μείωση των επιπέδων της γλυκόζης στο αίμα, όμως λόγω αυτού του γεγονότος μπορεί να εμφανίσει γαστρεντερικές διαταραχές. Επιπρόσθετα τα πολυμερή της γλυκόζης εμφανίζουν εύκολη απορρόφηση και πέψη και παρέχουν γλυκόζη αποτελεσματικά, αφού έχει σημειωθεί ότι προκαλούν μικρότερη αναστολή της γαστρικής εκκένωσης. Όσον αφορά τις στερεές μορφές υδατανθράκων, έχει βρεθεί ότι ήταν εξίσου αποτελεσματικές με τις υγρές στη διατήρηση των επιπέδων της γλυκόζης του αίματος και στην ενίσχυση της απόδοσης κατά τη διάρκεια της άσκησης, αρκεί να υπάρχει σωστή ενυδάτωση στην πρώτη περίπτωση.

Τέλος ο πιθανός ρόλος διαφόρων αμύλων και τροφών με χαμηλό γλυκαιμικό δείκτη αποτελεί σημαντικό παράγοντα που πρέπει να λάβει υπόψη του ένας αθλητής αντοχής και για αυτό χρειάζονται περισσότερες έρευνες, ώστε να αξιολογηθεί η επίδρασή τους στην παρατεταμένη άσκηση αντοχής.

Η πιο συνετή συμβουλή, για έναν αθλητή, είναι να πειραματιστεί με διαφορετικούς τύπους και διαφορετικές ποσότητες υδατανθράκων, κατά τη διάρκεια της προπόνησης πριν τους χρησιμοποιήσει σε αγώνα. Έτσι, θα καταφέρει να βρει τον ιδανικό ρυθμό απορρόφησής τους. Προπονείστε και το πεπτικό σας σύστημα εκτός από το μυϊκό.

Μετά την άσκηση πρέπει να γίνει η αναπλήρωση των ενεργειακών αποθεμάτων, ενώ η ποσότητα που χρειάζεται κανείς εξαρτάται από το είδος και τη διάρκεια της άσκησης. Επιλέξτε σνακ χαμηλά σε λιπαρά και πλούσια σε υδατάνθρακες. Βάλτε στόχο την κατανάλωση 1 g υδατάνθρακα ανά κιλό σωματικού βάρους μέσα στις πρώτες 2 ώρες μετά την άσκηση. Αν κάνετε ελαφριά άσκηση τότε 50 g υδατάνθρακα είναι αρκετά. Και τα κυρίως γεύματα πρέπει να περιέχουν τροφές πλούσιες σε άμυλο.

Categories Έλεγχος Βάρους/Απώλεια λίπους

Ο χριστουγεννιάτικος δεκάλογος της διατροφής

Αν κλείσουμε τα μάτια και φανταστούμε τα Χριστούγεννα σίγουρα η καρδιά μας πλημμυρίζει ζεστασιά. Στα αυτιά μας ηχούν χαρμόσυνες μελωδίες, νιώθουμε τις μυρωδιές των εορταστικών τραπεζιών να μας γαργαλάνε τη μύτη και στον ουρανίσκο μας αισθανόμαστε την κάθε μπουκιά των παραδοσιακών φαγητών και γλυκών που δύσκολα μπορούμε να αντισταθούμε. Τα Χριστούγεννα έφτασαν λοιπόν και το μόνο που έχουμε να κάνουμε είναι να τα απολαύσουμε και να ζήσουμε τη κάθε στιγμή τους. Πολλοί είναι αυτοί που προτιμούν να ακολουθούν ένα αυστηρό πρόγραμμα διατροφής με αποτέλεσμα με τη παραμικρή υπέρβαση να νιώθουν τύψεις και ενοχές. Από την άλλη πολλοί είναι αυτοί που παραμερίζουν τις διατροφικές τους συνήθειες και ενδίδουν ασύστολα στις χριστουγεννιάτικές λιχουδιές. Οι ακραίες συμπεριφορές δεν αποτέλεσαν ποτέ τη λύση. Εμείς σας προτείνουμε 10 τρόπους ώστε να διατηρήσετε την ισορροπία στις διατροφικές σας συνήθειες κατά τη διάρκεια Χριστουγεννιάτικων Διακοπών.

1.    Αφεθείτε στο πνεύμα των διακοπών αλλά μην ξεχνάτε το «παν μέτρον άριστον». Μην παραλείπετε γεύματα και μην ξεχνάτε τα μικρά ενδιάμεσα σνακ ώστε να κατανέμετε τις θερμίδες μέσα στη διάρκεια της ημέρας. 

2.    Γευτείτε τις γλυκούς πειρασμούς των Χριστουγέννων βάζοντας όμως όρια. Για παράδειγμα, μπορείτε να επιτρέψετε στον εαυτό σας τρία επιδόρπια ανά εβδομάδα των 150 θερμίδων το καθένα.

3.    Προσέξτε την κατανάλωση αλκοολούχων ποτών, είναι εύκολο να παρασυρθείτε και να πάρετε επιπλέον θερμίδες.

4.    Προτιμείστε να φάτε κάτι ελαφρύ πριν πάτε σ’ ένα εορταστικό τραπέζι. Μια καλή λύση είναι ένα μικρό γιαουρτάκι.

5.    Γευστικές οι  σάλτσες κρεατικών που περιέχουν μαγιονέζα ,βούτυρο και κρέμα γάλακτος αλλά εσείς επιλέξτε σάλτσες με μπαχαρικά, διάφορα μυρωδικά και φρούτα  που προσδίδουν εξίσου ωραία και έντονη γεύση. 

6.    Σίγουρα η ελληνική παράδοση απαιτεί κάθε νοικοκυριό να έχει τα παραδοσιακά γλυκά πάντα διαθέσιμα για τους φιλοξενούμενους. Καλό θα ήταν όμως, να  τα έχετε αποθηκευμένα σε κλειστά διακοσμητικά κουτιά ώστε να μην αποτελούν καθημερινό οπτικό πειρασμό.

7.    Μην παραμελείτε την κατανάλωση 2-3  φρούτων την ημέρα.

8.    Αφού τελειώσετε το φαγητό σας, μαζέψτε τα πιάτα ή απομακρυνθείτε από το τραπέζι ώστε να αποφύγετε τα αχρείαστα τσιμπολογήματα.

9.    Αν έχετε τραπέζι προσπαθήστε τα άλλα γεύματα της ημέρας να είναι ελαφριά.

10. Μπροστά στο πλούσιο χριστουγεννιάτικο μπουφέ προτιμείστε να ξεκινήσετε με μια ελαφριά σούπα ή άφθονη σαλάτα ώστε να αποφύγετε την υπερκατανάλωση.

Categories Έλεγχος Βάρους/Απώλεια λίπους

Δείκτης μάζας σώματος: Δεν λέει πάντα την αλήθεια…

Τα τελευταία χρόνια όλο και περισσότεροι, και ιδιαίτερα όσοι προσέχουν τη διατροφή τους με σκοπό να χάσουν ή να διατηρήσουν το ιδανικό γι’ αυτούς βάρος, δίνουν ιδιαίτερη σημασία στον Δείκτη Μάζας Σώματος ο οποίος αποτελεί για πολλούς αυτοσκοπό. Στο άρθρο που ακολουθεί η Ειρήνη Μπαμπαρούτση μας εξηγεί τον πραγματικό ρόλο του ως εργαλείο αξιολόγησης του βάρους και της υγείας και μας προτείνει πώς ακριβώς θα πρέπει να ελέγχουμε αν έχουμε το σωστό βάρος.

Ο Δείκτης Μάζας Σώματος (ΔΜΣ) εισήχθη στις αρχές του 19ου αιώνα από έναν Βέλγο μαθηματικό που ονομαζόταν Lambert Adolphe Jacques Quetelet ο οποίος δημιούργησε έναν τύπο (Βάρος / ύψος2 = ΔΜΣ) για να δώσει έναν γρήγορο και εύκολο τρόπο για τη μέτρηση του βαθμού παχυσαρκίας του πληθυσμού, ώστε να βοηθήσει την κυβέρνηση στην κατανομή πόρων.

Ο ΔΜΣ είναι ένα πολύ καλό και εύχρηστο εργαλείο ελέγχου του βάρους αλλά, ενώ είναι μια απλή, ανέξοδη μέθοδος για την προβολή των κατηγοριών βάρους, δεν αποτελεί διαγνωστικό εργαλείο. Οι επαγγελματίες υγείας χρειάζεται να κάνουν περαιτέρω αξιολόγηση για να εκτιμηθούν πλήρως οι πιθανοί κίνδυνοι για την υγεία.

Αυτή η αξιολόγηση θα πρέπει να περιλαμβάνει μετρήσεις του ποσοστού λίπους, του ιστορικού διατροφής και δραστηριότητας αλλά και του οικογενειακού ιστορικού.

Πέρα απ’ αυτό, ο ΔΜΣ δε λαμβάνει υπόψη του ηλικία, φύλο ή μυική και οστική μάζα ούτε κάνει διάκριση μεταξύ μυικής μάζας σώματος και λιπώδους μάζας. Ως εκ τούτου, μερικοί άνθρωποι, όπως για παράδειγμα οι μυώδεις αθλητές, μπορεί να έχουν υψηλό ΔΜΣ ακόμα και εάν δεν έχουν υψηλό ποσοστό σωματικού λίπους. Επιπλέον σε άλλες περιπτώσεις, όπως στην περίπτωση των ηλικιωμένων, ο ΔΜΣ μπορεί να φαίνεται φυσιολογικός, αν και ο μυικός ιστός έχει ελαττωθεί λόγω γήρανσης. Ως παράδειγμα αναφέρουμε τον μπασκετμπολίστα Μάικλ Τζόρνταν ο οποίος όταν ήταν στην ακμή του, ο ΔΜΣ του ήταν 27-29, κατατάσσοντάς τον στους υπέρβαρους, αν και το μέγεθος της μέσης του ήταν λιγότερο από 76 εκ.

Ένας άλλος λόγος που διαμορφώνει την αξία του ΔΜΣ είναι ότι η υγεία δεν επηρεάζεται μόνο από την περίσσια σωματικού λίπους, αλλά και από το πού βρίσκεται αυτό. Μερικοί άνθρωποι παίρνουν βάρος στην κοιλιακή περιοχή (το λεγόμενο σχήμα σώματος «μήλο»). Ενώ άλλοι έχουν σώμα σχήματος «αχλαδιού» με περισσότερο λίπος να είναι συγκεντρωμένο γύρω από τους γοφούς και τους γλουτούς. Οι άνθρωποι που έχουν σώμα σχήματος μήλου βρίσκονται σε μεγαλύτερο κίνδυνο για προβλήματα υγείας που συνδέονται με το υπερβολικό βάρος. Σύμφωνα με έρευνες το λίπος γύρω από την μέση σχετίζεται πιο στενά με ασθένειες που προκαλούνται από παχυσαρκία σε σχέση από εκείνο στους γοφούς και αυτός είναι ο λόγος που μερικοί ειδικοί πιστεύουν ότι η περίμετρος μέσης μπορεί να είναι καλύτερο μέτρο για την υγεία από τον ΔΜΣ. Ένα πράγμα για το οποίο συμφωνούν οι ειδικοί είναι ότι παρόλο που το βάρος είναι ο μοναδικός παράγοντας κινδύνου για ασθένεια, όταν όμως πρόκειται για αξιολόγησή του και μελέτη των επιπτώσεών του στην υγεία το ποσοστό λίπους, η περίμετρος της μέσης, ο ΔΜΣ και οι αθλητικές συνήθειες μετρούν το ίδιο σημαντικά.

Επιβεβαιώνοντας τα παραπάνω η Ελληνική Καρδιολογική Εταιρεία, συνιστά οι πάροχοι υγειονομικής περίθαλψης να αξιολογούν τον ΔΜΣ, την περίμετρο μέσης καθώς και άλλους παράγο-

ντες κινδύνου για παχυσαρκία καθώς ο συνδυασμός όλων των πληροφοριών παρέχει καλύτερη εκτίμηση.

Categories Αθλητική Διατροφή

Η χορτοφαγία και η επίδρασή της στην αθλητική απόδοση

Η χορτοφαγία αποτελεί τρόπο ζωής για πολλούς, σίγουρα όμως είναι ταμπού για κάποιους άλλους. Στο χώρο του αθλητισμού αυτή η πόλωση είναι ακόμα πιο έντονη αφού από τη μία ορισμένοι τη θεωρούν απαγορευμένη για κάποιον που ασκείται συστηματικά από την άλλη δεν είναι λίγοι αυτοί που ισχυρίζονται ότι είναι το μυστικό για τη μεγιστοποίηση της απόδοσης. Για το λόγο αυτό «ανακρίναμε» την Ειρήνη Μπαμπαρούτση που μας έλυσε όλες τις απορίες σχετικά με τη χορτοφαγία, μας ανέλυσε τα συν και τα πλην μίας χορτοφαγικής διατροφής και μας εξήγησε πώς πρέπει να την ξεκινήσει κανείς και τι πρέπει να προσέξει.

Έντονη άσκηση και χορτοφαγικό μενού. Μπορούν να συνδυαστούν και με ποιές προϋποθέσεις;

Η αμφισβήτηση της χορτοφαγίας στον αθλητισμό, είναι ένας μύθος που καταρρέει συνεχώς, και που θέλει τους χορτοφάγους αθλητές να αποτελούν την εξαίρεση ενός βασικού κανόνα. Όλοι μπορούν να γίνουν χορτοφάγοι. Τα κρισιμότερα διατροφικά κριτήρια, από άποψη σπουδαιότητας, στους χορτοφάγους αθλητές/ριες είναι η εξασφάλιση επαρκούς ενεργειακού ισοζυγίου (κυρίως μέσω της αυξημένης πρόσληψης υδατανθράκων ≥ 8 γρ. / κιλό σωμ. βάρους) και στη συνέχεια το θετικό ισοζύγιο αζώτου (≥ 1,5 γρ. πρωτεϊνών / κιλό σωμ. βάρους). Επιπλέον, βασική προϋπόθεση είναι η διατήρηση της σωστής σύστασης σώματος και κυρίως της μυϊκής μάζας, αλλά και η βέλτιστη λειτουργία των διάφορων οργανικών συστημάτων και κυρίως του ανοσοποιητικού.

Ποιά είναι τα οφέλη μιας χορτοφαγικής δίαιτας;

Οι αυστηρά χορτοφάγοι υποστηρίζουν πως η δίαιτά τους είναι πολύ πιο υγιεινή από αυτή των παμφάγων ανθρώπων. Ένα από τα επιχειρήματά τους είναι πως δεν καταναλώνουν, τουλάχιστον στον ίδιο βαθμό, τεχνητές/χημικές ουσίες όπως ορμόνες και αντιβιοτικά που συχνά συναντώνται στο κρέας των ζώων που έχουν μεγαλώσει σε βιομηχανικές φάρμες. Ο Αμερικανικός Σύλλογος Διαιτολόγων αναφέρει πως «καλά σχεδιασμένες χορτοφαγικές δίαιτες είναι κατάλληλες για κάθε στάδιο της ανθρώπινης ζωής, συμπεριλαμβανομένης της περιόδου εγκυμοσύνης, θηλασμού αλλά και για βρέφη, παιδιά και εφήβους όπως και για αθλητές», ενώ στη χορτοφαγική διατροφή αποδίδουν τη μείωση των πιθανοτήτων θανάτου από κάποιο ισχαιμικό καρδιακό επεισόδιο, αλλά και μείωση της θνησιμότητας κατά 50%.

Οι αυστηρά χορτοφαγικές δίαιτες έχουν αρκετά θρεπτικά πλεονεκτήματα έναντι άλλων ειδών διατροφής, αφού έχουν χαμηλότερα επίπεδα κορεσμένων λιπών, καθόλου χοληστερίνη και υψηλά επίπεδα υδατανθράκων, φυτικών ινών, μαγνησίου, καλίου και αντιοξειδωτικών βιταμινών C και E. Πιστεύεται ότι οι χορτοφάγοι διαθέτουν χαμηλότερο δείκτη μάζας σώματος, μειωμένη πιθανότητα εμφάνισης παχυσαρκίας ενώ δεν υπάρχει σημαντική διαφορά στην πίεση. Ακόμα η αυστηρά χορτοφαγική δίαιτα μπορεί να μειώσει την χοληστερόλη στο αίμα και τις επιπλοκές σε ανθρώπους με διαβήτη, ενώ παρέχει προστασία από διάφορες μορφές καρκίνου του πεπτικού συστήματος. Κάποιες έρευνες υποστηρίζουν πως έχουν βρει οφέλη που σχετίζονται με τις δίαιτες που είναι πλούσιες σε προϊόντα ολικής άλεσης και αντίθετα πως δίαιτες πλούσιες σε ζωικής προέλευσης συστατικά κρύβουν κινδύνους για την υγεία.

Έτσι δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι ο αριθμός των αυστηρά χορτοφάγων αθλητών συνεχώς αυξάνεται. Οι αθλητές αυτοί αγωνίζονται σε μία ποικιλία αθλημάτων, όπως άρση βαρών, bodybuilding, πολεμικές τέχνες, τρέξιμο κ.ά, ενώ και ο πολυ-ολυμπιονίκης Καρλ Λιούις είχε δηλώσει πως στο απόγειο της αθλητικής του καριέρας είχε εφαρμόσει μια αυστηρά χορτοφαγική δίαιτα. 

Πώς μπορεί ένας δρομέας που είναι χορτοφάγος να καλύψει επαρκώς τις αυξημένες ανάγκες του σε σίδηρο και ιδιαίτερα όταν πρόκειται για γυναίκα;

Στη διατροφή υπάρχουν δύο μορφές σιδήρου ο σίδηρος αίμης που βρίσκεται σε τρόφιμα ζωικής προέλευσης, όπως το κόκκινο κρέας, το κοτόπουλο, το συκώτι και τα αυγά και ο μη αιμικός σίδηρος που βρίσκεται σε δημητριακά, ψωμί, όσπρια, φυτικές πρωτεΐνες, ξηρούς καρπούς και πράσινα φυλλώδη λαχανικά. Ο αιμικός σίδηρος απορροφάται από το σώμα σε ποσοστό 15-35%, ενώ ο μη αιμικός έχει μικρότερη απορρόφηση με ποσοστό 2-8%. Επειδή πολλοί αθλητές και ειδικά οι γυναίκες, λόγω της έμμηνου ρύσεως, έχουν αυξημένες ανάγκες σιδήρου και ο μη αιμικός σίδηρος έχει μικρότερη απορρόφηση σε σύγκριση με τον αιμικό, είναι σημαντικό για τους χορτοφάγους αθλητές να γνωρίζουν τα τρόφιμα που είναι πλούσια σε σίδηρο, καθώς και τους παράγοντες που ενισχύουν ή αναστέλλουν την απορρόφησή του. Οι καλύτερες πηγές σιδήρου σε μια χορτοφαγική διατροφή είναι τα δημητριακά (ιδίως εκείνα που είναι εμπλουτισμένα με σίδηρο – ελέγξτε τον πίνακα διατροφικών πληροφοριών), το ψωμί, οι φυτικές πρωτεΐνες, τα όσπρια, τα ξερά φασόλια, τα ανάλογα κρέατος (π.χ. κιμάς σόγιας) που έχουν ως βάση τους τη γλουτένη, οι ξηροί καρποί, τα αποξηραμένα φρούτα και τα πράσινα φυλλώδη λαχανικά. Καταναλώνοντας μια πλούσια πηγή βιταμίνης C, όπως ο χυμός πορτοκαλιού ή μια σαλάτα θα ενισχύσετε την απορρόφηση του μη αιμικού σιδήρου. Αποφύγετε να πιείτε τσάι ή καφέ με τα συγκεκριμένα γεύματα ή να προσθέσετε ακατέργαστο πίτουρο, διότι μειώνεται η απορρόφησή του.

Τι γίνεται με την πρόσληψη πρωτεΐνης που είναι απαραίτητη για τη σωστή αποκατάσταση;

Ένα επιπλέον σημαντικό σημείο που πρέπει να προσέξουν ιδιαίτερα οι χορτοφάγοι είναι η πρόσληψη πρωτεΐνης. Λόγω της απουσίας των ζωικών προϊόντων από τη διατροφή η πρόσληψη πρωτεΐνης γίνεται αποκλειστικά μέσω φυτικών προϊόντων. Αν η μετάβασή σας σε μία χορτοφαγική διατροφή είναι πρόσφατη μπορεί να διαπιστώσετε ακούσια μείωση βάρους κάτι που μπορεί να αποφευχθεί με την λήψη των κατάλληλων πρωτεϊνών. Βέβαια, οι πρωτεΐνες φυτικής προέλευσης έχουν πιο χαμηλή βιολογική αξία από αυτές ζωικής προέλευσης. Για το λόγο αυτό οι χορτοφάγοι θα πρέπει να κάνουν κατάλληλους συνδυασμούς τροφίμων έτσι ώστε να προσλαμβάνουν πρωτεΐνη υψηλής βιολογικής αξίας. Παρά τη διαμάχη σχετικά με τις πρωτεϊνικές απαιτήσεις, οι χορτοφάγοι αθλητές μπορούν να επιτύχουν εύκολα επαρκή ποσότητα πρωτεΐνης μέσω της διατροφής τους, η οποία θα προσφέρει ενέργεια και θα περιέχει μια ποικιλία φυτικών πρωτεϊνικών τροφών, όπως ξηρούς καρπούς και σπόρους, τροφές τις οποίες θα πρέπει να καταναλώνουν καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας και όχι μόνο με τα γεύματά τους. Οι διάφορες χορτοφαγικές δίαιτες παρέχουν κατά μέσο όρο 12,5 % της ενέργειάς τους από πρωτεΐνες, ενώ οι vegan δίαιτες μόλις 7%. Ένας αθλητής 80 κιλών που καταναλώνει 3.600 θερμίδες θα πάρει 1,41 γρ./κιλό πρωτεΐνης κατά μέσο όρο από μία χορτοφαγική δίαιτα, ενώ 1,2 γρ./κιλό από μία vegan διατροφή. Από την άλλη πλευρά, μία αθλήτρια 50 κιλών που καταναλώνει 2.200 θερμίδες την ημέρα θα πάρει 1,38 γρ./κιλό πρωτεΐνης από μία χορτοφαγική δίαιτα, ενώ 1,21 γρ./κιλό από μία vegan διατροφή. Ως εκ τούτου, οι περισσότεροι χορτοφάγοι αθλητές πληρούν τις ανάγκες τους σε πρωτεΐνη για προπονήσεις αντοχής χωρίς να κάνουν ειδικό προγραμματισμό των γευμάτων τους, εκτός και αν το επίπεδο προπόνησής τους είναι υψηλό, για παράδειγμα ξεπερνούν τα 120 χλμ./εβδομάδα. Σε αυτή τη περίπτωση ενθαρρύνουμε τον αθλητή να προσθέσει στην τρέχουσα διατροφή του 1-3 μερίδες τροφών πλούσιων σε πρωτεΐνες (για παράδειγμα γάλα σόγιας, φακές με σάλτσα για μακαρόνια ή φασόλια σε σαλάτα και γενικά όσπρια σε συνδυασμό με υδατάνθρακες) ή ακόμα και να χρησιμοποιήσει κάποιο διατροφικό συμπλήρωμα.

 

Μια χορτοφαγική δίαιτα είναι συνήθως πλούσια σε φυτικές ίνες. Μπορεί αυτό να προκαλέσει προβλήματα σε ένα δρομέα ή σε έναν ασκούμενο;

Οι χορτοφαγικές διατροφές είναι πλούσιες σε υδατοδιαλυτές και μη φυτικές ίνες. Μια μικρή ποσότητα υδατοδιαλυτών φυτικών ινών πριν από την άσκηση, συμβάλλει στην πρόληψη των μεγάλων διακυμάνσεων του σακχάρου κατά τη διάρκειά της. Ωστόσο, πολλοί αθλητές εμφανίζουν ευαισθησία στις φυτικές ίνες ειδικά πριν από σημαντικούς αγώνες λόγω άγχους, με αποτέλεσμα να συστήνεται να μειωθεί η πρόσληψή τους 24 με 36 ώρες πριν τον αγώνα και να υπάρξει τακτικότητα στην κατανάλωση των γευμάτων (3-4 ώρες) προκειμένου να λειτουργήσει σωστά το έντερο πριν τον αγώνα.

Για την αποφυγή γαστρεντερικής δυσφορίας καλό είναι να προτιμηθούν τροφές με υψηλή περιεκτικότητα σε υδατάνθρακες, αλλά με χαμηλή σε φυτικές ίνες. Τέτοιες τροφές είναι τα μακαρόνια, το λευκό ψωμί, το ρύζι, οι πατάτες και οι φρέσκοι φυσικοί χυμοί. Το καλό είναι ότι οι χορτοφάγοι αθλητές όσο και να μειώσουν τις φυτικές ίνες δεν κινδυνεύουν να παρουσιάσουν έλλειψή τους καθώς η διατροφή τους είναι ήδη υψηλή σε αυτές. 

Πώς μπορεί να επηρεάσει ο συγκεκριμένος τρόπος διατροφής τις επιδόσεις;

Οι πιθανές ελλείψεις σε σίδηρο, βιταμίνη Β12 και ψευδάργυρο αποτελούν τρία από τα κύρια μειονεκτήματα των χορτοφαγικών ή των τροποποιημένων χορτοφαγικών διαιτών και αποτελούν συνήθεις διατροφικές ελλείψεις μεταξύ των αθλητών, οι οποίες μπορούν να επηρεάσουν αρνητικά την επίδοσή τους σε αγωνίσματα μεγάλης διάρκειας. Όμως μια καλά σχεδιασμένη χορτοφαγική διατροφή μπορεί να αποτελέσει και παράγοντα βελτίωσης της αθλητικής απόδοσης, ειδικά σε περιπτώσεις αθλητών που ευνοούνται ψυχολογικά και οργανικά (γαστρεντερικό, καρδιαγγειακό σύστημα) από τη συγκεκριμένη διαδικασία. 

Υπάρχουν περιπτώσεις που είναι αναγκαίο να λαμβάνονται συμπληρώματα διατροφής;

Οι πιο πολλοί χορτοφάγοι αθλητές μπορούν να προσλαμβάνουν όλα τα θρεπτικά συστατικά ακολουθώντας μια ισορροπημένη διατροφή που ακολουθεί το πρότυπο της μεσογειακής δίαιτας τρώγοντας άφθονα φρούτα, λαχανικά και γαλακτοκομικά προϊόντα. Στη περίπτωση των αυστηρά χορτοφάγων τα πράγματα δυσκολεύουν γιατί δεν περιλαμβάνουν στη διατροφή τους καθόλου ζωικά προϊόντα συμπεριλαμβανομένου και του γάλακτος. Τα θρεπτικά συστατικά που υπάρχει φόβος να μην προσλαμβάνονται σε επαρκή ποσότητα από τους φυτοφάγους λόγω του αποκλεισμού των ζωικών προϊόντων είναι το ασβέστιο, ο σίδηρος, η βιταμίνη Β12 , η βιταμίνη D, ο ψευδάργυρος αλλά και η ριβοφλαβίνη. Στην περίπτωση των αυστηρά χορτοφάγων συνιστάται η χρήση συμπληρωμάτων γιατί απουσιάζουν εντελώς δύο μεγάλες ομάδες τροφίμων από τη διατροφή που είναι το κρέας και τα γαλακτοκομικά. 

Μπορεί η χορτοφαγία να λειτουργήσει ως διατροφή αποτοξίνωσης για μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο;

Σαφώς και μπορεί από τη στιγμή που είναι πολύ πλούσια σε αντιοξειδωτικές ουσίες, ενώ ταυτόχρονα εμπεριέχει και συστατικά τα οποία έχουν πολλά σημαντικά οφέλη για την υγεία που είναι τα φυτοχημικά, ουσίες που περιέχονται στα φυτά και έχουν πολύ ευεργετικές επιδράσεις για τον οργανισμό. Τα φυτοχημικά αποτοξινώνουν τον οργανισμό και μειώνουν την πιθανότητα εμφάνισης καρκίνου, αυξάνουν την αποτελεσματικότητα του αμυντικού συστήματος και ρυθμίζουν την έκκριση των ορμονών. Επιπλέον κατά την χορτοφαγία καταναλώνονται σε μεγαλύτερη ποσότητα μια ιδιαίτερη οικογένεια φυτοχημικών που ονομάζονται ισοφλαβόνες.

Οι ισοφλαβόνες που βρίσκονται σε σημαντικές ποσότητες στα προϊόντα σόγιας προστατεύουν από τον καρκίνο του προστάτη. Σε μελέτες σε άτομα που καταναλώνουν προϊόντα σόγιας έχει αποδειχθεί ότι συχνή κατανάλωση τέτοιων προϊόντων (μία μερίδα περίπου 5 φορές την εβδομάδα) μειώνει τη συχνότητα εμφάνισης καρκίνου του προστάτη έως και 70%. Επιπροσθέτως, οι ισοφλαβόνες σύμφωνα με μελέτες έχουν τα οφέλη της ορμονικής υποκατάστασης για την εμμηνόπαυση, χωρίς τις παρενέργειές τους. Δηλαδή, βελτιώνουν την υγεία του καρδιαγγειακού και των οστών, χωρίς να αυξάνουν την πιθανότητα εμφάνισης καρκίνου. Τέλος η αποχή από το κρέας και τα παράγωγά του έχει σαν αποτέλεσμα τη σημαντική μείωση του κορεσμένου λίπους της διατροφής, το οποίο ευθύνεται για την παραγωγή τοξινών στον οργανισμό, αποτελώντας θεμιτή διαδικασία για την βελτιστοποίηση της υγείας του ανθρώπινου οργανισμού.

Ποιες είναι οι τροφές που δεν πρέπει να λείπουν από το διαιτολόγιο κάποιου που δεν καταναλώνει τρόφιμα που έχουν ζωική προέλευση;

Μια χορτοφαγική διατροφή είναι σημαντικό να παρέχει μια ποικιλία τροφίμων για τη σωστή κάλυψη των αναγκών σε πρωτεΐνες και υδατάνθρακες. Φυτικές πρωτεΐνες και ανόργανα στοιχεία που συναντάμε συνήθως στο κρέας περιλαμβάνονται σε φακές, ξερά φασόλια, μπιζέλια, λαχανικά πλούσια σε πρωτεΐνες, καρύδια, σόγια ή σιτάρι. Πολλά σούπερ μάρκετ πλέον παρέχουν κιμά, λουκάνικα και άλλα υποκατάστατα κρέατος ειδικά για χορτοφάγους. Καλό θα είναι να συμβουλευτείτε βιβλία με χορτοφαγικές συνταγές όπου προτείνουν ιδέες και συμβουλές για να προσθέσετε ποικιλία και νοστιμιά στη διατροφή σας. Ως αθλητής μπορεί να έχετε περιορισμένο χρόνο για προετοιμασία του γεύματος και ιδιαίτερα του μεσημεριανού σας. Βολικές λύσεις για το μεσημεριανό γεύμα είναι τα ψητά φασόλια (στον φούρνο), ξηροί καρποί και σπόροι για επάλειψη, όπως το φυστικοβούτυρο και το ταχίνι, τα αυγά και τα έτοιμα για χορτοφάγους γεύματα που περιέχουν γλουτένη σίτου. Εάν χρησιμοποιείτε το γάλα σόγιας αντί για το κλασικό γάλα, φροντίστε να επιλέξετε κάποιο εμπλουτισμένο με ασβέστιο. Διαβάστε τον διατροφικό πίνακα της ετικέτας και επιλέξτε γάλα σόγιας που περιέχει τουλάχιστον 100 mg ασβεστίου ανά 100 ml υγρού. Εάν δεν πίνετε αγελαδινό γάλα ή σόγιας εμπλουτισμένο με ασβέστιο υπάρχουν άλλα μη γαλακτοκομικά προϊόντα πλούσια σε ασβέστιο, όπως γιαούρτια και κρέμες σόγιας. Δημητριακά, πράσινα λαχανικά και το κινέζικο λάχανο παρέχουν επίσης ασβέστιο, αλλά είναι σημαντικό να έχουμε τουλάχιστον 3 μερίδες τροφών πλούσιων σε ασβέστιο στο καθημερινό μας διαιτολόγιο.

Για τους περισσότερους ανθρώπους το γάλα, το γιαούρτι και τα τυριά είναι τα ευκολότερα τρόφιμα σε ένα πρόγραμμα διατροφής.

 

Επηρεάζονται οι ανάγκες σε πρόσληψη υγρών;

Η χορτοφαγική προσέγγιση δεν επηρεάζει τις ανάγκες σε πρόσληψη υγρών, οι οποίες απλά καθορίζονται από το φύλο, την ηλικία, το περιβάλλον και το είδος του αγωνίσματος, καθώς και από τη χρονική περίοδο πριν, κατά τη διάρκεια και μετά το αθλητικό γεγονός. Έτσι, δεδομένου ότι κατά τη χορτοφαγία προσλαμβάνονται περισσότερα τρόφιμα πλούσια σε νερό όπως φρούτα, λαχανικά και χυμοί καθώς και πολύτιμα για την ενυδάτωση έλαια, όπως αυτά των ξηρών καρπών, θεωρητικά οι χορτοφάγοι αθλητές έχουν ένα πλεονέκτημα στο κομμάτι της ενυδάτωσης από τους υπόλοιπους. Πρακτικά όμως κάτι τέτοιο δεν ισχύει λόγω των υψηλών ρυθμών εφίδρωσης και της σωστής απορρόφησης των υδατοδιαλυτών φυτικών ινών που είναι σε μεγαλύτερη αναλογία στη διατροφή τους.

Κατηγορίες χορτοφαγίας

– Pescatarian (επιτρέπεται η κατανάλωση θαλασσινών)

– Lacto (επιτρέπεται η κατανάλωση γαλακτοκομικών)

– Oνο (επιτρέπεται η κατανάλωση αυγών)

– Lacto-ονο (επιτρέπεται η κατανάλωση γαλακτοκομικών και αυγών)

– Vegan ή αυστηρά χορτοφάγοι (δεν επιτρέπεται η κατανάλωση κανενός ζωικού προϊόντος ή υποπροϊόντος)

Στάδια μετάβασης σε μια χορτοφαγική διατροφή

Η μετάβαση στην χορτοφαγία θα πρέπει να γίνει σταδιακά προκειμένου να επιλεγεί το κατάλληλο είδος χορτοφαγίας δεδομένου ότι υπάρχουν κατηγορίες και για να μην προκληθεί ψυχική σύγχυση.

Βήμα 1

Προσδιορίστε πόσο αυστηρή θα είναι η χορτοφαγική διατροφή σας και κατά πόσο θα επηρεαστεί ο τρόπος ζωής σας. Αποφασίστε τι είδος χορτοφαγίας θέλετε να ακολουθήσετε. Οι νέοι χορτοφάγοι θα πρέπει επίσης να εξετάσουν πως θα χειριστούν καταστάσεις κατά τις οποίες διάφορες χορτοφαγικές επιλογές δεν είναι διαθέσιμες.

Βήμα 2

Αρχίστε να αντικαθιστάτε το κρέας και, ενδεχομένως, τα αυγά, τα γαλακτοκομικά και άλλα ζωικά προϊόντα διαβάζοντας την ετικέτα του κάθε προϊόντος που σας αφορά. Υποκατάστατα κρέατος αποτελούν το tofu, προϊόντα σόγιας, τα μεταποιημένα faux κρέατα, σεϊτάν, tempeh, ξηροί καρποί, τα φασόλια και τα όσπρια. Το γάλα μπορεί να αντικαταστηθεί επίσης από τη σόγια και ακόμα από τα αμύγδαλα και το ρύζι. Σε συνταγές που περιέχουν αυγό μπορείτε να βάλετε αλεσμένα όσπρια ακόμα και tofu.

Βήμα 3

Σκεφτείτε την προσθήκη ενός ή περισσότερων συμπληρωμάτων βιταμινών εάν το κρίνετε απαραίτητο. Ένα πολυβιταμινούχο σκεύασμα περιέχει συνιστώμενες ημερήσιες τιμές διαφόρων βιταμινών και ανόργανων συστατικών, αλλά σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να ληφθούν μεμονωμένα. Προσοχή στη λήψη βιταμίνης B12 καθώς σε περίπτωση που καταναλώνεται εμπλουτισμένα τρόφιμα μπορεί να παρουσιαστεί υπερδοσολογία.

 

Ημερήσιο προτεινόμενο χορτοφαγικό διατροφικό πρόγραμμα

ΔΙΑΤΡΟΦΗ: 60% υδατάνθρακες, 25% λίπος, 15 % πρωτεΐνη

(Ο αριθμός των θερμίδων θα πρέπει να προσαρμόζονται με βάση το επίπεδο προπόνησης)

Πρωινό: Δημητριακά με γάλα σόγιας ή αγελαδινό ή τσάι.

Δεκατιανό: Φρούτα (συνδυασμός) ή 2-3 φρυγανιές με μέλι ή μαρμελάδα ή ταχίνι.

Μεσημεριανό: α) Σαλάτα, σόγια (σε κιμά ή λουκάνικα) ή αυγά (σε ειδικές περιπτώσεις), ρύζι ή πατάτα ή καλαμπόκι ή ζυμαρικά) και ελαιόλαδο β) γεμιστά ή ντολμαδάκια και γιαούρτι με σαλάτα και λίγο λάδι ή φακόρυζο και 100 γρ. τοφού ή τυρί (σε ειδικές περιπτώσεις) και σαλάτα με λίγο λάδι.

Απογευματινό: Μπάρες energy ή φρούτα και ξηρούς καρπούς.

Βραδινό: α) Σαλάτα μεσογειακή και σπανακόρυζο και σόγια β) σπανακόπιτα ή πίτσα και σαλάτα με λίγο λάδι γ) τοστ και σαλάτα και φρούτα δ) ζυμαρικά με σάλτσα ντομάτας και μανιτάρια και λουκάνικα σόγιας και σαλάτα με λίγο λάδι.

Πριν τον ύπνο: Λίγα φρούτα ή γάλα με δημητριακά

Γεύμα ενεργειακής φόρτισης πριν από τον αγώνα ή την προπόνηση

Ο σκοπός της διατροφής πριν από την προπόνηση ή τον αγώνα είναι να ενυδατώνει τον οργανισμό και να του παρέχει τα απαραίτητα καύσιμα. Η ιδέα είναι να επιλέγουμε τροφές οι οποίες θα αποτρέπουν την πείνα, θα παρέχουν υδατάνθρακες και θα ελαχιστοποιούν τις πιθανές επιπλοκές του εντέρου. Σε γενικές γραμμές, τα φαγητό πρέπει να καταναλωθεί, πολύ πριν καταστεί δυνατή η εκκένωση του στομάχου και η εντερική απορρόφηση. Ένας καλός κανόνας είναι να περιοριστεί το γεύμα πριν από τον αγώνα στις 600-800 θερμίδες και να δώσετε στον εαυτό σας μία ώρα πριν την προπόνηση για κάθε 200 θερμίδες που τρώτε. Για παράδειγμα, 2 φλιτζάνια ρύζι με 2 φλιτζάνια μανιτάρια και τυρί θα πρέπει να καταναλωθούν 4 ώρες πριν από την προπόνηση. Ένα μικρότερο γεύμα 200 θερμίδων, όπως ένα μπολ δημητριακών ή ένα κουλούρι με χυμό θα καταναλώνονται μεταξύ 1 με 2 ώρες πριν από την έναρξη. Η σωστή χρονική στιγμή είναι ιδιαίτερα σημαντική για δραστηριότητες όπως το τρέξιμο, ο χορός, το κολύμπι και λιγότερο κρίσιμη σε αθλήματα όπως η ποδηλασία. Οι αθλητές που έχουν «νευρικό στομάχι» πριν από τον αγώνα μπορούν να προτιμήσουν γεύματα σε υγρή μορφή όπως αλεσμένα φρούτα με γιαούρτι σόγιας που είναι πιο υποφερτά. Το γεύμα πριν τον αγώνα είτε είναι σε υγρή μορφή είτε σε στερεή θα πρέπει να είναι πλούσιο σε υδατάνθρακες, χαμηλό σε λίπος, πρωτεϊνες, αλάτι, απλά σάκχαρα και ίνες. Δημητριακά, φέτες μπανάνας, γάλα ή χυμό, τυρί με φρέσκα φρούτα, πλιγούρι βρώμης με φρούτα ή ψημένη πατάτα που ολοκληρώνεται με γιαούρτι σόγιας και λαχανικά είναι καλές επιλογές. Πολύ πρωτεΐνη, φυτικές ίνες ή λίπος πριν από τον αγώνα μπορεί να οδηγήσει σε καούρες, ναυτία και διάρροια στις περισσότερες των περιπτώσεων.

Γεύμα αποκατάστασης

Η χρονική λήψη και η σύσταση του προτεινόμενου γεύματος ή σνακ μετά την άσκηση εξαρτάται από τη διάρκεια και την έντασή της. Ο ακριβής χρόνος πρόσληψης του γεύματος επηρεάζει τη σύνθεση του γλυκογόνου και τη μυϊκή ανάπτυξη στο χρονικό διάστημα μετά την άσκηση. Ένα γεύμα με υψηλή περιεκτικότητα σε υδατάνθρακες υψηλού γλυκαιμικού δείκτη και πρωτεΐνη πρέπει να προσλαμβάνεται το συντομότερο δυνατόν μετά τη λήξη της άσκησης. Δύο προτεινόμενα γεύματα μετά την άσκηση που να καλύπτουν τις ανάγκες σε πρωτεΐνη και υδατάνθρακές είναι:

α) Γιαούρτι ή γάλα σόγιας ή τυρί ή τοφού ή κεφίρ με 1 φρούτο και αμύγδαλα ή φρυγανιά με μέλι και ταχίνι.

β) Ρύζι με μανιτάρια και λουκάνικα σόγιας ή αυγά με τοφού και λαχανικά με ελαιόλαδο.

Συμπερασματικά η χορτοφαγική δίαιτα αποτελεί μια καλή επιλογή για αθλούμενους και για αθλητές αντοχής, αλλά χρειάζεται μεγάλη προσοχή και αρκετή γνώση ώστε να εξασφαλίζεται η πρόσληψη όλων των θρεπτικών συστατικών. Σε καμιά περίπτωση όμως δεν μπορεί να ισχυριστεί κάποιος ότι είναι απαγορευτική γι’ αυτούς ή για οποιονδήποτε ασκούμενο με αυξημένες ενεργειακές ανάγκες.

Categories Έλεγχος Βάρους/Απώλεια λίπους

Η σημασία των ψαριών στη διατροφή μας

Τα ψάρια αποτελούν μία από τις σημαντικότερες τροφές τη διατροφική αξία των οποίων είχαν ανακαλύψει εδώ και χιλιάδες χρόνια οι λαοί της Μεσογείου. Σημαντικό ρόλο έπαιξαν επίσης και στην ελληνική διατροφή αλλά και παράδοση κάτι το οποίο είναι λογικό αν σκεφθεί κανείς την εύκολη πρόσβαση στη θάλασσα των κατοίκων της και την αφθονία που παρείχε αυτή για την κάλυψη των διατροφικών τους αναγκών. Σήμερα η αξία τους αναγνωρίζεται και επιστημονικά κάνοντάς τα μία από τις βασικότερες τροφές για τη διατήρηση της καλής υγείας.

Υψηλή διατροφική αξία

Τα ψάρια παρέχουν στον οργανισμό πρωτεΐνες υψηλής βιολογικής αξίας που είναι απαραίτητες για τη δόμηση των ιστών και την αποκατάσταση των φθορών τους, ενώ περιέχουν όλα τα είδη των λιπών (μονοακόρεστα, πολυακόρεστα και κορεσμένα). Αποτελούν επίσης πηγή πολλών βιταμινών, όπως είναι οι λιποδιαλυτές βιταμίνες (A, D, E, K), αλλά και οι υδατοδιαλυτές βιταμίνες του συμπλέγματος Β (όπως η Β1, η Β2 και η Β12) οι οποίες είναι σημαντικές τόσο για το μεταβολισμό των βασικών διατροφικών στοιχείων, όσο και για την υγεία του νευρικού συστήματος και των ερυθρών αιμοσφαιρίων.

Τέλος, τα ψάρια προσφέρουν πολύτιμα μέταλλα όπως ασβέστιο και φώσφορο, τα οποία – μαζί με τη βιταμίνη D – βοηθούν στην καλύτερη δόμηση των δοντιών και των οστών. 

Υπερέχουν

Η φήμη ότι το κρέας των ψαριών υστερεί έναντι του κρέατος των θηλαστικών είναι εντελώς αβάσιμη. Τα ψάρια, όχι μόνο είναι εφάμιλλα σε βιολογική αξία, αλλά υπερτερούν σε μερικά σημεία (παρουσιάζουν π.χ. υψηλή περιεκτικότητα σε ιώδιο, ασβέστιο, φώσφορο, βιταμίνες Α και D και σε πρωτεΐνες μεγάλης βιολογικής αξίας).

Παράλληλα, το κρέας των ψαριών είναι πιο εύπεπτο από το κρέας των θηλαστικών, προσφέροντας εξίσου εκλεκτές γεύσεις.

Η βιοχημική σύνθεση των αλιευμάτων ποικίλλει όχι μόνο ανάμεσα στα είδη, αλλά και ανάμεσα σε άτομα ή ομάδες ίδιου είδους, γεγονός που οφείλεται στη γεωγραφική τους κατανομή, τη φυσικοχημική σύσταση του νερού στο οποίο ζουν, την εποχή, την ηλικία, το μέγεθός τους κ.λ.π.

Η σάρκα των αλιευμάτων και κυρίως των ψαριών χαρακτηρίζεται από υψηλή περιεκτικότητα πρωτεϊνών, εξαιρετική ποικιλία λιπών, ικανές ποσότητες βιταμινών, σημαντική ποσότητα ανόργανων αλάτων – κατά κανόνα μεγαλύτερη από την αντίστοιχη του κρέατος θηλαστικών και πτηνών – και νερό. Το νερό στη σάρκα των ψαριών είναι «βιολογικό νερό» και υπερτερεί σε αξία για τον ανθρώπινο οργανισμό από το αντίστοιχο φυσικό, πόσιμο νερό.

Τα θαλασσινά ψάρια είναι πιο θρεπτικά από εκείνα του γλυκού νερού, ενώ το αντίθετο ισχύει για την πεπτικότητά τους. Η περιεκτικότητα των αλιευμάτων σε νερό κυμαίνεται γενικά από 60% έως 90% και είναι αντιστρόφως ανάλογη της περιεκτικότητάς τους σε λίπος.

Η κύρια κατηγοριοποίηση των ψαριών γίνεται με βάση την περιεκτικότητά τους σε λίπος, η οποία τα διαχωρίζει σε:

Λιπαρά ψάρια:

Έχουν λίπος πάνω από 8%. Χαρακτηριστικά ψάρια της κατηγορίας είναι η σαρδέλα, ο σολομός, τα χέλια, ο τόνος κ.ά.

Ημιλιπαρά ψάρια:

Το λίπος τους κυμαίνεται μεταξύ 3% και 8%. Το σκουμπρί, ο κέφαλος και η ρέγγα είναι ψάρια αυτής της κατηγορίας.

Άπαχα ψάρια:

Το λίπος τους είναι μικρότερο του 3%. Τέτοια ψάρια είναι η γλώσσα, η τσιπούρα, ο βακαλάος, η πέρκα κ.ά.

Κατηγορίες ψαριών

Νερό (%)

Πρωτεΐνες (%)

Λίπη (%)

Τέφρα (%)

Λιπαρά

68,6

20

10

1,4

Ημιλιπαρά

77,2

19

2,5

1,3

Άπαχα

81,8

16,4

0,5

1,3

Οξέα, τα πολύτιμα συστατικά

Τα λίπη των θαλασσινών ψαριών είναι πλούσια σε πολυακόρεστα λιπαρά οξέα, όπως τα Ω-3 τα οποία συμβάλλουν στη μείωση της χοληστερίνης και των τριγλυκεριδίων, εξασφαλίζοντας με αυτόν τον τρόπο την υγεία της καρδιάς και των αγγείων και, κατά συνέπεια, μακροζωία, καθώς μειώνουν τις πιθανότητες θρομβώσεων και εμφραγμάτων.

Συνεπώς, η καταλυτική σημασία των ψαριών στη μείωση των επιπέδων των λιπιδίων στον ανθρώπινο οργανισμό και στην αντίστοιχη ελάττωση των κρουσμάτων αθηροσκλήρωσης, τα καθιστά υπερπολύτιμη τροφή.

Χάρη στα συγκεκριμένα οφέλη οι διεθνείς οργανισμοί προτείνουν πως τα ψάρια, ειδικότερα τα λιπαρά, καλό θα είναι να καταναλώνονται 2 φορές την εβδομάδα.

Κρύβουν κινδύνους;

Τελευταία ακούγονται πολύ συχνά ανησυχίες σχετικά με τις συνέπειες στην υγεία λόγω του φορτίου των βαρέων μετάλλων και άλλων χημικών που μπορούν να «μεταφέρουν» τα λιπαρά ψάρια, και ιδιαίτερα ο σολομός.

Ειδικότερα, μελέτες έχουν δείξει πως συγκεκριμένα είδη ψαριών μπορεί να είναι επιμολυσμένα με μεθυλυδράργυρο, διοξίνες και πολυχλωριωμένα διφαινύλια (methylmercury, dioxins and polychlorinated biphenyls, PCBs). Αναφορά του 2003 από την Ομάδα Εργασίας για το Περιβάλλον στις ΗΠΑ (Environmental Working Group) αποκάλυψε πως ο σολομός που εκτρέφεται στην περιοχή περιέχει πολύ υψηλές ποσότητες των τοξικών PCBs.

Στον αντίποδα βρίσκονται τα αποτελέσματα μελέτης της Σχολής Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου του Harvard, σύμφωνα με την οποία τα οφέλη για την υγεία που προέρχονται από την κατανάλωση είτε φρέσκου είτε εκτρεφόμενου σολομού, ξεπερνούν κατά πολύ τους πιθανούς κινδύνους. Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με τον αναπληρωτή καθηγητή Eric Rimm που διεξήγαγε την έρευνα, τα οφέλη είναι 300-1000 φορές περισσότερα από τους κινδύνους, κάτι που οφείλεται κατά κύριο λόγο στην πρόσληψη των ω-3 λιπαρών.

Τα ευχάριστα νέα αφορούν και για τη Μεσόγειο καθώς τα λιπαρά ψάρια που αλιεύονται σε αυτήν (όπως η σαρδέλα, η τσιπούρα, το φαγκρί, το μπαρμπούνι, ο κολιός, η γόπα κ.ά.) έχουν μικρότερη διάρκεια ζωής με αποτέλεσμα να έχουν λιγότερες πιθανότητες να αποθηκεύσουν υψηλές ποσότητες τοξικών ενώσεων.

Σημαντικό ρόλο στη λήψη των ω-3 λιπαρών οξέων είναι και ο τρόπος μαγειρέματος των ψαριών τα οποία είναι καλύτερο να καταναλώνονται ψητά ή βραστά. Το τηγάνισμα καταστρέφει ένα μεγάλο μέρος αυτών των πολύτιμων για την υγεία λιπαρών οξέων γι’ αυτό καλό θα είναι να αναθεωρήσετε τις προτιμήσεις σας.

Eco friendly

Η κατανάλωση μιας ποικιλίας διαφορετικών ειδών ψαριών εκτός από την υγεία είναι ευεργετική και για το περιβάλλον. Με αυτόν τον τρόπο περιορίζεται η πιθανότητα να προκληθεί τοξικότητα στο άτομο από την αποκλειστική κατανάλωση ενός συγκεκριμένου είδους ψαριού, ενώ παράλληλα οι συνέπειες για το οικοσύστημα δεν είναι τόσο καταστροφικές όσο στην περίπτωση εκείνη όπου ο καθένας καταναλώνει ένα συγκεκριμένο μόνο είδος ψαριού.

Categories Αθλητική Διατροφή

Αλκοόλ και αθλητική απόδοση

Eίναι γενικά γνωστό πως η μικρή κατανάλωση αλκοόλ θεωρείται ευεργετική για την υγεία, ενώ η υπέρμετρη κατανάλωσή του είναι επιβλαβής. Στην πραγματικότητα, όμως, τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά, καθώς κάθε άνθρωπος είναι μία ξεχωριστή οντότητα, με τη δική του προσωπικότητα, δικές του συνήθειες αλλά και με εξατομικευμένα βιολογικά χαρακτηριστικά.

Έτσι σύμφωνα με τα παραπάνω προκύπτει το συμπέρασμα ότι η οδηγία σχετικά με την κατανάλωση αλκοόλ για ένα νέο αθλητή ηλικίας 25 ετών δεν μπορεί να είναι η ίδια με ένα ηλικιωμένο άτομο με παράγοντες καρδιαγγειακού κινδύνου. Βέβαια σε όλες τις περιπτώσεις τίθεται το εξής ερώτημα: Ποια μορφή αλκοόλ μπορούμε να καταναλώσουμε; Είναι όλα τα αλκοολούχα ποτά ίδια;

Σε γενικές γραμμές, τα αλκοολούχα ποτά υπάρχουν σε διαφορετικές μορφές και περιέχουν ποικίλες συγκεντρώσεις αιθανόλης. Μία δόση αλκοόλ ορίζεται ως 10-15 γρ. αιθανόλης, που περιέχονται σε ένα μπουκάλι μπύρας (350 ml), 2 ποτήρια κρασί (ποτήρια του κρασιού), ή 40 ml Ουίσκυ (μισή δόση).

Ο μεταβολισμός της αιθανόλης (αλκοόλ) γίνεται κυρίως στο ήπαρ, όπου οξειδώνεται πρώτα σε ακεταλδεΰδη και στην συνέχεια σε οξικό οξύ. Η παραγόμενη ακεταλδεΰδη, η οποία μεταβολίζεται μέσα στα ηπατικά κύτταρα, θεωρείται ως υπεύθυνη για τις αρνητικές επιδράσεις του αλκοόλ. Ο ρυθμός κάθαρσης της αιθανόλης από το ήπαρ διαφοροποιείται σημαντικά από άτομο σε άτομο και εξαρτάται κυρίως από την ποσότητα του αλκοόλ που καταναλώθηκε και τις συνήθειες κατανάλωσης αλκοόλ. Ο ρόλος της άσκησης στον ρυθμό μεταβολισμού της αιθανόλης δεν έχει αποσαφηνιστεί επαρκώς, καθώς αμφιλεγόμενα δεδομένα έχουν αναφερθεί από διάφορες μελέτες. Αυτό που αποτελεί γεγονός όμως, είναι ότι στην περίπτωση που τα αποθέματα ηπατικού γλυκογόνου είναι μειωμένα, λόγω του συνδυασμού άσκησης και χαμηλής πρόσληψης υδατανθράκων, το ήπαρ δεν θα είναι ικανό να διατηρήσει σταθερά τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα, με αποτέλεσμα την εμφάνιση υπογλυκαιμίας.

Έξι μόλις λεπτά αρκούν για να φθάσει το αλκοόλ στον εγκέφαλο, σύμφωνα με μια νέα γερμανική επιστημονική έρευνα, που επίσης διαπίστωσε ότι στο συγκεκριμένο θέμα δεν υπάρχει καμία διαφορά μεταξύ των δύο φύλων: οι εγκέφαλοι ανδρών και γυναικών αντιδρούν με τον ίδιο γρήγορο τρόπο στην κατανάλωση αλκοόλ.

Η έρευνα, με την χρήση μαγνητικής φασματοσκοπίας, έγινε από ερευνητές του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου της Χαϊδελβέργης υπό τον Αρμίν Μπίλερ και δημοσιεύτηκε στο ιατρικό περιοδικό «Journal of Cerebral Blood Flow and Metabolism».

Όπως διαπίστωσαν οι Γερμανοί επιστήμονες, μόνο έξι λεπτά μετά την κατανάλωση μιας ποσότητας αλκοόλ ισοδύναμης με τρία ποτήρια μπίρας ή δύο ποτήρια κρασιού, που οδηγούν σε επίπεδο αλκοόλ στο αίμα της τάξης του 0,05% – 0,06%, έχουν ήδη λάβει χώρα αλλαγές στα εγκεφαλικά κύτταρα.

Σύμφωνα με τους ερευνητές, ο εγκέφαλος «αξιοποιεί» το αλκοόλ αντί για τη συνήθη γλυκόζη που χρησιμοποιεί για τις μεγάλες ενεργειακές ανάγκες του. Παράλληλα, παρατηρήθηκε ότι η επιβλαβής επίδραση του αλκοόλ αρχίζει σχεδόν αμέσως μετά την κατανάλωση, καθώς εξαιτίας του μειώνονται ουσίες όπως η κρεατίνη (εμπλέκεται στο μεταβολισμό της ενέργειας και στην προστασία των κυττάρων) και η χολίνη (συστατικό των κυτταρικών μεμβρανών), μια ένδειξη ότι το αλκοόλ πυροδοτεί μεταβολές στη σύνθεση των μεμβρανών των κυττάρων.

Είναι τελικά επιβλαβής για τον εγκέφαλο όλη η κατανάλωση αλκοόλ; Σύμφωνα με τη γερμανική έρευνα, την επόμενη μέρα μετά από μέτρια κατανάλωση αλκοόλ, οι αλλαγές στο μεταβολισμό των εγκεφαλικών κυττάρων των υγιών ατόμων έχουν πλήρως αποκατασταθεί. Όμως όσο αυξάνεται σε ποσότητα και με το πέρασμα του χρόνου η κατανάλωση αλκοόλ, μειώνεται σταδιακά η ικανότητα του εγκεφάλου να αποκαθιστά τις συνέπειες του αλκοόλ, ενώ στις ακραίες περιπτώσεις των χρόνιων αλκοολικών ο εγκέφαλος υφίσταται μόνιμες βλάβες.

Παλαιότερα, πολλοί αθλητές κατανάλωναν σκόπιμα αλκοόλ αμέσως πριν ή και κατά την διάρκεια της άσκησης, θεωρώντας ότι μια τέτοια πρακτική μπορεί να βελτιώσει την απόδοσή τους. Πίστευαν ότι το αλκοόλ μειώνει την ευαισθησία στο πόνο και αυξάνει την αυτοπεποίθηση. Κάποιες επιδράσεις στο καρδιοκυκλοφορικό σύστημα θεωρούνταν ότι μειώνουν το τρέμουλο και το συναισθηματικό στρες, παράγοντες οι οποίοι είναι βασικής σημασίας στα αθλήματα στα οποία απαιτείται ο ακριβής έλεγχος των κινήσεων. Για τον λόγο αυτό, αν και το αλκοόλ δεν ανήκει πλέον στην γενική λίστα των ουσιών doping της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής, εντούτοις εξακολουθεί να θεωρείται ως απαγορευμένη ουσία σε κάποια αθλήματα, όπως η ξιφασκία και η σκοποβολή.

Η μελέτη των επιδράσεων της κατανάλωσης αλκοόλ στον μεταβολισμό κατά την άσκηση και στην αθλητική απόδοση παρουσιάζει αρκετές δυσκολίες. Το θέμα αυτό συνοψίζεται στην σχετική επίσημη θέση του Αμερικάνικου Κολεγίου Αθλητικής Ιατρικής που εκδόθηκε το 1982. Το συμπέρασμα είναι ότι η αιθανόλη δεν συνεισφέρει σε σημαντικό βαθμό στην παραγωγή ενέργειας κατά την διάρκεια της άσκησης, ενώ σε περιπτώσεις παρατεταμένης άσκησης μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο εμφάνισης υπογλυκαιμίας.

Επίσης, όταν η άσκηση γίνεται σε ψυχρό περιβάλλον μπορεί να παρατηρηθεί μια αύξηση της απώλειας θερμότητας από το σώμα και μια μείωση της θερμοκρασίας του σώματος. Επομένως, η κατανάλωση αλκοόλ κατά την άσκηση έχει ενδεχομένως αρνητικές επιδράσεις στην θερμορύθμιση, κάτι το οποίο με την σειρά του μειώνει την αντοχή και βλάπτει την αθλητική απόδοση. Επιπλέον, επειδή το αλκοόλ επηρεάζει σε σημαντικό βαθμό τον μεταβολισμό των υδατανθράκων, είναι πιθανό η πρόσληψη μετά την άσκηση να βλάπτει την διαδικασία αποκατάστασης των αποθεμάτων γλυκογόνου.

Παρακάτω δίνουμε κάποιες οδηγίες για τη συνετή κατανάλωση αλκοόλ από τους αθλητές:

1. Η κατανάλωση ή όχι αλκοόλ είναι μια καθαρά προσωπική απόφαση. Ωστόσο, τόσο η υγεία, όσο και η αθλητική απόδοση δε θα επηρεαστούν από μια συνετή κατανάλωση.

2. Οι οδηγίες για την πρόσληψη αλκοόλ στον γενικό πληθυσμό είναι περίπου 2 μικρά ποτήρια την ημέρα για τους άνδρες και 1 μικρό ποτήρι την ημέρα για τις γυναίκες.

3. Το αλκοόλ παρέχει σημαντικά ποσά ενέργειας, αλλά καθόλου θρεπτικά συστατικά. Κατά συνέπεια, οι αθλητές που επιθυμούν να μειώσουν το σωματικό τους λίπος θα πρέπει να απέχουν πλήρως από την κατανάλωση αλκοόλ.

4. Η πρόσληψη αλκοόλ αμέσως πριν ή κατά την διάρκεια της άσκησης δεν βελτιώνει την αθλητική απόδοση. Σε κάποιους αθλητές μπορεί να επηρεάσει αρνητικά την απόδοση, ιδιαίτερα αν το άθλημα απαιτεί κρίση και ψυχοκινητικές δεξιότητες.

5. Η υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ είναι πιθανό να επηρεάζει την διαδικασία της ανάνηψης μετά την άσκηση. Συγκεκριμένα, η κατανάλωση αλκοόλ κατά την ανάνηψη μπορεί να βλάψει την επανυδάτωση, την αναπλήρωση των αποθεμάτων γλυκογόνου και την αποκατάσταση τραυματισμών στους μαλακούς ιστούς. Σε περίπτωση τραυματισμού, ο αθλητής θα πρέπει να απέχει από την κατανάλωση αλκοόλ για τουλάχιστον 24 ώρες μετά το συμβάν.

6. Κάθε αθλητής θα πρέπει να δίνει ιδιαίτερη σημασία στην διαδικασία επανυδάτωσης μετά την άσκηση, η οποία θα πρέπει να γίνεται με ποσότητες υγρών μεγαλύτερες από αυτές που χάνονται. Τα αλκοολούχα ποτά που περιέχουν αλκοόλ σε συγκεντρώσεις μεγαλύτερες από 2% δεν συνιστώνται για την επανυδάτωση.

7. Πριν την κατανάλωση οποιασδήποτε ποσότητας αλκοόλ μετά την άσκηση, θα πρέπει να καταναλωθεί ένα γεύμα ή ένα σνακ το οποίο να είναι πλούσιο σε υδατάνθρακες, έτσι ώστε να αναπληρωθούν τα αποθέματα του μυϊκού γλυκογόνου. Η πρόσληψη τροφής θα συμβάλλει και στην μείωση του ρυθμού απορρόφησης του αλκοόλ, μειώνοντας έτσι την υπερβολική αύξηση των επιπέδων του στο αίμα.

Eνδεικτικά αναφέρονται οι θερμίδες και η περιεκτικότητα σε αλκοόλ ανά μερίδα σερβιρίσματος των ποτών που καταναλώνονται σε χώρους ψυχαγωγίας:

Ποτό

Ποσότητα σερβιρίσματος (ml)

Αλκοόλ (γρ.)

Θερμίδες

Μπίρα (4%)

250

10

107

Οινοπνευματώδη με 40% αλκοόλ (τζιν, ρούμι, ουίσκι, βότκα)

45

14

100

Κρασί λευκό ξηρό (9%)

120

11

80

Κρασί κόκκινο ή ροζέ (10%) 

120

12

85

Σαμπάνια (10%) 

120

12

100

Γλυκό τσέρι, μοσχάτο κρασί (15%)

60

9

90

Λικέρ (30%)

45

13

160

Daiquiri (25%)

60

14

111

Martini (31%)

75

22

156

 

Categories Έλεγχος Βάρους/Απώλεια λίπους

Πώς να απεξαρτηθείτε από τη ζάχαρη

Για πολλούς τα γλυκά και η κατανάλωση επεξεργασμένων τροφίμων με ζάχαρη είναι μέρος της ρουτίνας τους σε βαθμό εξάρτησης.

Αυτό δεν αποτελεί έκπληξη δεδομένου ότι η ζάχαρη θεωρείται ότι διεγείρει τα κέντρα ευεξίας του εγκεφάλου και επηρεάζει τις ορμόνες του στρες κατά τρόπο, ώστε να περιορίζεται προσωρινά το άγχος και η υπερένταση.

Όμως η κατανάλωση μεγάλων ποσοτήτων ζάχαρης συνδέεται με σημαντικά προβλήματα υγείας, όπως η παχυσαρκία, η υψηλή αρτηριακή πίεση, η ινσουλινοαντίσταση και άλλες διαταραχές του καρδιαγγειακού συστήματος.

Πώς λοιπόν θα περιορίστε αυτήν την «κακή» σας συνήθεια.

• Ξεκινήστε με την απομάκρυνση των επεξεργασμένων τροφίμων που έχουν πολύ ζάχαρη από την κουζίνα σας. Δημιουργήστε μενού που περιλαμβάνουν μια ποικιλία από φρούτα, λαχανικά, καθαρές πρωτεϊνες και δημητριακά ολικής αλέσεως. Η υγιεινή, ισορροπημένη διατροφή θα πρέπει να σας κρατήσει χορτάτους και να περιορίσει την ανάγκη σας για ζάχαρη. Συμπεριλάβετε το πόσιμο νερό στην καθημερινότητά σας, για να σας δώσει μια αίσθηση πληρότητας, όταν νομίζετε ότι επιθυμείτε να καταναλώσετε κάτι γλυκό.

Επιλέξτε, υγιεινά σνακ, όπως τα καρύδια ή τα αμύγδαλα ή ακόμα κάποιο γαλακτοκομικό τα οποία είναι ικανοποιητικά και περιέχουν πρωτεϊνες και υγιεινά λιπαρά.

 

• Τρώτε πολλά, μικρά γεύματα. Αντί για ένα ή δύο μεγάλα γεύματα την ημέρα, τρώτε τέσσερα ή πέντε μικρά. Κάθε γεύμα να περιλαμβάνει ένα συνδυασμό υδατανθράκων, πρωτεϊνών, υγιεινών λιπαρών. Αυτό βοηθά στη σταθεροποίηση των επιπέδων σακχάρου στο αίμα και στην αποφυγή έντονης πείνας που σας κάνει να επιθυμείτε κυρίως κάτι γλυκό. Ξεκινήστε την ημέρα σας με ένα υγιεινό πρωινό, ώστε να μην μπαίνετε στον πειρασμό να καταναλώνετε κάποιο σνακ πλούσιο σε ζάχαρη κατά το μεσημέρι.

Δοκιμάστε γιαούρτι με χαμηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά ή φυτικό βούτυρο πάνω σε κράκερ ολικής αλέσεως.

• Τρώτε φρούτα. Τα φρούτα μπορούν όχι μόνο να ικανοποιήσουν την επιθυμία σας για γλυκό, αλλά παρέχουν στη διατροφή σας βιταμίνες, αντιοξειδωτικά και φυτικές ίνες. Τα φρούτα είναι χαμηλά σε γλυκαιμικό δείκτη και τα φρούτα που περιέχουν λιγότερο από μια κουταλιά ζάχαρη είναι τα ροδάκινα, τα αχλάδια, τα μήλα, τα πορτοκάλια, τα βερίκοκα και τα μάγκο. Επιλέξτε ολόκληρα φρούτα αντί για χυμούς, ώστε να εξασφαλίσετε τα οφέλη των φυτικών ινών.

• Ελέγξτε πού κρύβεται η ζάχαρη. Η ζάχαρη είναι τόσο διαδεδομένη σε επεξεργασμένα τρόφιμα που οι περισσότεροι άνθρωποι δε γνωρίζουν πόση καταναλώνουν. Ψάξτε για τα συστατικά που λήγουν σε «ose» ή «οζη», που είναι η χημική ονομασία για τη ζάχαρη. Για παράδειγμα, όταν βλέπετε φρουκτόζη ή σακχαρόζη ως συστατικό, αυτό είναι ζάχαρη.

Προσπαθήστε να μειώσετε την «κρυφή» ζάχαρη που βρίσκεται σε κονσέρβες φρούτων, σε σιρόπι, σε καρυκεύματα όπως το κέτσαπ και οι σάλτσες για σαλάτες και σε σακχαρώδη προϊόντα γιαουρτιού.

• Ενεργοποιηθείτε. Αντί να δοκιμάσετε ένα γλύκισμα, προτιμήστε να περπατήσετε για 10 λεπτά. Αυτό θα σας αποσπάσει την προσοχή από το γλυκό που επιθυμείτε και θα σας προσφέρει και τα οφέλη της άσκησης. Ποτέ δε είναι αργά να ξεκινήσετε με όποια μορφή άσκησης σας ελκύει. Η άσκηση βοηθά την παραγωγή χημικών ουσιών στον εγκέφαλο που δημιουργούν την ίδια αίσθηση ευεξίας με αυτήν που προκαλείται μετά από την κατανάλωση ζάχαρης.

Στην προσπάθεια αυτή μπορείτε να χάσετε τα κιλά που έχετε πάρει από τον εθισμό σας στη ζάχαρη.