Τι είναι δίαιτα χωρίς γλουτένη;
Η δίαιτα χωρίς γλουτένη αποτελεί τα τελευταία χρόνια μια διατροφική τάση, αλλά στην πραγματικότητα, είναι ο μοναδικός τρόπος αντιμετώπισης των ατόμων που πάσχουν από κοιλιοκάκη, γνωστή και ως «εντεροπάθεια από γλουτένη». Η γλουτένη βρίσκεται φυσικά σε πολλά σιτηρά και προκαλεί ένα ευρύ φάσμα συμπτωμάτων στα άτομα που δεν την «ανέχονται», το οποίο κυμαίνεται από φούσκωμα μέχρι και εντερική βλάβη. Ως αποτέλεσμα της τοξικής επίδρασης της γλουτένης στο λεπτό έντερο μειώνεται η απορροφητική επιφάνειά του και προκαλείται δυσαπορρόφηση όλων των θρεπτικών συστατικών, όχι μόνο των πρωτεϊνών, των υδατανθράκων και του λίπους, αλλά και του σιδήρου, των βιταμινών και των ιχνοστοιχείων (πχ μαγνησίου).
Ένα μεγαλύτερο, αλλά και πάλι μικρό ποσοστό ατόμων αντιμετωπίζει μια παρόμοια κατάσταση που προκαλεί διαταραχές στο στομάχι, αλλά είναι λιγότερο απειλητική για την υγεία και ονομάζεται «μη συσχετιζόμενη με κοιλιοκάκη, ευαισθησία στη γλουτένη». Με τόσο μικρό αριθμό ατόμων που χρειάζονται πραγματικά διατροφή ελεύθερη γλουτένης, γιατί οι πωλήσεις των προϊόντων χωρίς γλουτένη έχουν εκτοξευθεί;
Αυτό που έχει αλλάξει και οδηγεί στην άνοδο των πωλήσεων των προϊόντων αυτών είναι το γεγονός ότι η προσκόλληση σε μια δίαιτα χωρίς γλουτένη, τροφοδοτείται σε μεγάλο βαθμό από δημοφιλή πρόσωπα. Θεωρείται ότι η δίαιτα αυτή δε βοηθά μόνο στην γρήγορη απώλεια κιλών, αλλά αυξάνει την ενέργεια, βελτιώνει την πέψη και προσφέρει πιο καθαρό δέρμα. Τα συμπεράσματα ερευνών σε καταναλωτές στην Αμερική έδειξαν οτι οι περισσότεροι από αυτούς θεωρούν τα προϊόντα χωρίς γλουτένη πιο υγιεινά από τα αντίστοιχα προϊόντα που περιέχουν γλουτένη, ενώ σχεδόν το 1/3 των πολιτών αποφεύγει ή μειώνει την πρόσληψή της.
Όμως ποια είναι τελικά η αλήθεια;
Πώς λειτουργεί;
Η δίαιτα χωρίς γλουτένη αφορά στον αποκλισμό όλων των τροφίμων που την περιέχουν ή έχουν έρθει σε επαφή με αυτή. Η γλουτένη είναι παρούσα σε μεγάλη γκάμα τροφίμων και βρίσκεται ως κύριο συστατικό στο σιτάρι, στη σίκαλη, στο κριθάρι, στη βρώμη που έχει εκτεθεί σε γλουτένη, σε σάλτσες (σάλτσα σόγιας, ξύδι βύνης, αλεύρι) και ως πρόσθετο ή ενισχυτικό συστατικό (μαλτοδεξτρίνη, άμυλο σίτου).
Όταν κάποιος ξεκινήσει για πρώτη φορά δίαιτα χωρίς γλουτένη, ίσως η πιο αισθητή και δύσκολη αλλαγή με την οποία θα έρθει αντιμέτωπος να είναι η πλήρης αποφυγή τροφίμων που χρησιμοποιεί σε μεγάλες ποσότητες καθημερινά, όπως το ψωμί, τα δημητριακά, τα ζυμαρικά και τα επεξεργασμένα σνακ. Επειδή ορισμένα από αυτά τα προϊόντα είναι πολύ επεξεργασμένα και μπορεί να είναι χαμηλά σε θρεπτικά συστατικά και υψηλά σε θερμίδες, μετά την απομάκρυνσή τους από τη συνήθη διατροφή, κάποιος μπορεί να αισθάνεται καλύτερα ή και να χάσει βάρος.
Παρόλο που υπάρχουν πολλά προϊόντα χωρίς γλουτένη για να αντικαταστήσουν τα αντίστοιχα τρόφιμα με γλουτένη, συνήθως οι καταναλωτές στρέφονται σε φυσικά τρόφιμα χωρίς γλουτένη, όπως τα φρούτα, τα λαχανικά και τα δημητριακά όπως το καστανό ρύζι, το κινόα και το κεχρί. Η κατανάλωση αυτών των ελάχιστα επεξεργασμένων τροφίμων με υψηλή περιεκτικότητα σε φυτικές ίνες, μπορεί επίσης να συμβάλλει στην προώθηση της απώλειας βάρους και της ευεξίας.
Τα ερευνητικά στοιχεία μέχρι στιγμής:
Αν και έχουν πραγματοποιηθεί έρευνες για τις επιπτώσεις μιας δίαιτας χωρίς γλουτένη στις γαστρεντερικές διαταραχές, στον αυτισμό και στην ινομυαλγία, δεν υπάρχουν έρευνες που εξετάζουν τις επιπτώσεις της δίαιτας στην απώλεια βάρους μεμονωμένα ή γενικά προς όφελος της υγείας. Λόγω της έλλειψης πειραματικών μελετών σχετικά με την απώλεια βάρους, μερικοί ερευνητές εξέτασαν τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις της δίαιτας χωρίς γλουτένη σε ανθρώπους με κοιλιοκάκη, αλλά και της φτωχής δίαιτας σε σιτάρι και σε άλλα δημητριακά που περιέχουν γλουτένη σε γενικά υγιείς ανθρώπους. Διαπίστωσαν ότι οι δίαιτες χωρίς γλουτένη μπορεί:
1) να οδηγήσουν σε ανεπάρκειες συγκεκριμένων θρεπτικών συστατικών
2) να αυξήσουν τον κίνδυνο χρόνιων παθήσεων
3) να προκαλέσουν αύξηση σωματικού βάρους
-
Έχει διαπιστωθεί πως η προσκόλληση των ατόμων με κοιλιοκάκη σε μια αυστηρή δίαιτα χωρίς γλουτένη οδηγεί σε ανεπαρκή πρόσληψη διαιτητικών ινών, σιδήρου και ασβεστίου. Ακόμα, έχει φανεί ότι τα προϊόντα δημητριακών χωρίς γλουτένη είναι χαμηλά όχι μόνο στα παραπάνω θρεπτικά συστατικά αλλά και στις βιταμίνες του συμπλέγματος Β, όπως η θειαμίνη, η ριβοφλαβίνη, η νιασίνη και το φυλλικό οξύ.
-
Μια μελέτη, με πάνω από 100.000 συμμετέχοντες χωρίς κοιλιοκάκη, έδειξε ότι όσοι περιόρισαν την πρόσληψη γλουτένης, ήταν πιο πιθανό να μειώσουν την πρόσληψη δημητριακών ολικής άλεσης και να παρουσιάσουν αυξημένο κίνδυνο καρδιακών παθήσεων σε σύγκριση με αυτούς που είχαν υψηλότερη πρόσληψη γλουτένης. Ταυτόχρονα, σε άλλες μελέτες έχει αποδειχθεί ότι τα άτομα με υψηλότερη πρόσληψη δημητριακών ολικής αλέσεως συμπεριλαμβανομένου του σιταριού ολικής αλέσεως (2-3 μερίδες ημερησίως) σε σύγκριση με ομάδες που καταναλώνουν μικρές ποσότητες (λιγότερες από 2 μερίδες ημερησίως) έχουν σημαντικά χαμηλότερο κίνδυνο καρδιακής νόσου και εγκεφαλικού επεισοδίου, διαβήτη τύπου ΙΙ και θανάτου από όλες τις αιτίες.
-
Η γλουτένη μπορεί να λειτουργήσει ως πρεβιοτικό, τροφοδοτώντας τα "καλά" βακτήρια στο σώμα μας. Περιέχει έναν πρεβιοτικό υδατάνθρακα που ονομάζεται ολιγοσακχαρίτης αραβινοξυλάνης, ο οποίος έχει αποδειχθεί ότι διεγείρει τη δραστηριότητα των συμβατών βακτηριδίων στο κόλον, τα βακτήρια που βρίσκονται κανονικά σε ένα υγιές ανθρώπινο έντερο. Μία αλλαγή στην ποσότητα ή τη δραστικότητα αυτών των βακτηριδίων έχει συσχετισθεί με γαστρεντερικές ασθένειες που περιλαμβάνουν φλεγμονώδη νόσο του εντέρου, καρκίνο του παχέος εντέρου και σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου.
-
Η έρευνα είναι αντικρουόμενη, αλλά μερικές μελέτες έχουν δείξει αύξηση βάρους ή αυξημένο ΔΜΣ σε άτομα με κοιλιοκάκη, μετά την έναρξη μιας δίαιτας χωρίς γλουτένη. Αυτό μπορεί εν μέρει να οφείλεται στη βελτιωμένη απορρόφηση των θρεπτικών ουσιών, στη μείωση της δυσφορίας στο στομάχι και στην αυξημένη όρεξη μετά την έναρξη της δίαιτας. Ωστόσο, έναν άλλο λόγο αποτελεί η αυξημένη πρόσληψη επεξεργασμένων τροφίμων χωρίς γλουτένη,τα οποία περιέχουν υψηλή περιεκτικότητα σε θερμίδες, σε λίπος και ζάχαρη.
Πιθανές παγίδες:
Τα τρόφιμα χωρίς γλουτένη φέρουν φωτοστέφανο, επειδή επικρατεί η πεποίθηση ότι ένα προϊόν διατροφής είναι υγιεινό ακόμη και όταν δεν προσφέρει ειδικά οφέλη για την υγεία στους περισσότερους ανθρώπους. Έρευνες αποδεικνύουν ότι εάν ένα χαρακτηριστικό ενός τροφίμου (στην περίπτωση αυτή, ο όρος "χωρίς γλουτένη") διαφημίζεται ως υγιεινό, ή εάν οι άνθρωποι πιστεύουν ότι συμβαίνει αυτό τότε τείνουν να καταναλώνουν παραπάνω από αυτό. Αυτό μπορεί να συμβάλλει στην αύξηση βάρους. Επίσης, η υπερβολική εμπιστοσύνη στα επεξεργασμένα προϊόντα χωρίς γλουτένη μπορεί να οδηγήσει σε μειωμένη πρόσληψη ορισμένων θρεπτικών συστατικών, όπως οι ίνες και οι βιταμίνες του συμπλέγματος Β, που προστατεύουν από χρόνιες ασθένειες.
Συμπέρασμα:
Παρόλο που μια δίαιτα χωρίς γλουτένη είναι ο κύριος τρόπος αντιμετώπισης της κοιλιοκάκης και μπορεί να βοηθήσει στην ανακούφιση των συμπτωμάτων που σχετίζονται με την ευαισθησία στη γλουτένη, δεν υπάρχει επί του παρόντος κανένα δεδομένο που να αποδεικνύει ότι μια δίαιτα χωρίς γλουτένη είναι αποτελεσματική για την απώλεια βάρους ή για γενικότερα οφέλη στην υγεία. Τα άτομα που δεν έχουν κοιλιοκάκη ή ευαισθησία στη γλουτένη, δεν υπάρχει λόγος να περιορίζουντην κατανάλωσή της. Αντίθετα, ένα υγιές πρότυπο διατροφής συνήθως περιλαμβάνει υψηλότερες ποσότητες δημητριακών ολικής αλέσεως και χαμηλότερες ποσότητες επεξεργασμένων δημητριακών και πρόσθετης ζάχαρης.