• info@thermida.com
  • Δευτέρα-Τρίτη-Τετάρτη-Παρασκευή:12.30 εως 20.30 |Πέμπτη:09.00 εως 17.00

Αρχείο Κατηγοριών: Κλινική Διατροφή

Categories Κλινική Διατροφή

Γλυκόζη και βιταμίνη c στο αίμα: ποια είναι η σχέση τους και πως επηρεάζουν τον οργανισμό;

1.   Εισαγωγή

Στην ανθρώπινη υγεία, οι ρόλοι που διαδραματίζουν τα επιμέρους θρεπτικά συστατικά συχνά συνεπικουρούν σε ένα πολύπλοκο σύστημα που επηρεάζει τη συνολική μας ευεξία. Πρωταγωνιστικό ρόλο κατέχουν η βιταμίνη C, που φημίζεται για την ενίσχυση του ανοσοποιητικού, και η γλυκόζη αίματος, το βασικό καύσιμο για τα κύτταρά μας. Πέρα από τη μεμονωμένη σημασία τους, υπάρχει μια ενδιαφέρουσα αλληλεπίδραση μεταξύ αυτών των δύο στοιχείων, που διαμορφώνει το τοπίο της μεταβολικής μας υγείας. Αυτό το άρθρο ξεκινά μια εξερεύνηση της συμβιωτικής σχέσης μεταξύ της βιταμίνης C και της γλυκόζης του αίματος, αναδεικνύοντας τις περίπλοκες συνδέσεις αυτών των στοιχείων για μια ολιστική προσέγγιση της υγείας. Καθώς περιηγούμαστε στο διατροφικό αυτό θέμα, θα αναφερθούμε στους πολύπλευρους ρόλους της βιταμίνης C και θα εμβαθύνουμε στον περίπλοκο σύστημα ρύθμισης που διατηρεί τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα, αποκαλύπτοντας τελικά τον βαθύ αντίκτυπο που έχει η αλληλεπίδρασή τους στη συνολική μας υγεία.

2.   Οι βασικοί ρόλοι της βιταμίνης C

Η βιταμίνη C, επιστημονικά γνωστή ως ασκορβικό οξύ, αναδεικνύεται σε διατροφική δύναμη με άμεση επίδραση στη διατήρηση της βέλτιστης υγείας. Πρώτη μεταξύ των ιδιοτήτων της είναι η ικανότητά της ως αντιοξειδωτικό, καταπολεμώντας το οξειδωτικό στρες του οργανισμού. Αυτή η ιδιότητα όχι μόνο ενισχύει το ανοσοποιητικό σύστημα, αλλά χρησιμεύει επίσης ως ασπίδα κατά της κυτταρικής βλάβης, συμβάλλοντας στη συνολική ανθεκτικότητα των βιολογικών μας συστημάτων. Πέρα από την ενίσχυση του ανοσοποιητικού της συστήματος, η βιταμίνη C είναι ο άξονας της σύνθεσης του κολλαγόνου, της δομικής πρωτεΐνης που είναι απαραίτητη για το δέρμα, τα οστά και τα αιμοφόρα αγγεία. Επιπλέον, η ικανότητά της να ενισχύει την απορρόφηση του μη αιμικού σιδήρου από φυτικές πηγές υπογραμμίζει τον κομβικό της ρόλο στην πρόληψη της σιδηροπενικής αναιμίας. Φαίνεται, λοιπόν, ότι η συνεισφορά της βιταμίνης C είναι μεγάλη και η επίδρασή της στην υγεία πολύπλευρη.

3.   Γλυκόζης αίματος και η ρύθμιση του οργανισμού

Στον πυρήνα του συστήματος που διαχειρίζεται την ενέργεια του σώματός μας βρίσκεται η γλυκόζη του αίματος. Αυτό το απλό σάκχαρο, που προέρχεται από τις τροφές που καταναλώνουμε, χρησιμεύει ως η κύρια πηγή ενέργειας για τα κύτταρά μας, τροφοδοτώντας τον περίπλοκο μηχανισμό των λειτουργιών του οργανισμού. Ωστόσο, η ικανότητα του οργανισμού να διατηρεί μια λεπτή ισορροπία στα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα αποτελεί απόδειξη της πολυπλοκότητας των ρυθμιστικών μηχανισμών του. Κεντρικό ρόλο σε αυτή την ισορροπία παίζει η ινσουλίνη, μια ορμόνη που παράγεται από το πάγκρεας και «αναλαμβάνει» την πρόσληψη και την αποθήκευση της γλυκόζης στα κύτταρα. Με αυτόν τον τρόπο διασφαλίζεται ότι η γλυκόζη στο αίμα παραμένει εντός ενός στενού εύρους, ζωτικής σημασίας για την κυτταρική λειτουργία και τη συνολική υγεία. Οι ανισορροπίες αυτής της ρύθμισης, που συχνά συνδέονται με καταστάσεις όπως ο σακχαρώδης διαβήτης, υπογραμμίζουν την κρίσιμη σημασία της κατανόησης της δυναμικής της γλυκόζης του αίματος και των εκτεταμένων συνεπειών όταν διαταράσσεται αυτή η ισορροπία. Παράγοντες του τρόπου ζωής, όπως η ισορροπημένη διατροφή, η τακτική σωματική δραστηριότητα και η σωστή ενυδάτωση, συμβάλλουν στα σταθερά επίπεδα σακχάρου στο αίμα, προάγοντας τη συνολική ευεξία και μειώνοντας τον κίνδυνο μεταβολικών διαταραχών.

4.   Ο αντίκτυπος της έλλειψης βιταμίνης C στη γλυκόζη αίματος

Οι συνέπειες της ανεπάρκειας της βιταμίνης C συμβάλλουν στην ευαίσθητη ισορροπία της ρύθμισης της γλυκόζης του αίματος, προσφέροντας μια απεικόνιση της διασύνδεσης αυτών των δύο στοιχείων. Η έλλειψη βιταμίνης C δεν θέτει σε κίνδυνο μόνο το ανοσοποιητικό σύστημα, αλλά μπορεί επίσης να έχει επιπτώσεις στη μεταβολική υγεία. Μελέτες υποδεικνύουν ότι τα ανεπαρκή επίπεδα βιταμίνης C μπορεί να εμποδίσουν την ικανότητα του οργανισμού να επεξεργάζεται αποτελεσματικά τη γλυκόζη, συμβάλλοντας ενδεχομένως σε διαταραχές των επιπέδων σακχάρου στο αίμα. Επιπλέον, όταν είναι σε έλλειψη η βιταμίνη C, οι αντιοξειδωτικές της ιδιότητες, μπορεί να αφήσουν τα παγκρεατικά κύτταρα ευάλωτα στο οξειδωτικό στρες, παρεμποδίζοντας ενδεχομένως την παραγωγή ινσουλίνης. Αυτή η περίπλοκη αλληλεπίδραση υπογραμμίζει τη σημασία της διατήρησης των βέλτιστων επιπέδων βιταμίνης C για την υποστήριξη όχι μόνο της λειτουργίας του ανοσοποιητικού συστήματος αλλά και των περίπλοκων μηχανισμών που διέπουν τη δυναμική της γλυκόζης στο αίμα.

5.   Διατροφικές πηγές βιταμίνης C και τρόφιμα φιλικά προς τη γλυκόζη του αίματος

Η θρέψη του σώματός μας με μια ολοκληρωμένη διατροφή είναι καθοριστικής σημασίας για την ενίσχυση της σχέσης μεταξύ της βιταμίνης C και της γλυκόζης του αίματος. Τα πλούσια σε βιταμίνη C τρόφιμα γίνονται όχι μόνο πηγή υποστήριξης του ανοσοποιητικού συστήματος αλλά και αναπόσπαστο μέρος μιας διατροφής που ευνοεί τα σταθερά επίπεδα σακχάρου στο αίμα. Τα εσπεριδοειδή, τα μούρα, το μπρόκολο και οι πιπεριές ξεχωρίζουν ως πρωταθλητές στις πηγές της βιταμίνης C. Ο συνδυασμός τους με σύνθετους υδατάνθρακες, τρόφιμα υψηλής περιεκτικότητας σε φυτικές ίνες και άπαχες πρωτεΐνες δημιουργεί μια ισορροπημένη διατροφική προσέγγιση που υποστηρίζει τη ρύθμιση της γλυκόζης στο αίμα. Η ενσωμάτωση αυτών των πλούσιων σε θρεπτικά συστατικά τροφίμων όχι μόνο εξασφαλίζει επαρκή πρόσληψη βιταμίνης C αλλά συμβάλλει, επίσης, στη συνολική διατροφική αρμονία που είναι απαραίτητη για τη διατήρηση της βέλτιστης υγείας.

6.   Συμπέρασμα

Ανακεφαλαιώνοντας, η σχέση μεταξύ της βιταμίνης C και της γλυκόζης στο αίμα αποτελεί μια διασύνδεση στο πλαίσιο των περίπλοκων φυσιολογικών διεργασιών του σώματος. Η βιταμίνη C αναδεικνύεται σε κρίσιμο παράγοντα στο μεταβολισμό της γλυκόζης, επηρεάζοντας τον τρόπο με τον οποίο το σώμα επεξεργάζεται και χρησιμοποιεί αυτή τη βασική πηγή ενέργειας. Οι έρευνες δείχνουν ότι τα επαρκή επίπεδα βιταμίνης C μπορεί να ενισχύσουν την ευαισθησία στην ινσουλίνη, συμβάλλοντας στην αποτελεσματικότερη πρόσληψη γλυκόζης από τα κύτταρα. Επιπλέον, οι αντιοξειδωτικές ιδιότητες της βιταμίνης C μπορεί να προσφέρουν προστατευτικά αποτελέσματα έναντι των βλαβών που προκαλούνται από το οξειδωτικό στρες στα κύτταρα που εκκρίνουν ινσουλίνη στο πάγκρεας. Με τη σειρά τους, τα ισορροπημένα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα επηρεάζουν θετικά την ικανότητα του οργανισμού να απορροφά και να χρησιμοποιεί τη βιταμίνη C. Αυτή η αλληλεπίδραση υπογραμμίζει τη σημασία της διατήρησης ενός ολοκληρωμένου διατροφικού προφίλ, όπου η αρμονική αλληλεπίδραση μεταξύ της βιταμίνης C και της γλυκόζης στο αίμα συμβάλλει στη συνολική υγεία και τη μεταβολική ισορροπία. Καθώς περιηγούμαστε στο έδαφος της διατροφής, του τρόπου ζωής και της επιστημονικής κατανόησης, η επιτακτική ανάγκη καθίσταται σαφής: μια ολιστική προσέγγιση, που περιλαμβάνει διατροφικές επιλογές, τροποποιήσεις στον τρόπο ζωής και ενημερωμένη συμπληρωματική αγωγή όταν είναι απαραίτητο, δίνει τη δυνατότητα στα άτομα να συμμετέχουν ενεργά στη μεταβολική τους ευημερία.

Επιμέλεια Κειμένου:

Αντωνία Βασιλοπούλου, BSc

Διαιτολόγος-Διατροφολόγος

Απόφοιτη Χαροκοπείου Πανεπιστημίου Αθηνών

Categories Κλινική Διατροφή

«Έχω σπαστική κολίτιδα. Πώς θα την αντιμετωπίσω διατροφικά;».

Τι είναι η σπαστική κολίτιδα;

Το σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου (ΣΕΕ – αγγλικά: irritable bowel syndrome – IBS), ή αλλιώς, σπαστική κολίτιδα, είναι μια λειτουργική διαταραχή του εντέρου που χαρακτηρίζεται από χρόνιο κοιλιακό άλγος, κοιλιακή δυσφορία, κοιλιακή διάταση (φούσκωμα) και αλλαγές στις συνήθειες του εντέρου απουσία κάποιας οργανικής νόσου. Μπορεί να εμφανισθεί υπό τη μορφή διάρροιας ή δυσκοιλιότητας ή με εναλλαγή αυτών, ενώ η παθοφυσιολογία του συνδρόμου ευερέθιστου εντέρου είναι ελλιπώς κατανοητή. Ωστόσο, είναι καλά τεκμηριωμένο ότι υπάρχει διαταραγμένη επικοινωνία μεταξύ του εντέρου και του εγκεφάλου, που οδηγεί σε διαταραχές της κινητικότητας, σπλαχνική υπερευαισθησία και αλλοιωμένη επεξεργασία από το κεντρικό νευρικό σύστημα.

Το ΣΕΕ είναι σχετικά συχνό. Στον Δυτικό κόσμο το 10-15% του πληθυσμού εμφανίζει τα συμπτώματα του συνδρόμου. Οι πάσχοντες είναι συνήθως ηλικίας νεότερης των 50 ετών και συχνότερα γυναίκες. Αρκετοί ασθενείς συσχετίζουν τα συμπτώματα με συναισθηματική ένταση (στρεσσογόνα ερεθίσματα), με τη λήψη συγκεκριμένης τροφής και κάποιες γυναίκες με την έμμηνο ρύση.

Ποια τα συμπτώματα;

Με βάση τις συνήθειες του εντέρου διακρίνονται 3 τύποι ΣΕΕ:

  1. με δυσκοιλιότητα (ΣΕΕ-Δυσ),
  2. με διάρροια (ΣΕΕ-Διαρ) ή
  3. με εναλλαγές (ΣΕΕ-εν).

Επιπλέον, στα συμπτώματα μπορεί να περιλαμβάνονται:

  • τυμπανισμός (έντονο φούσκωμα στην περιοχή της κοιλιάς)
  • αυξημένη αποβολή αερίων
  • ερυγές
  • έντονος κοιλιακός πόνος που δεν υποχωρεί ακόμη και μετά την κένωση
  • διαρκής ανάγκη για ούρηση
  • δυσανεξία σε ορισμένες τροφές
  • δυσκολία πέψης και καούρες
  • βλέννα στα κόπρανα

Πως γίνεται η διάγνωση;

Για τη διάγνωση του ΣΕΕ απαιτείται ένας στοιχειώδης έλεγχος για να επιβεβαιωθεί ότι η πάθηση είναι καθαρά λειτουργική και όχι οργανική και να αποκλεισθούν άλλες σοβαρές παθήσεις που μπορεί να εκδηλώνονται με παρόμοια συμπτώματα, όπως π.χ. η κοιλιοκάκη. Παραδοσιακά, η διάγνωση του ΣΕΕ βασίζεται στη θετική αναγνώριση συμπτωμάτων που συσχετίζονται με διάφορα σύνδρομα που σχετίζονται με διαταραχές όπως η διάρροια, η δυσκοιλιότητα, ο χρόνιος κοιλιακός πόνος ή το φούσκωμα.

Στους περισσότερους ανθρώπους, η διάγνωση μπορεί να τεθεί με βάση το κλινικό ιστορικό, εκτός εάν υπάρχουν συμπτώματα που προκαλούν ανησυχία όπως είναι η απώλεια βάρους ή η αιμορραγία από το ορθό ή εάν υπάρχει οικογενειακό ιστορικό φλεγμονώδους νόσου του εντέρου ή κοιλιοκάκης.

Ποιος ο ρόλος της Διατροφής;

Σε πολλούς ασθενείς, τα συμπτώματα πυροδοτούνται από μεγάλα γεύματα ορισμένων τροφών όπως δημητριακά, γαλακτοκομικά, σοκολάτα, πικάντικα και λιπαρά τρόφιμα, ορισμένα φρούτα και λαχανικά, αλκοόλ, καφές, τσάι. Τα τρόφιμα αυτά είναι συχνά υψηλής περιεκτικότητας σε θρεπτικά συστατικά και επομένως δεν είναι σπάνιο να παρατηρούνται διατροφικές ελλείψεις και ανεπάρκειες κατά τη διατροφική αξιολόγηση των ασθενών.

Κρατώντας ένα ημερολόγιο διατροφής και καταγράφοντας την επιδείνωση των συμπτωμάτων οι ασθενείς μπορούν να αναγνωρίσουν την ευαισθησία τους και να αποφύγουν τις αντίστοιχες τροφές.

Ωστόσο, ο ρόλος της διατροφής στη θεραπεία του ΣΕΕ δεν είναι πλήρως κατανοητός. Παρόλο που σπάνια παρατηρείται τροφική αλλεργία, πολλοί ασθενείς πιστεύουν ότι τροφικές δυσανεξίες προκαλούν τα συμπτώματά τους και πολλές φορές τροποποιούν τη δίαιτά τους βάσει πληροφοριών που δέχονται από τον περίγυρό τους και το διαδίκτυο.

Θρεπτικά συστατικά και τρόφιμα που πρέπει να αποφύγετε.

Καφεΐνη

Η καφεΐνη μπορεί να αυξήσει την έκκριση γαστρικού οξέος και την κινητικότητα του εντέρου, για αυτό και θεωρείται ότι δύναται να συμβάλει στην συμπτωματολογία στα άτομα με μεγαλύτερη ευαισθησία και ΣΕΕ.

Πικάντικα τρόφιμα

Η καψαϊκίνη αποτελεί συστατικό των καυτερών πιπεριών και πολλών άλλων πικάντικων τροφίμων. Είναι υπεύθυνη για το αίσθημα καύσου και τον πόνο στο στομάχι που προκαλείται στα υγιή άτομα μετά την ανίχνευση της ουσίας αυτής από συγκεκριμένους υποδοχείς στον πεπτικό σωλήνα. Η έκφραση των υποδοχέων αυτών είναι αυξημένη στα άτομα με σπλαχνική υπερευαισθησία.

Λιπαρά τρόφιμα

Η κατανάλωση γευμάτων υψηλής περιεκτικότητας σε λίπος, όπως τα τηγανιτά και τα τρόφιμα με υψηλή περιεκτικότητα σε βούτυρο φαίνεται να επιτείνει τα συμπτώματα των ασθενών με ΣΕΕ.

 

Διατροφικές συνήθειες 

Τα ακανόνιστα γεύματα, η μειωμένη κατανάλωση φρούτων και λαχανικών, καθώς και η αυξημένη κατανάλωση «πρόχειρου» φαγητού σχετίζεται με αυξημένη πιθανότητα παρουσίας συμπτωμάτων στα άτομα με ΣΕΕ. Η αξιολόγηση των διατροφικών συνηθειών και η ενθάρρυνση για κατανάλωση μίας ισορροπημένης δίαιτας με τακτικά γεύματα

και καλές διαιτητικές πρακτικές, όπως αρκετό χρόνο για το γεύμα, καλή μάσηση της τροφής, αποφυγή λήψης φαγητού αργά τη νύχτα και ενθάρρυνση για ποικιλία τροφίμων ώστε να εξασφαλιστεί θρεπτική επάρκεια είναι οδηγίες που πρέπει να δίνονται σε αυτούς στους ασθενείς.

Τι να προτιμήσετε;

Ζυμώσιμοι υδατάνθρακες

Ολοένα και αυξανόμενο ενδιαφέρον στη διαχείριση των ασθενών με ΣΕΕ παρουσιάζει η εφαρμογή της δίαιτας περιορισμού των ζυμώσιμων υδατανθράκων (στους οποίους περιλαμβάνονται ολιγοσακχαρίτες, δυσακχαρίτες, μονοσακχαρίτες και πολυόλες), γνωστή ως δίαιτα FODMAPs από τα αγγλικά αρχικά του όρου (Fermentable Oligosaccharides, Disaccharides, Monosaccharides, and Polyols). Μία δίαιτα χαμηλής περιεκτικότητας σε FODMAPs περιλαμβάνει την αποφυγή φρουκτόζης, λακτόζης, πολυολών και φρουκτάνων που περιέχονται σε πολλές ομάδες τροφίμων. Επειδή οι διαιτητικοί περιορισμοί που επιβάλλει μία τέτοια δίαιτα είναι πολλοί, είναι πολύ σημαντικό να δίνονται στους ασθενείς λίστες τόσο με τα προς αποφυγή τρόφιμα αλλά και οι εναλλακτικές επιλογές των τροφίμων αυτών.

  • Φρουκτόζη (κάποια φρούτα, μέλι, σιρόπι καλαμποκιού υψηλής περιεκτικότητας σε φρουκτόζη)
  • Λακτόζη (γαλακτοκομικά)
  • Φρουκτάνες (σιτάρι, κρεμμύδι, σκόρδο κ.ά.). Οι Φρουκτάνες είναι γνωστές και ως ινουλίνη.
  • Γαλακτάνια (φασόλια, φακές, όσπρια όπως σόγια κ.ά.)
  • Πολυόλες (γλυκαντικά που περιέχουν σορβιτόλη, μαννιτόλη, ξυλιτόλη, μαλτιτόλη, φρούτα με κουκούτσι όπως αβοκάντο, βερίκοκα, κεράσια, νεκταρίνια, ροδάκινα, δαμάσκηνα κ.ά.)

Τι άλλο πρέπει να προσέξετε

Το αίτιο που προκαλεί το σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου ερευνάται από τους γιατρούς για περισσότερο από δύο αιώνες. Παρά το γεγονός αυτό δεν υπάρχει ακόμα κάποια επιστημονική εξήγηση. Ορισμένοι δηλώνουν ότι προκαλείται από δίαιτα, άλλοι ότι οφείλεται σε διαταραχή στην κινητικότητα του εντέρου, ενώ άλλοι θεωρούν ότι αποτελεί ψυχολογική διαταραχή ή ψυχοφυσιολογικό φαινόμενο.

Δεδομένου ότι δεν υπάρχει σαφής αιτία για το ΣΕΕ η αντιμετώπιση βασίζεται κυρίως στη σωστή ανάλυση του ιστορικού των συμπτωμάτων του ασθενούς και την ηλικία εμφάνισης, ενώ σημαντικό είναι να γνωρίζουμε εάν προηγήθηκε εντερική λοίμωξη. Οι βασικοί άξονες της θεραπείας περιλαμβάνουν την εκπαίδευση των ασθενών σχετικά με την πάθηση, τροποποιήσεις στον τρόπο ζωής, αλλαγές στη διατροφή, φάρμακα και ψυχολογική θεραπεία. Ως αρχική προσέγγιση συνιστάται αλλαγή του τρόπου ζωής με τροποποίηση της δίαιτας και άσκηση. Όταν τα συμπτώματα είναι έντονα χορηγείται φαρμακευτική αγωγή η οποία κατευθύνεται στην αντιμετώπιση του κυρίαρχου συμπτώματος, δυσκοιλιότητας, διάρροιας ή κοιλιακού πόνου.

Σύμφωνα με τις κατευθυντήριες συστάσεις του Βρετανικού Συλλόγου Διαιτολόγων οι βασικές οδηγίες που βοηθούν τους ανθρώπους με σπαστική κολίτιδα περιλαμβάνουν:

  • Ισορροπημένη ένταξη φυτικών ινών στη διατροφή (φρούτα, λαχανικά, δημητριακά και ξηροί καρποί)
  • Επαρκή ενυδάτωση
  • Σε περίπτωση αυξημένης κατανάλωσης καφεΐνης, δοκιμαστικός περιορισμός-επανένταξη εάν επί απουσίας βελτίωσης
  • Περιορισμός της κατανάλωσης τυριού και αγελαδινού γάλακτος
  • Ένταξη φυσικής δραστηριότητας στην καθημερινότητα
  • Αποφυγή του καπνίσματος
  • Καταγραφή των τροφών που πυροδοτούν τα συμπτώματα και αποφυγή τους
  • Περιορισμός μεγάλων ποσοτήτων αλκοόλ και των ανθρακούχων ποτών
  • Λήψη φαρμακευτικής αγωγής
  • Τακτικά γεύματα και ενθάρρυνση για ποικιλία τροφίμων ώστε να εξασφαλιστεί επαρκής και ισορροπημένη πρόσληψη θρεπτικών συστατικών

Συμπερασματικά:

Η κύρια αρχή της διαχείρισης του ΣΕΕ είναι η εξατομίκευση και η σωστή αξιολόγηση. Σε καμία περίπτωση η διατροφική παρέμβαση δεν στηρίζεται στον δια βίου αποκλεισμό ολόκληρων ομάδων τροφίμων, ούτε στον αποκλεισμό από δραστηριότητες της καθημερινότητας. Με την σωστή  ενημέρωση και εκπαίδευση από έναν διαιτολόγο, μπορείτε να αντιμετωπίσετε το ΣΕΕ με μια βιώσιμη και  θρεπτική διατροφή.

Βιβλιογραφία

Camilleri M. Diagnosis and Treatment of Irritable Bowel Syndrome: A Review. JAMA. 2021 Mar 2;325(9):865-877. doi: 10.1001/jama.2020.22532. Erratum in: JAMA. 2021 Apr 20;325(15):1568. PMID: 33651094.

Ford AC, Sperber AD, Corsetti M, Camilleri M. Irritable bowel syndrome. Lancet. 2020 Nov 21;396(10263):1675-1688. doi: 10.1016/S0140-6736(20)31548-8. Epub 2020 Oct 10. PMID: 33049223.

Patel N, Shackelford KB. Irritable Bowel Syndrome. [Updated 2022 Oct 30]. In: StatPearls [Internet]. Treasure Island (FL): StatPearls Publishing; 2023 Jan-. Available from: https://www.ncbi.nlm.nih.gov/books/NBK534810/

Patel N, Shackelford KB. Irritable Bowel Syndrome. 2022 Oct 30. In: StatPearls [Internet]. Treasure Island (FL): StatPearls Publishing; 2023 Jan–. PMID: 30521231.

Mullin GE, Shepherd SJ, Chander Roland B, Ireton-Jones C, Matarese LE. Irritable bowel syndrome: contemporary nutrition management strategies. JPEN J Parenter Enteral Nutr. 2014 Sep;38(7):781-99. doi: 10.1177/0148607114545329. Epub 2014 Aug 1. PMID: 25085503.

Cozma-Petruţ A, Loghin F, Miere D, Dumitraşcu DL. Diet in irritable bowel syndrome: What to recommend, not what to forbid to patients! World J Gastroenterol. 2017 Jun 7;23(21):3771-3783. doi: 10.3748/wjg.v23.i21.3771. PMID: 28638217; PMCID: PMC5467063.

Hadjivasilis A, Tsioutis C, Michalinos A, Ntourakis D, Christodoulou DK, Agouridis AP. New insights into irritable bowel syndrome: from pathophysiology to treatment. Ann Gastroenterol. 2019 Nov-Dec;32(6):554-564. doi: 10.20524/aog.2019.0428. Epub 2019 Oct 22. PMID: 31700231; PMCID: PMC6826071.

Επιμέλεια Κειμένου:

Αντωνία Βασιλοπούλου, BSc

Διαιτολόγος-Διατροφολόγος

Απόφοιτη Χαροκοπείου Πανεπιστημίου Αθηνών

 

 

Categories Κλινική Διατροφή

Η σημασία της διατροφής στις νευρολογικές διαταραχές

Είναι, πλέον, κατανοητό ότι η διατροφή μπορεί να επηρεάσει τη νευρολογική λειτουργία. Από τη μία πλευρά, φαίνεται ότι η προσκόλληση σε μια δυτικού τύπου διατροφή, με υψηλή περιεκτικότητα σε κορεσμένα λιπαρά, σε ζάχαρη και σε επεξεργασμένα τρόφιμα, μπορεί να επηρεάζει αρνητικά τη γνωστική λειτουργία και τη μνήμη, επειδή συνδέεται με αυξημένο οξειδωτικό στρες, φλεγμονή και μιτοχονδριακή δυσλειτουργία. Από την άλλη πλευρά, ορισμένα διατροφικά μοντέλα παρουσιάζουν αντιοξειδωτικές και αντιφλεγμονώδεις ιδιότητες που ευνοούν τη γνωστική λειτουργία και τη μνήμη. Επιπλέον, αν και οι νευρολογικές παθήσεις, όπως η επιληψία, η σκλήρυνση κατά πλάκας και η μετά-τραυματική εγκεφαλική δυσλειτουργία έχουν διαφορετικά γνωρίσματα, όλες τους παρουσιάζουν αυξημένο οξειδωτικό στρες, φλεγμονή και διαταραγμένο ενεργειακό μεταβολισμό. Συνεπώς, η διατροφική αντιμετώπιση αυτής της παθολογίας, σε συνδυασμό με τη φαρμακευτική αγωγή, μπορεί να βελτιώσει, να επιδιορθώσει και να ευνοήσει την ανάπτυξη της νευρολογικής λειτουργίας. Η διατήρηση της φυσιολογικής γνωστικής λειτουργίας παίζει καθοριστικό ρόλο στις κοινωνικές σχέσεις, τις καθημερινές δραστηριοτήτες και στην ποιότητας ζωής. Η κατανόηση των πτυχών της διατροφής που έχουν αποδεδειγμένο θεραπευτικό όφελος, είτε μέσω της πρόληψης είτε μέσω της αποκατάστασης των γνωστικών απωλειών, είναι χρήσιμη για όσους αντιμετωπίζουν νευρολογικές διαταραχές.

Δίαιτα ενεργειακού περιορισμού

Ο θερμιδικός περιορισμός σε περιπτώσεις όπου χρειάζεται να εφαρμοστεί, φαίνεται αποτελεσματικός στην αντιμετώπιση των επιληπτικών κρίσεων και πιο πρόσφατα αναγνωρίστηκε ως ένα πιθανό μέσο για την αύξηση του προσδόκιμου ζωής και τη μείωση της συχνότητας διαταραχών που σχετίζονται με την ηλικία και τον τρόπο ζωής, όπως ο διαβήτης, ο καρκίνος και η καρδιαγγειακή νόσος. Ο περιορισμός μπορεί να επιτευχθεί με συνολική μείωση της ημερήσιας θερμιδικής πρόσληψης κατά 30% έως 40%. Παρόμοιοι μηχανισμοί φαίνονται να υποστηρίζουν τους νεύρο-προστατευτικούς μηχανισμούς του θερμιδικού περιορισμού και της κετογονικής δίαιτας, που ίσως να μπορούσε να στηριχθεί η μείωση της παθολογίας στη νόσο του Αλτσχάιμερ, του Parkinson, του ισχαιμικού αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου και της σκλήρυνσης κατά πλάκας. Συνολικά, υπάρχουν αυξανόμενες ενδείξεις ότι ο θερμιδικός περιορισμός, όπου είναι αναγκαίος, μπορεί να βελτιώσει τη μακροζωία και την υγεία, και ίσως τη γνωστική λειτουργία.

Διατροφή με αυξημένα επίπεδα πολυφαινόλων

Οι πολυφαινόλες είναι φυσικές ενώσεις που βρίσκονται σε φυτικές τροφές. Προτείνονται στις νευρολογικές διαταραχές, λόγω των αντιοξειδωτικών και αντιφλεγμονωδών ιδιοτήτων τους. Παρόλο που πολλές από τις μελέτες συμπληρωμάτων προτείνουν συγκεντρώσεις που θα ήταν δύσκολο να επιτευχθούν αποκλειστικά μέσω της διατροφής, υπάρχουν μελέτες που υποδηλώνουν ότι η διατροφική κατανάλωση πολυφαινολών σε επίπεδα >600 mg/d ή >495 mg/d μπορούν να βελτιώσουν τη γνωστική λειτουργία. Αυτές οι ποσότητες είναι εφικτό να καλυφθούν μέσω της διατροφής, καταναλώνοντας 200-300mg πολυφαινολών ανά 100g φρούτων (π.χ. σταφύλια, μήλα, σκούρα μούρα) ή 100mg πολυφαινολών ανά φλιτζάνι τσάι ή  καφέ.

Μεσογειακή διατροφή

Η μεσογειακή διατροφή περιλαμβάνει πολλούς από τους ωφέλιμους διαιτητικούς παράγοντες που περιγράφονται παραπάνω για την αντιμετώπιση των νευρολογικών διαταραχών, αφού εμπεριέχει αρκετές ποσότητες πολυφαινολών και μπορεί να διαμορφωθεί με θερμιδικό περιορισμό. Περιλαμβάνει μέτρια κατανάλωση κρέατος, υψηλή πρόσληψη ψαριών, φρούτων, λαχανικών, οσπρίων, δημητριακών ολικής αλέσεως, ελαιόλαδου και ξηρών καρπών και ελάχιστη πρόσληψη επεξεργασμένων τροφίμων, trans-λιπαρών, επεξεργασμένων σακχάρων και προστιθέμενης ζάχαρης. Αυτό το παραδοσιακό σχήμα διατροφής που προέρχεται από τις χώρες της Μεσογείου, έχει κυρίως ευνοϊκές επιδράσεις σε καρδιαγγειακές παθήσεις, διαβήτη, καρκίνο και άλλες καταστάσεις.

Πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα

Ένα σημαντικό πλεονέκτημα της διατροφικής παρέμβασης είναι ότι μπορεί να λειτουργεί συνδυαστικά με τη φαρμακευτική αγωγή και σχετικά ακίνδυνα, ενώ μερικές φορές συνάδει με τις γενικές διατροφικές συστάσεις (π.χ. μεσογειακή διατροφή) με στόχο τη βελτίωση άλλων πτυχών της σωματικής υγείας. Βέβαια, υπάρχουν επιφυλάξεις για τις πιο ακραίες δίαιτες, όπως η κετογονική δίαιτα ή η δίαιτα διαλείπουσας νηστείας, οι οποίες θα μπορούσαν να προκαλέσουν κετοξέωση (ανεξέλεγκτα, ασυνήθιστα υπερβολικά επίπεδα κετονών) σε άτομα με προδιάθεση. Παρ’ όλα αυτά, αυτές οι δίαιτες είναι δημοφιλείς στην κοινότητα για να βοηθήσουν βραχυπρόθεσμα στην απώλεια βάρους (π.χ. η διατροφή Atkins), και ακόμη και σε κλινικούς πληθυσμούς, αυτές οι δίαιτες φαίνονται γενικά καλά ανεκτές μόνο βραχυπρόθεσμα και όχι μακροπρόθεσμα. Η τήρηση μιας καθορισμένης δίαιτας μπορεί να είναι δύσκολο να επιτευχθεί. Για παράδειγμα, η κετογονική διατροφή αναπτύχθηκε ως εναλλακτική λύση στη διαλείπουσα νηστεία, η οποία θεωρήθηκε δύσκολο να εφαρμοστεί. Ωστόσο, η προσκόλληση στην κετογονική διατροφή συχνά αναφέρεται επίσης ως δυσχερής, με ανεπιθύμητες ενέργειες όπως γαστρεντερικές διαταραχές, απότομη απώλεια βάρους και κόπωση. Ομοίως, ο προσδιορισμός των αποτελεσμάτων που οφείλονται σε αυτές τις διατροφικές παρεμβάσεων είναι δύσκολος.

Άλλα σημεία ενδιαφέροντος

Στις περιπτώσεις των νευρολογικών διαταραχών όπως είναι η νόσος του Alzheimer, η άνοια και το εγκεφαλικό επεισόδιο, υπάρχουν πολλοί λόγοι που μπορεί να είναι υπεύθυνοι για την ανάπτυξη υποθρεψίας. Μερικοί από αυτούς είναι η δυσφαγία, οι γαστρεντερικές διαταραχές, η κατάθλιψη κ.α. οι οποίοι μπορεί να οδηγήσουν σε φτωχή διατροφική πρόσληψη, ενώ παράλληλα μπορεί να υπάρχει κάποια επιβάρυνση λόγω της φαρμακευτικής αγωγής σε συνάρτηση με κάποιες μεταβολές στην ενεργειακή κατανάλωση λόγω της ίδιας της πάθησης. Αυτά δημιουργούν την ανάγκη της σωστής εκτίμησης των διατροφικών αναγκών. Συχνά διαμορφώνεται ένα προφίλ υποθρεψίας που μπορεί να προκύψει λόγω παράλειψης ή λανθασμένης εκτίμησης, ενώ η υποθρεψία με τη σειρά της μπορεί να συνδέεται με τη μυατροφική σκλήρωση και άλλες νευρολογικές παθήσεις. 

Πρακτικά θέματα και ο ρόλος του διαιτολόγου

Παρόλο που όλες οι περιγραφόμενες δίαιτες έχουν δείξει κάποιο όφελος ενάντια στις νευρολογικές παθήσεις, είναι αντιληπτό, ότι υπάρχει κάποια ποικιλομορφία ή και αλληλο-κάλυψη μεταξύ των διαιτών αυτών. Για παράδειγμα, η μεσογειακή διατροφή τείνει να είναι υψηλή σε πολυφαινόλες και όλες οι περιγραφόμενες δίαιτες οδηγούν σε μειωμένη πρόσληψη επεξεργασμένων υδατανθράκων και ζάχαρης. Μερικές από αυτές όμως αποτελούν ακραίες προσεγγίσεις, που μπορούν να αποφέρουν κάποιες επιπτώσεις για την υγεία ή είναι απαγορευτικές για κάποια νοσήματα που μπορεί να συνυπάρχουν με τις νευρολογικές παθήσεις. Ο διαιτολόγος-διατροφολόγος είναι ο ειδικός για να αξιολογήσει το σωματικό βάρος, τα επίπεδα θρέψης, τις διατροφικές ανάγκες και τα διατροφικά προβλήματα, ώστε να αποφασίσει την ιδανικότερη και εξατομικευμένη διατροφική παρέμβαση, η οποία θα είναι εφαρμόσιμη και πραγματικά βοηθητική στην εκάστοτε περίπτωση.

Συμπεράσματα

Η δίαιτα μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως παρέμβαση για τη βελτίωση της γνωστικής λειτουργίας σε διάφορες νευρολογικές διαταραχές. Οι περισσότερες σχετικές έρευνες αναφέρονται σε νευρολογικές διαταραχές όπως είναι η μετά-τραυματική εγκεφαλική βλάβη, η επιληψία και η πολλαπλή σκλήρυνση και έπειτα η άνοια, η νόσος Alzheimer και του Parkinson. Τα διατροφικά μοντέλα που φαίνεται να έχουν τη μεγαλύτερη επιστημονική βάση είναι εκείνα που έχουν τη δυνατότητα να μειώσουν το οξειδωτικό στρες, τη φλεγμονή και να επέμβουν στη λειτουργία των μιτοχονδρίων. Ανάλογα με την περίπτωση, αυτά τα μοντέλα είναι η μεσογειακή δίαιτα, η δίαιτα με αυξημένες πολυφαινόλες καθώς και η δίαιτα ενεργειακού περιορισμού. Υπάρχουν, πολλοί παράγοντες που πρέπει να λαμβάνονται υπόψιν και αξιολογούνται από έναν διαιτολόγο-διατροφολόγο, με σκοπό την επιλογή του κατάλληλου μοντέλου και τη διαμόρφωση της αποτελεσματικότερης διατροφικής θεραπείας.

 

Categories Κλινική Διατροφή

Τροφική δυσανεξία – Σχέση με την απώλεια βάρους

Τι είναι τροφική δυσανεξία;

Τροφική δυσανεξία είναι οποιαδήποτε παθολογική απόκριση του ανθρώπινου οργανισμού στην κατανάλωση συγκεκριμένων συστατικών των τροφών. Τα συστατικά μπορεί να υπάρχουν φυσιολογικά στα τρόφιμα ή να είναι πρόσθετα/συντηρητικά της επεξεργασίας αυτών. Η απόκριση αυτή μπορεί να οφείλεται σε μεταβολικές, φαρμακολογικές ή τοξικές επιδράσεις των συστατικών της τροφής και λιγότερο σε ανοσολογική απάντηση, όπως συμβαίνει στις αλλεργίες. Χαρακτηριστικά αναφέρονται η δυσανεξία στη γλουτένη (κοιλιοκάκη) καθώς και η δυσανεξία στη λακτόζη.

Πρέπει να αναφερθεί ότι τα περισσότερα τεστ δυσανεξίας αναφέρονται σε μια καθυστερημένη αλλεργική αντίδραση σε διατροφικά συστατικά (τροφική υπερευαισθησία). Πιο συγκεκριμένα, ο οργανισμός παράγει αντισώματα IgG σε απόκριση του αλλεργιογόνου παράγοντα. Τα συμπτώματα μπορούν να εμφανιστούν μετά από ώρες έως και μερικές μέρες μετά από την κατανάλωση των συστατικών. Τα συμπτώματα αυτά περιλαμβάνουν δύσπνοια, πρήξιμο, ερύθημα, αναφυλαξία, κνίδωση (έκζεμα), επιπεφυκίτιδα, ρινόρροια, ρινίτιδα, άσθμα, γαστρεντερίτιδα, ταχυπαλμία, εφίδρωση κ.α. Οι κλασσικές τροφικές αλλεργίες εμφανίζουν εντονότερα συμπτώματα άμεσα (πρήξιμο, αναφυλαξία, κνίδωση κ.α.) και χαρακτηρίζονται από παραγωγή IgEαντισωμάτων.

Τι είναι τα τεστ τροφικής δυσανεξίας; Μπορούν να ανιχνεύσουν την τροφική δυσανεξία;

Ο πλέον ενδεδειγμένος και αποδεκτός από την επιστημονική κοινότητα, τρόπος ανίχνευσης τωντροφικώνδυσανεξιών είναι οι ελεγχόμενες δίαιτες αποκλεισμού. Σύμφωνα με την τεχνική αυτή, γίνεται εκλεκτικός αποκλεισμός από τη δίαιτα του ασθενούς συγκεκριμένωντροφών, για τις οποίες υπάρχουν ενδείξεις δυσανεξίας και παρατήρηση των συμπτωμάτων. Αν τα συμπτώματα υποχωρήσουν μετά  τον αποκλεισμό του τροφίμου και επανέλθουν με τη σταδιακή επανένταξή του, τότε αυτό αποτελεί πιστοποίηση της δυσανεξίας στο συγκεκριμένο τρόφιμο. Η μέθοδος αυτή είναι χρονοβόρα, απαιτεί υπομονή αλλά είναι η μόνη που μπορεί να δώσει αξιόπιστα αποτελέσματα για τα τρόφιμα που μπορούν να προκαλούν τροφική δυσανεξία στον κάθε άνθρωπο ξεχωριστά.

Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια, έχειεμφανιστεί στο εμπόριο πλήθος τεστ για την ανίχνευση των τροφικών δυσανεξιών και για τα περισσότερα από αυτά, οι βιοχημικοί/βιοφυσικοί μηχανισμοί πάνω στους οποίους στηρίζεται η λειτουργία τους αλλά και η διαγνωστική τους αξία είναι αμφισβητήσιμη από την επιστημονική κοινότητα. Χαρακτηριστικά αναφέρονται τα παρακάτω τεστ:

Τεστ κβαντικής βιοανάδρασης-βιοσυντονισμού

Το τεστ αυτό υποστηρίζει ότι μπορεί να προσδιορίσει τροφές που προκαλούν δυσανεξία μετρώντας τη συμβατότητά τους με τα μαγνητικά πεδία των ιστών. Η ηλεκτρομαγνητική απόκριση στη τροφή μετριέται με μηχανήματα “βιοανίχνευσης/βιοσυντονισμού”, τα οποία στην πραγματικότητα είναι απλά γαλβανόμετρα με ηλεκτρόδια τα οποία μετρούν τη διαφορά ηλεκτρικής αγωγιμότητας του σώματος σε σύγκριση με αυτή των τροφών. Κλινικές έρευνες έχουν δείξει ότι τα τεστ αυτά δεν έχουν καμία επαναληψιμότητα και καμία διαγνωστική αξία, ενώ το 1999 το Βρετανικό συμβούλιο προτύπων διαφήμισης τόνισε ότι οι διαγνωστικοί ισχυρισμοί των μηχανημάτων βιοσυντονισμού είναι ανυπόστατοι και αναληθείς.

Τεστ “κλινικής μικροσκοπίας” (livebloodanalysis)

Το τεστ αυτό στηρίζεται στην μικροσκοπική εξέταση μίας σταγόνας αίματος από την οποία, τα τεστ αυτά υποστηρίζουν ότι μπορούν να ανιχνεύσουν ανωμαλίες στην πήξη του αίματος, ορμονολογικές διαταραχές, οξειδωτικό στρες, δυσανεξίες στα τρόφιμα και γενικότερα φθορές αιματικών κυττάρων. Μία μικροσκοπική ανάλυση δεν μπορεί να δώσει όλες αυτές τις πληροφορίες.

Λευκοκυτταροτοξικά τεστ (Alcat ή Nutrontest)

Τα τεστ αυτά βασίζονται στην επώαση λευκοκυττάρων του ασθενή με εκχυλίσματα τροφίμων που έχουν υποστεί τεχνητή πέψη ερχόμενα σε επαφή με ένζυμα του γαστρεντερολογικού σωλήνα. Από κει και πέρα, είτε γίνεται παρατήρηση των αλλαγών των φαινοτύπων χαρακτηριστικών των λευκοκυττάρων στο μικροσκόπιο, είτε μετρώνται βιοχημικοί δείκτες ενεργοποίησής τους ως ένδειξη υπερευαισθησίας στα εκχυλίσματα. Αυτά τα invitro(συνθήκες εργαστηρίου) κυτταρικά τεστ σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να προσομοιάσουν τις πραγματικές invivo(φυσιολογικες συνθήκες) συνθήκες πέψης και λευκοκυτταρικής ενεργοποίησης απόσυστατικά των τροφίμων, οι οποίες διαφοροποιούνται σημαντικά από άνθρωπο σε άνθρωπο, ακόμα και για το ίδιο τρόφιμο. Δεν μπορούν, συνεπώς, να έχουν καμία διαγνωστική αξία για τις τροφικές δυσανεξίες και μόνο ενδείξεις, για την απόκριση ενός ανθρώπου σε συγκεκριμένα τρόφιμα, μπορούν να δώσουν.

Κινησιολογικά τεστ

Τα κινησιολογικά τεστ βασίζονται στην ιδέα ότι συγκεκριμένα τρόφιμα προκαλούν μια ενεργειακή ανισορροπία στο σώμα, η οποία ανιχνεύεται με την μέτρηση της απόκρισης του μυ στο τρόφιμο, το οποίο ο ασθενής κρατά μέσα σε γυάλινο δοχείο. Ωστόσο, δεν υπάρχουν μελέτες που να αποδεικνύουν τη διαγνωστική αξία αυτής της μεθόδου.

Τεστ δυσανεξίας με αντίδραση αντισωμάτων IgG

Τα τεστ αυτά είναι αιματολογικά και βασίζονται στην μέτρηση της ποσότητας των αντισωμάτων IgG (συνήθως IgG4), έναντι συγκεκριμένων τροφικών αντιγόνων, που μπορούν να υπάρχουν στο αίμα κάθε ανθρώπου. Η μέτρηση των αντισωμάτων γίνεται με ανοσοενζυμικές τεχνικές τύπου ELISA. Η λογική πίσω από την μέτρηση των συγκεκριμένων αντισωμάτων είναι ότι αυτά παράγονται κατά την invitro αποκοκκίωση των βασεόφιλων και μαστοκυττάρων, ότι σχετίζονται με την ενεργοποίηση του συμπληρώματος (μηχανισμών που ενεργοποιούνται στην αλλεργία και την αναφυλαξία) και ότι έχουν ανιχνευθεί υψηλές συγκεντρώσεις αυτών στο αίμαατοπικών ασθενών. Τα τεστ αυτά υποστηρίζουν ότι αν η συγκέντρωση των αντισωμάτων IgG έναντι αντιγόνων συγκεκριμένων εκχυλισμάτων ξεπεράσεικάποιο κατώφλι, τότε αυτό είναι ένδειξη δυσανεξίας (ή τροφικής υπερευαισθησίας) στο τρόφιμο από το οποίο έχει προέλθει το εκχύλισμα. Ωστόσο από ανοσολογική άποψη είναι απολύτως λογικό και φυσιολογικό ένας άνθρωπος να έχει περισσότερα IgG αντισώματα έναντι τροφίμων που καταναλώνει πιο συχνά και μάλιστα πλέον υποστηρίζεται ότι η ύπαρξη υψηλών συγκεντρώσεων IgG είναι ένδειξη ανοσοαντοχής και όχι δυσανεξίας. Επίσης, τα τελευταία χρόνια έχει βρεθεί ότι τα IgG αντισώματα μπορούν να δράσουν προστατευτικά έναντι πραγματικών IgE- εξαρτώμενων τροφικών και μη αλλεργιών. Τέλος, δεν έχουν βρεθεί συσχετίσεις των επιπέδων των αντισωμάτων αυτών με κλινικά συμπτώματα δυσανεξίας ενώ δεν υπάρχει καμία μελέτη στην επιστημονική βιβλιογραφία που να εκτιμά τη διαγνωστική αξία αυτών των τεστ. Πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι ο τρόπος παρασκευής των αντιγόνων σε αυτά τα τεστ είναι τις περισσότερες φορές άγνωστος στην επιστημονική κοινότητα αλλά και αμφισβητήσιμος αφού μπορεί να περιέχονται σε αυτά και προσμίξεις αντιγόνων που έχουν προκύψει από την εκχύλιση των αντιγόνων από τα τρόφιμα (οργανικοί διαλύτες, μικροβιακά αντιγόνα) τα οποία μπορούν να δώσουν ψευδώς θετικά αποτελέσματα. Για τους παραπάνω λόγους, πολλές έγκριτες επιστημονικές εταιρείες όπως:

  • European Academy of Allergy and Clinical Immunology

  • National Institute of Clinical Excellence

  • American Academy of Allergy, Asthma and Immunology

  • American College of Allergy, Asthma and Immunology

  • National Institute of Allergy and Infectious Diseases

  • Australasian Society of Clinical Immunology and Allergy

απορρίπτουν τα τεστ μέτρησης IgGαντισωμάτων ως αξιόπιστα εργαλεία ανίχνευσης τροφικών δυσανεξιών.

Επομένως αυτή τη στιγμή δεν υπάρχουν στο εμπόριο αξιόπιστα και πιστοποιημένα για την διαγνωστική τους αξία κλινικά τεστ ανίχνευσης τροφικών δυσανεξιών.

Σχετίζεται η τροφική δυσανεξία με την απώλεια/πρόσληψη βάρους και με άλλες διατροφικές διαταραχές;

Οι υποστηρικτές της σχέσης τροφικής δυσανεξίας και διατροφικών διαταραχών στηρίζονται σε αποσπασματικές βιοχημικές μελέτες, οι οποίες όμως δεν έχουν επιβεβαιωθεί στην κλινική πράξη. Συγκεκριμένα, υποστηρίζουν ότι οι τροφικές δυσανεξίες ή καλύτερα οι τροφικές υπερευαισθησίες, μέσω της ανοσολογικής απόκρισης και της έκκρισης χημικών μεσολαβητών μπορούν να επάγουν: α) κατακράτηση υγρών, β) αναστολή της λιπόλυσης, γ) διατροφικές εξαρτήσεις, αύξηση της όρεξης και υπερφαγία, δ) μείωση του βασικού μεταβολικού ρυθμού.

Ωστόσο, μια συστηματική αναζήτηση στις πλέον αξιόπιστες και αναλυτικές βιβλιογραφικές βάσεις δεδομένων PubMed και Scopus έδειξε ότι δεν υπάρχει ούτε μία επιστημονική μελέτη που να συσχετίζει τις τροφικές δυσανεξίες με τη παχυσαρκία, την ικανότητα απώλειας πρόσληψης βάρους και γενικότερα τις διατροφικές διαταραχές. Παράλληλα, καμία τυχαιοποιημένη κλινική μελέτη δεν έχει αποδείξει ότι η θεραπεία των τροφικών δυσανεξιών μπορεί να υποβοηθήσει στην απώλεια βάρους. Συνεπώς, τα επιστημονικά δεδομένα αυτή τη στιγμή δεν υποστηρίζουν ότι η ανίχνευση κι η θεραπεία των τροφικών δυσανεξιών μπορεί να βοηθήσει σε προγράμματα απώλειας βάρους, στη μείωση της παχυσαρκίας και στη βελτίωση των διατροφικών διαταραχών.

Μπορούν να χρησιμοποιηθούν τα τεστ δυσανεξίας σε προγράμματα απώλειας βάρους;

Σύμφωνα με τα παραπάνω, η χρησιμοποίηση των τεστ δυσανεξίας σε προγράμματα απώλειας βάρους δεν έχει καμία επιστημονική βάση, αφενός γιατί τα τεστ που χρησιμοποιούνται δεν έχουν διαγνωστική αξία, αφετέρου γιατί οι τροφικές δυσανεξίες δεν σχετίζονται με την απώλεια βάρους. Συνεπώς, τα τεστ αυτά δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται σε διαιτολογικά κέντρα ως εργαλεία που θα καθορίζουν τα προγράμματα απώλειας βάρους, από τη μίαεπειδή δεν έχουν κανένα αποτέλεσμα και από την άλληεπειδή μπορούν να οδηγήσουν σε σημαντικές διατροφικές ελλείψεις με τον αποκλεισμό τροφών,οι οποίες σύμφωνα με το τεστ μπορούν να προκαλέσουν τροφικές δυσανεξίες.

 

Categories Κλινική Διατροφή

21 Σεπτεμβρίου: Παγκόσμια Ημέρα για το Alzheimer

Ο Σεπτέμβριος είναι ο μήνας της ενημέρωσης σχετικά με τη νόσο του Αλτσχάιμερ, όπου από το 2012 συνεχίζουν παγκοσμίως οι δράσεις και οι καμπάνιες ευαισθητοποίησης σχετικά με τη νόσο, μιας και 2 στους 3 ανθρώπους πιστεύουν ότι υπάρχει ελάχιστη ή καθόλου κατανόηση της άνοιας και η νόσος περιβάλλεται από στιγματισμό και παραπληροφόρηση. Η επιτυχημένη δράση χρειάζεται την υποστήριξη της διατροφής. Σαφώς, το πρόβλημα ξεκινά από το έντονο στρές και την επίδρασή του στην εγκεφαλική λειτουργία, όμως έχει βρεθεί ότι οι βιταμίνες του συμπλέγματος Β συνδέονται με μείωση της ομοκυστεΐνης, η οποία σε υψηλά επίπεδα συνδέεται με μείωση της μνήμης. Ακόμα, η συχνή κατανάλωση ψαριών πλούσιων σε Ωμέγα-3 λιπαρά (σολομός, τόνος, ρέγκα, σκουμπρί κ.α.) οδηγεί σε μείωση του κινδύνου ανάπτυξης του Alzheimer κατά 60%. Ταυτόχρονα, έχει παρατηρηθεί ότι τα αντιοξειδωτικά όπως η βιταμίνη Α, η βήτα-καροτίνη, οι βιταμίνες C, Ε, D, το συνένζυμο Q10 και η μελατονίνη είναι χαμηλά σε όσους πάσχουν από Alzheimer. Επομένως, ενισχύοντας τη διατροφή μας και τρώγοντας φρέσκα φρούτα και λαχανικά (τουλαχ. έξι μερίδες/ημέρα), λιπαρά ψάρια και σπόρους, βότανα όπως το Ginkgo biloba έχουμε περισσότερες πιθανότητες για τη βελτίωση της μνήμης. Στην περίπτωση των ηλικιωμένων, δε, είναι ό,τι πιο σημαντικό. Ίσως να μπορέσουμε τελικά μέσω εξατομικευμένης διατροφικής θεραπείας να βελτιώσουμε την εγκεφαλική λειτουργία καθώς γερνάμε.

 

Categories Κλινική Διατροφή

29 Σεπτεμβρίου: Παγκόσμια Ημέρα Καρδιάς 2018

Φέτος για την Παγκόσμια Ημέρα της Καρδιάς, ας δώσουμε όλοι μια υπόσχεση. Μια υπόσχεση να τρώμε πιο υγιεινά, να είμαστε πιο δραστήριοι και να πούμε όχι στο κάπνισμα.

Γνωρίζοντας πως η καρδιαγγειακή νόσος κατέχει την πρώτη θέση σαν παράγοντας θνησιμότητας παγκοσμίως, τι μπορούμε να κάνουμε για να φροντίσουμε την καρδιά μας και την καρδιά των αγαπημένων μας προσώπων; Αρχικά, ας ξεκινήσουμε με τη διατήρηση του καθημερινού μας ενεργειακού ισοζυγίου μετριάζοντας τη μερίδα μας και στοχεύοντας σε τουλάχιστον 150 λεπτά μέτριας ή σε 75 λεπτά έντονης σωματικής δραστηριότητας, ακόμα και σε συνδυασμό, κάθε εβδομάδα. Στη διατροφή μας, ας προτιμήσουμε ποικιλία από λαχανικά και φρούτα χωρίς σάλτσες υψηλής θερμιδικής αξίας, πρόσθετο αλάτι και σάκχαρα. Μπορούμε να αντικαταστήσουμε τα τρόφιμα υψηλής θερμιδικής αξίας με φρούτα και λαχανικά. Τα ολικής άλεσης είναι προτιμότερα από τα σιτηρά και τα πουλερικά από το κρέας. Συνεπώς, θα  χρειαστεί να περιορίσουμε το κόκκινο κρέας και να επιλέξουμε πιο άλιπα τμήματα κρέατος. Συνάμα ας εντάξουμε το ψάρι δύο φορές την εβδομάδα, εστιάζοντας στα πλούσια σε ωμέγα-3 λιπαρά οξέα (σολομό, πέστροφα, ρέγγα κ.α.) και ας αναζητήσουμε γαλακτοκομικά με χαμηλά λιπαρά. Τέλος, θα ωφελήσει η αποφυγή ποτών και τροφίμων με προστιθέμενα σάκχαρα και νάτριο, φροντίζοντας η κατανάλωση αλκοόλ να μην υπερβαίνει το ένα ποτό την ημέρα. Με αυτό τον τρόπο δεν θα αναβάλλουμε ταξίδι προς την υγεία!

 

Categories Κλινική Διατροφή

10 Οκτώβρη: Παγκόσμια Ημέρα Ψυχικής Υγείας

Με αφορμή τη σημερινή επέτειο, είναι ευκαιρία να συγκεντρώσουμε κάποια στοιχεία που συνδέουν τη διατροφή που ακολουθούμε με τη ψυχική μας υγεία, ώστε να φροντίσουμε το «εγώ» μας μέσα από τα τρόφιμα που επιλέγουμε. Έχει αποδειχθεί, πως αν ακολουθούμε μια διατροφή που περιλαμβάνει καθημερινά φρέσκα φρούτα ή χυμούς φρούτων και λαχανικά, τα οποία προκαλούν κορεσμό θα είναι λιγότερο πιθανό να αισθανόμαστε δυσάρεστα συναισθήματα μέσα στην ημέρα και θα αποφύγουμε να καταναλώνουμε πιο ανθυγιεινά τρόφιμα (πατατάκια, σοκολάτα, έτοιμα φαγητά), τα οποία μας ανακουφίζουν πρόσκαιρα και μας οδηγούνσε πιο ασταθή διάθεση καθημερινά. Επομένως, εξασφαλίζοντας μια ισορροπημένη διατροφή, εξασφαλίζουμε και πιο ισορροπημένη διάθεση και ευεξία.

Συγκεκριμένα, από τη μία πλευρά, χρειάζεται να καταναλώνουμε λιγότερα τρόφιμα με υψηλή περιεκτικότητα σε ζάχαρη, τα οποία αρχικά μας προσφέρουν απότομη ή και υπερβολική ενέργεια που σύντομα φθίνει εξίσου απότομα, προκαλώντας μας αισθήματα κούρασης και ατονίας. Από την άλλη, τα δημητριακά, τα όσπρια, τα φρούτα και τα λαχανικά δεν προκαλούν τέτοιες απότομες μεταβολές στην ενέργεια και κατ’ επέκταση στη διάθεσή μας, λόγω των φυτικών ινών που περιέχουν. Επίσης, είναι πιο θρεπτικά, καθώς περιέχουν θειαμίνη (Β1), μια βιταμίνη που έχει συσχετιστεί με τον έλεγχο της διάθεσης, καθώς και φυλλικό οξύ και ψευδάργυρο, τα οποία έχουν συσχετιστεί με βελτίωση της διάθεσης.

Categories Κλινική Διατροφή

Παγκόσμια Ημέρα κατά της Αρθρίτιδας

Με αφορμή τη σημερινή ημέρα, η οποία είναι αφιερωμένη στην αρθρίτιδα, αξίζει να αναφερθούμε σε διατροφικές πρακτικές που μπορούν να ενισχύσουν τη φαρμακευτική αγωγή και να προστατεύσουν από τον πόνο και τη δυσκολία στην κίνηση. Άλλωστε, όλοι βιώνουμε τέτοιου είδους ενοχλήσεις κάποιες περιόδους της ζωής μας. Για να μην αναφέρουμε πόσοι από εμάς βιώνουν το λεγόμενο «χρόνιο πόνο» λόγω κάποιας μυοσκελετικής πάθησης.

Αρχικά, από τη διατροφική προσέγγιση για την αντιμετώπιση της αρθρίτιδας και των μυοσκελετικών προβλημάτων, δε θα μπορούσαν να λείπουν τα λιπαρά ψάρια (σολομός, σαρδέλα, τόνος, τσιπούρα, σκουμπρί, ρέγκα κ.α.). Επίσης, ενισχύοντας την κατανάλωση σε φρούτα, όπως πορτοκάλι, γκρειπφρουτ, κεράσια, μούρα, βατόμουρα και φράουλες έχουμε συνεργιστικά οφέλη. Αναπόσπαστο κομμάτι της διατροφικής ασπίδας είναι και τα καλής ποιότητας λιπαρά, όπως είναι τα φυτικά έλαια (π.χ. το ελαιόλαδο), οι ξηροί καρποί και οι σπόροι (π.χ. καρύδια, φιστίκια, αμύγδαλα, κουκουνάρια), και το αβοκάντο. Τα γαλακτοκομικά προϊόντα χαμηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά, (γάλα, γιαούρτι, τυρί), τα πράσινα φυλλώδη λαχανικά και το μπρόκολο, όπως ακόμα και τα σιτηρά ολικής άλεσης και η βρώμη, τα φασόλια το σκόρδο, τα κρεμμύδια και τα πράσα είναι επίσης ευεργετικά σε θέματα καταπόνησης ή «βλάβης» του μυοσκελετικού συστήματος. Τέλος, από ροφήματα, το πράσινο τσάι έχει κερδίσει την πρώτη θέση στη μείωση των συμπτωμάτων της αρθρίτιδας.

Αυτοί είναι μερικοί μόνο από τους διατροφικούς μας συμμάχους στο θέμα της αρθρίτιδας και των μυοσκελετικών. Τα οφέλη μιας διατροφής, που περιλαμβάνει αυτές τις τροφές, αφορούν στην ενίσχυση του ανοσοποιητικού μας συστήματος και στην καρδιαγγειακή προστασία.

 

 

Categories Κλινική Διατροφή

21 Νοεμβρίου – Παγκόσμια Ημέρα ΧΑΠ (Χρόνια Αποφρακτική Πνευμονοπάθεια)

Σήμερα, 21 Νοέμβρη είναι η Παγκόσμια Ημέρα ΧΑΠ (Χρόνια Αποφρακτική Πνευμονοπάθεια). Έχουμε την ευκαιρία, λοιπόν, να αναφέρουμε ότι η κατάλληλη διατροφή μπορεί να φροντίσει για την υγεία των πνευμόνων μας και να βελτιώσει τα συμπτώματα της ΧΑΠ. Αρχικά, η τροφή που καταναλώνουμε καθορίζει τα αποθέματα σε ενέργεια που διαθέτει ο οργανισμός μας. Αυτό είναι σημαντικό, καθώς τα άτομα που πάσχουν από ΧΑΠ, χρειάζονται 10 φορές περισσότερη ενέργεια και θερμίδες για τη λειτουργία της αναπνοής. Έπιπλέον, τα τρόφιμα που επιλέγουμε και το μέγεθος των μερίδων που καταναλώνουμε επηρεάζουν την ποσότητα του διοξειδίου του άνθρακα που παράγεται κατά την εκπνοή μας. Έτσι, με τη σωστή διατροφή, θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί το αίσθημα της αδυναμίας και της δυσκολίας της αναπνοής που προκύπτει λόγω περίσσειας ποσότητας διοξειδίου του άνθρακα στο σώμα, ενώ θα μπορούσε ακόμα και να μειωθεί η δυσφορία που προκαλείται λόγω αυξημένου σωματικού βάρους. Άλλωστε, είναι αποδεδειγμένο πως ο εξατομικευμένος τρόπος διατροφής μπορεί να συμβάλει στην επίτευξη και στη διατήρηση υγιούς σωματικού βάρους. Τέλος, φαίνεται πως μια πραγματικά ισορροπημένη διατροφή μπορεί να ενισχύσει το ανοσοποιητικό μας και να βοηθήσει το σώμα μας να καταπολεμά τις λοιμώξεις. Και οι λοιμώξεις στο στήθος, πολύ συχνά, οδηγούν τα άτομα με ΧΑΠ σε νοσηλεία. Επομένως, καταλαβαίνουμε πως υπάρχει τρόπος να πετύχουμε αίσθημα ευεξίας, ακόμα και στις περιπτώσεις που η ΧΑΠ το κάνει να φαίνεται αδύνατο. Και αυτός ο τρόπος είναι απλά να μάθουμε και να κατανοήσουμε πώς να προσαρμόσουμε τη διατροφή μας στις ανάγκες μας. Οπότε, γιατί να περιμένουμε;

 

Categories Κλινική Διατροφή

ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΚΑΙ ΤΡΙΧΟΠΤΩΣΗ

Όλοι έχουμε ανησυχήσει κάποια στιγμή για τα μαλλιά μας. Είτε λόγω ξηρότητας και θαμπάδας, είτε επειδή έχουμε έρθει αντιμέτωποι με την τριχόπτωση. Η τριχόπτωση απασχολεί μεγάλο μέρος του πληθυσμού. Αυτό μας κάνει να αναζητούμε συνεχώς νέες λύσεις. Η γενετική (π.χ. φύλο) και η υγεία είναι οι παράγοντες που καθορίζουν αν θα έχουμε αυτό που αποκαλούμε«υγιή μαλλιά». Επομένως, η προσπάθειά μας να διατηρούμαστε υγιείς είναι η μόνη σταθερή λύση που μπορούμε να επιδιώξουμε, και η σωστή διατροφή είναι ο πιο δυνατός μας σύμμαχος για να το πετύχουμε. Όπως η διατροφή λειτουργεί καθοριστικά για τη συνολική υγεία μας, έτσι ακριβώς λειτουργεί και για την υγεία των μαλλιών μας. Όταν δεν τρώμε σωστά, τα θρεπτικά συστατικά είναι περιορισμένα στο σώμα μας και ο οργανισμός θέτει σε προτεραιότητα να καλύψει τις ανάγκες των ζωτικών μας οργάνων, αφήνοντας σε δεύτερη μοίρα τα μαλλιά μας. Πώς, όμως, θα αποτρέψουμε μια τέτοια εξέλιξη με όπλο τη διατροφή μας;

Τροφές-σύμμαχοι για την υγιή ανάπτυξη μαλλιών μας

Το θέμα της διατροφής είναι περίπλοκο, καθώς η σωστή διατροφή είναι εξατομικευμένη. Το σίγουρο είναι πως μπορούμε να προλαμβάνουμε ή να αντιμετωπίζουμε την τριχόπτωση τρώγοντας ισορροπημένα.Τι περιλαμβάνει όμως μια ισορροπημένη διατροφή; Ας μην επαναλαμβανόμαστε μιλώντας γενικά για πρωτεΐνες, υδατάνθρακες, λίπος, μέταλλα και ιχνοστοιχεία. Ας δούμε αναλυτικά ποιες τροφές και με ποιον τρόπο συνδέονται με την υγιή ανάπτυξη των μαλλιών.

  • Τα ψάρια(σολομός, τόνος, σκουμπρί και άλλα λιπαρά ψάρια) είναι πλούσια σε ωμέγα-3 λιπαράοξέα,πρωτεΐνη, βιταμίνη Β12 και σίδηρο, που μας βοηθούν να κρατάμε μακριά την ξηρότητα και να εξασφαλίζουμε το«ζωντανό» χρώμα στα μαλλιά μας. Άλλες καλές πηγές λιπαρών είναι οι σπόροι, οι ξηροί καρποί όπως τα καρύδια και τα αμύγδαλα.

  • Τα καρύδια ευνοούν την υγεία των μαλλιών παρέχοντας όχι μόνο το απαραίτητο σελήνιο, αλλά και α-λινολεϊκό οξύ και ψευδάργυρο που αποκαθιστούν τις βλάβες των μαλλιών, αποτρέποντας την τριχόπτωση.

  • Το κρέας, τα πουλερικάκαι τα γαλακτοκομικά προϊόντα αποτελούν και αυτά τις πιο βασικές πηγές πρωτεΐνης και βιταμίνης Β12 στη διατροφής μας.

  • Οι μπανάνες, οι πατάτες (λευκές και γλυκές) και το σπανάκι είναι καλές πηγές Β6, μια από τις σημαντικότερες βιταμίνες που προσδίδουν «λάμψη» στα μαλλιά μας.

  • Τα σκούρα πράσινα λαχανικά περιέχουν υψηλές ποσότητες βιταμινών Α και C, που συμβάλλουν στην παραγωγή ενός φυσικού μαλακτικούγια τα μαλλιά μας.

  • Τα όσπρια παρέχουν πρωτεΐνες που ευνοούν την ανάπτυξη της τρίχας, καθώς και σίδηρο, ψευδάργυρο και βιοτίνη. Η βιοτίνη ενεργοποιεί ορισμένα ένζυμα που προάγουν το μεταβολισμό του διοξειδίου του άνθρακα, των πρωτεΐνών, των λιπών και των υδατανθράκων. Η ανεπαρκής πρόσληψη της βιοτίνης μπορεί να ευθύνεται για τα εύθραυστα μαλλιά μας και για την αραίωση. Μπορούμε να καλύψουμε τις ανάγκες μας σε βιοτίνη και από προϊόντα σιτηρών, δημητριακών, συκώτι, κρόκο αυγού και το αλεύρι σόγιας.

  • Τα φρέσκα φρούτα και λαχανικά, ειδικά τα εσπεριδοειδή και οι ντομάτες, αλλά καιτα προϊόντα ολική αλέσεως, τα σιτηρά, τα φασόλια και οι φακές είναι πλούσια σε φυλλικό οξύ και απαραίτητα αντιοξειδωτικά για την ανάπτυξη της τρίχας.

  • Τα γαλακτοκομικά προϊόντα χαμηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά είναι καλές πηγές ασβεστίου, ένα βασικό συστατικό για την ανάπτυξη δυνατών μαλλιών.

Τα συμπληρώματα μπορούν να βελτιώσουν την εικόνα των μαλλιών μας;

Εκτός από τα συστατικά που αναφέραμε, υπάρχουν και άλλα τα οποία κατέχουν βασικούς πρόδρομους ρόλους στην ανάπτυξη και την υγεία των μαλλιών μας. Βλέπουμε λοιπόν πως η υγιής ανάπτυξη των μαλλιών απαιτεί μια πολυπλοκότητα θρεπτικών συστατικών και παροχή οξυγόνου. Σε περιπτώσεις ή περιόδους που παρατηρούμε πως δεν εκπληρώνουμε τους στόχους μας για ισορροπημένη διατροφή (π.χ. παραλείπουμε ομάδες τροφίμων όπως φρούτα), ίσως να χρειάζεται να σκεφτούμε το ενδεχόμενο να λάβουμε κάποια πολυβιταμίνη, με αντιοξειδωτική δράση.Σε περιπτώσεις που εντοπίζονται συγκεκριμένες ελλείψεις συστατικών θα μπορούσαμε να κινηθούμε πιο στοχευμένα. Για παράδειγμα, οι ανάγκες μας σε βιταμίνες Β6 και Β12 συχνά δεν καλύπτονται στις χορτοφαγικές διατροφές. Επομένως, συνήθως, οι χορτοφάγοι αντιμετωπίζουν ανεπάρκειες.

Τέλος, το ιατρικό υπόβαθρο του καθενός από εμάς μπορεί να παίξει καθοριστικό ρόλο στην τριχόπτωση. Η διαταραχή του θυρεοειδούς, η αναιμία, οι αυτοάνοσες ασθένειες και τα ορμονικά προβλήματα μπορεί να βλάψουν την υγεία των μαλλιών.Σε αυτές τις περιπτώσεις τα συμπληρώματα διατροφής που διατίθενται στο εμπόριο μπορεί να είναι αποτελεσματικά. Όμως, αυτό που χρειάζεται είναι να απευθυνθούμε σε κάποιον ειδικό που θα μας κατευθύνει στην αποτελεσματικότερη διατροφική ή και συμπληρωματική λύση για πιο ζωντανά λαμπερά και πλούσια μαλλιά.

 

Επιμέλεια Κειμένου: Μπαμπαρούτση Ειρήνη, PhD Κλινική Διαιτολόγος-Αθλητική Διατροφολόγος Επιστημονική Υπεύθυνη ΣΕΓΑΣ και Διαιτολογικού Γραφείου «ΘΕΡΜΙΔΑ» Συνεργάτης RUNNER MAGAZINE, MBIKE,