Η εμμηνόπαυση ορίζεται ως η μόνιμη διακοπή της έμμηνου ρύσεως που εμφανίζεται όταν οι ωοθήκες παύουν να εκκρίνουν τις ορμόνες του φύλου και είναι εξαντλημένες από ωάρια. Κατά τη διάρκεια της εμμηνόπαυσης συμβαίνουν πολλές φυσιολογικές αλλαγές στο σώμα των γυναικών που ενδεχομένως να επηρεάσουν ακόμα και τη ψυχοσύνθεση τους. Μία από τις ανησυχίες τους είναι η ανεπιθύμητη αύξηση του βάρους τους. Ο καθένας θα μπορούσε να συμμεριστεί αυτή την αγωνία, καθώς το αυξημένο σωματικό βάρος αποτελεί παράγοντα κινδύνου για πολλά νοσήματα .
Ο επιπολασμός της παχυσαρκίας αυξάνεται συνεχώς τα τελευταία χρόνια και έχει φθάσει πλέον στα επίπεδα επιδημίας. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας κατά το έτος 2008 εκτιμήθηκε ότι το 35% των ενηλίκων ηλικίας άνω των 20 ετών είναι υπέρβαροι, διπλάσιο από το ποσοστό που εκτιμήθηκε το 1980. Χαρακτηριστικά στις ΗΠΑ οι μεταεμμηνοπαυσιακές γυναίκες άνω των 50 είχαν μεγαλύτερα ποσοστά παχυσαρκίας σε σύγκριση με τις προεμμηνοπαυσιακές γυναίκες[1,2]. Πέρα όμως του γεγονότος ότι η αύξηση του σωματικού βάρους κατά την εμμηνόπαυση μειώνει την αυτοεκτίμηση των γυναικών, το υπέρβαρο και η παχυσαρκία στην εμμηνόπαυση αυξάνει τις πιθανότητες εμφάνισης υπέρτασης, σακχαρώδη διαβήτη και στεφανιαίας νόσου νοσήματα που οδηγούν σε αυξημένη θνησιμότητα. Επιπρόσθετες πιθανές επιπτώσεις είναι η εμφάνιση ορμονοεξαρτώμενων καρκίνων, νεφρολιθίασης, χολολιθίασης και οστεοαρθρίτιδας [7]. Επιπλέον, οι εξάψεις και τα συμπτώματα της εμμηνόπαυσης γενικότερα είναι πιο συχνά στις παχύσαρκες γυναίκες σε σύγκριση με τις γυναίκες φυσιολογικού ΔΜΣ [8,9]. Ακόμα, οι μεταεμμηνοπαυσιακές γυναίκες βρίσκονται σε αυξημένο ρίσκο για την ανάπτυξη στεφανιαίας νόσου. Συγκεκριμένα για κάθε 5 kg/m2 αύξησης του ΔΜΣ αυξάνεται η επίπτωση της στεφανιαίας νόσου στις γυναίκες κατά 30% ανεξάρτητα από άλλους παράγοντες κινδύνου[10,11]. Έρευνες έδειξαν επίσης ότι οι παχύσαρκες εμμηνοπαυσιακές γυναίκες έχουν περισσότερες πιθανότητες να πάθουν καρκίνου του μαστού . Σύμφωνα με μια μετα-ανάλυση που πραγματοποιήθηκε η κατά 5 μονάδες αύξηση του ΔΜΣ αυξάνει κατά 12% την επίπτωση του καρκίνου του μαστού. Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι από έρευνες φάνηκε ότι η αύξηση του βάρους μετά το διάστημα της τρίτης και τέταρτης δεκαετίας αυξάνει ακόμα περισσότερο το κίνδυνο εμφάνισης καρκίνο του μαστού [12,13]
Η συχνότητα της παχυσαρκίας μεταξύ των μετεμμηνοπαυσιακών γυναικών είναι μεγαλύτερη συγκριτικά με των προεμμηνοπαυσιακών [3]. Αυτή η αύξηση του σωματικού βάρους οφείλεται σε πολλούς παράγοντες. Αρχικά αξίζει να σημειωθεί ότι από έρευνες που έχουν πραγματοποιηθεί αποδείχτηκε ότι η αύξηση του βάρους δεν οφείλεται στις ορμονικές αλλαγές που συμβαίνουν κατά την εμμηνόπαυση. Φάνηκε όμως να επηρεάζεται από την ηλικία καθώς σχετίζεται με μείωση του βασικού μεταβολικού ρυθμού. Συγκεκριμένα , από το αποτέλεσμα μιας έρευνας, φάνηκε ότι η αύξηση του σωματικού βάρους κατά 0,5kg το χρόνο οφείλεται στην ηλικία παρά στην εμμηνόπαυση [4-6].Άλλοι παράγοντες που συμβάλλουν στην αύξηση του βάρους κατά τη μέση ηλικία είναι η γενετική προδιάθεση, τα κοινωνικα και δημογραφικά χαρακτηριστικά και κάποιοι συμπεριφορικοί παράγοντες. Χαρακτηριστικά το χαμηλό μορφωτικό επίπεδο σχετίζεται με την παχυσαρκία, ενω η χαμηλή φυσική δραστηριότητα και το οικογενειακό ιστορικό παχυσαρκίας είναι κάποιοι ακόμα παράγοντες κινδύνου [14,15]. Επιπρόσθετα η αυξημένη διαιτητική πρόσληψη μέσω της κατανάλωσης μεγάλων μερίδων φαγητού, η ώρα και η συχνότητα κατανάλωσης των γευμάτων καθώς και η παράκαμψη πρωινού συμβάλουν στην εμφάνιση παχυσαρκίας. Επιπλέον, η διαταραχή του ύπνου και η κατανάλωση φαγητού εκτός σπιτιού αποτελούν μερικούς ακόμα παράγοντες κινδύνου [16-18]. Ταυτόχρονα, όπως έχει ήδη αναφερθεί η περίοδος της εμμηνόπαυσης συνοδεύεται με διάφορες ψυχολογικές αντιδράσεις. Η κατάθλιψη, το άγχος και η χαμηλή αυτοεκτίμηση έχουν συσχετιστεί με την αύξηση του σωματικού βάρους και του ΔΜΣ κατά τη περίοδο της εμμηνόπαυσης. Παράγοντα κινδύνου αποτελεί και η χρήση διάφορων ψυχοτρόπων φάρμακων. Οι αναστολείς επαναπρόσληψης σεροτονίνης (SSRIs) καθώς και αυτοί της νορεπινεφρίνης, έχουν συσχετιστεί με την πρόσληψη βάρους και με διαταραχές του μεταβολισμού .Άλλα φάρμακα που χρησιμοποιούνται συχνά είναι η κλοζαπίνη, ιμιπραμίνη, αμιτριπτυλίνη που επάγουν τη σύνθεση πρωτεϊνών που συμμετέχουν στην κυτταρική βιοσύνθεση χοληστερόλης και λιπαρών οξέων. Αντίθετα, τα αντικαταθλιπτικά που δεν έχουν ενοχοποιηθεί για την αύξηση του βάρους είναι η ζιπρασιδόνη και η βουπροπριόνη [19,20]. Τέλος πολλές έρευνες έχουν αποδείξει ότι κατά τη διάρκεια χημειοθεραπείας η αύξηση του βάρους είναι ένα συχνό φαινόμενο. Έχει παρατηρηθεί ότι μεταβάλλεται η σύσταση σώματος με το λιπώδη ιστό να αυξάνεται και την άλιπη-ισχνή μάζα σώματος να παραμένει σταθερή ή να μειώνεται. Γυναίκες που ακολουθούσαν χημειοθεραπεία και παράλληλα βίωσαν την ανεπάρκεια ωοθηκών παρατηρήθηκε ότι είχαν σημαντικά μεγαλύτερη αύξηση βάρους σε σχέση με τις γυναίκες που παρέμειναν στο στάδιο της προεμμηνόπαυσης [21-23].
Όπως έχει φάνει από πολλές έρευνες η απώλεια βάρους έχει αναμφισβήτητα ευεργετικά αποτελέσματα. Η μείωση του σωματικού βάρους έχει αποδειχθεί ότι μπορεί να μειώσει την αρτηριακή πίεση και κατ’επέκταση τη φαρμακευτική αγωγή που χρησιμοποιείται για την αντιμετώπιση της. Επίσης βελτιώνει την ινσουλινοθεραπεία και το λιπιδαιμικό προφίλ. Επιπρόσθετα έχει φανεί ότι μειώνει το ρίσκο εμφάνισης οστεοαρθρίτιδας. Ωστόσο, ο στόχος για απώλεια βάρους όσο απλός και να ακούγεται αποτελεί μια πολυπαραγοντική και χρονοβόρα διαδικασία. Στις πρακτικές που χρησιμοποιούνται για την απώλεια βάρους συγκαταλέγονται η φαρμακοθεραπεία, οι βαριατρικές επεμβάσεις και η αλλαγή του τρόπου ζωής .Στο συγκεκριμένο άρθρο θα επικεντρωθούμε στην αλλαγή του τρόπου ζωής. Αρνητικό ενεργειακό ισοζύγιο μπορεί να επιτευχθεί με τη προσκόλληση σε μία υποθερμιδική δίαιτα και την αύξηση της σωματικής δραστηριότητας.
Όσο αφορά τη διατροφή μια δίαιτα περιορισμένων θερμίδων μπορεί να πετύχει μείωση του σωματικού βάρους και μείωση του συνολικού σωματικού λίπους έχοντας παρόμοια αποτελέσματα με την άσκηση. Συμβατικές δίαιτες ορίζονται οι δίαιτες που παρέχουν λιγότερη ενέργεια από αυτή που απαιτείται και παρέχουν πάνω από 800kcals [24]. Τα διαιτητικά σχήματα που προτείνονται είναι είτε μία ισορροπημένη υποθερμιδική δίαιτα, είτε μία δίαιτα χαμηλή σε λίπος, είτε μια υποθερμιδική χαμηλή σε λίπος δίαιτα, είτε μια δίαιτα χαμηλής περιεκτικότητας σε υδατάνθρακες ή η Μεσογειακού τύπου δίαιτα. Για την απώλεια βάρους απαιτείται η επιλογή του διαιτητικού σχήματος να είναι κατάλληλη με τις προτιμήσεις και τις συνήθειες του κάθε ατόμου. Έτσι επιτυγχάνεται μακροχρόνια συμμόρφωση του ατόμου. Ιδανικά μια υποθερμιδική δίαιτα πρέπει να αποσκοπεί στην ελάχιστη δυνατή απώλεια πρωτεϊνών διατηρώντας την πρόσληψη των λιπών περίπου στο 30% της συνολικής ενεργειακής πρόληψης. Αν επιλεχθεί μια δίαιτα χαμηλής περιεκτικότητας σε υδατάνθρακες πρέπει η πρόσληψη του λίπους να είναι κυρίως από μόνο και πολύ-ακόρεστα λιπαρά οξέα ενώ ως πηγή πρωτεϊνών να αποτελούν το ψάρι, τα γαλακτοκομικά χαμηλάσε λιπαρά και τα πουλερικά. Αν επιλεχθεί μια χαμηλή σε λίπος δίαιτα πρέπει να ενθαρρύνεται η κατανάλωση πιο υγιεινών υδατανθράκων όπως είναι τα φρούτα, τα λαχανικά και τα ολικής άλεσης δημητριακά. Οι χαμηλές σε υδατάνθρακες δίαιτες έχουν φανεί πιο αποτελεσματικές σε σχέση με τις δίαιτες περιορισμένου λίπους. Ωστόσο η απώλεια βάρους σε 6 μήνες και 2 χρόνια φάνηκε να είναι η ίδια ανεξάρτητη από τη περιεκτικότητα των διαιτών σε υδατάνθρακες και λίπος [25].
Η στρατηγική απώλεια βάρους πρέπει επίσης να συμπεριλαμβάνει και αύξηση της σωματικής δραστηριότητας. Αξίζει να σημειωθεί ότι η σχέση της σωματικής δραστηριότητας με το βάρος και τη περιφέρεια μέσης αποδείχθηκε ότι είναι αντιστρόφως ανάλογη και ανεξάρτητα από την ηλικία και την εμμηνόπαυση[26]. Οι δραστήριες γυναίκες μέσης ηλικίας είναι σε πλεονεκτική θέση καθώς πλησιάζουν την εμμηνόπαυση με χαμηλότερο ΔΜΣ, λιγότερη λιπώδη μάζα, μεγαλύτερη άλιπη μάζα και μικρότερη κεντρική παχυσαρκία [27]. Η σύσταση για τη διατήρηση του σωματικού βάρους είναι 60 λεπτά την ημέρα, μέτριας έντασης [28]. Σημαντικό είναι το γεγονός ότι κατά την απώλεια βάρους υπάρχει η ανησυχία της απώλειας μυϊκής και οστικής μάζας. Για το λόγο αυτό συστήνεται η εκτέλεση ασκήσεων με αντιστάσεις καθώς φαίνεται να διατηρούν την άλιπη μάζα σώματος κατά την απώλεια βάρους [29].
Καταληκτικά, η αύξηση του βάρους στις γυναίκες δεν αποτελεί συνέπεια της εμμηνόπαυσης, όπως λανθασμένα θεωρείται, αλλά πολλών παραγόντων. Αντίθετα η αυξημένη κεντρική παχυσαρκία φαίνεται να σχετίζεται άμεσα με την εμμηνόπαυση. Η απώλεια του πλεονάζοντος σωματικού βάρους ή ακόμη η αναχαίτιση της αύξησης του είναι ο βασικός στόχος ώστε να διασφαλιστεί μια καλύτερη ποιότητα ζωής για τις εμμηνοπαυσιακές γυναίκες. Το κλειδί για την επίτευξη είναι η προσκόλληση σε ένα υγιεινό διατροφικό σχήμα με την παράλληλη αύξηση της σωματικής δραστηριότητας.
-
Lambrinoudaki I, Brincat M, Erel CT, Gambacciani M, Moen MH, Schenck-Gustafsson K, et al. (2010) EMAS position statement: managing obese postmenopausal women. Maturitas 66: 323–326. doi:10.1016/j.maturitas.2010.03.025. pmid:20434858
-
Dubnov G, Brzezinski A, Berry EM (2003) Weight control and the management of obesity after menopause: the role of physical activity. Maturitas 44: 89–101. pmid:12590004 doi: 10.1016/s0378-5122(02)00328-6
-
Eckel RE, Krauss RM. American Heart Association call to action: Obesity as a major risk factor for coronary heart disease. Circulation 1998;97:2099 100
-
Perusse L, Chagnon YC, Weisnagel SJ, et al. The human obesity gene map: The 2000 update. Obes Res 2001;9:135 69.
-
Hill JO, Peters JC. Environmental contributions to the obesity epidemic. Science 1998;280:13714.
-
Shepard TY, Weil KM, Sharp TA, et al. Occasional physical inactivity combined with a high- fat diet may beimportant in the development and maintenance of obesity in human subjects. Am J Clin Nutr 2001;73:703
-
Gal Dubnov,Amnon Brzezinski, Elliot M.Berry et al. Weight control and the management of obesity after menopause : the role of physical acticvity. Maturitas The European Menopause Journal 2002
-
Thurston RC, Sowers MR, Chang Y, et al. Adiposity and reporting of vasomotor symptoms among midlife women: the study of women’s health across thenation. Am J Epidemiol 2008;167(1):78–85.
-
Thurston RC, Sowers MR, Sternfeld B, et al. Gains in body fat and vasomotor symptom reporting over the menopausal transition: the study of women’s health across the nation. Am J Epidemiol 2009;170(6):766
-
Schenck-Gustafsson K. Risk factors for cardiovascular disease in women. Maturitas 2009;63(3):186–90.
-
Page JH, Rexrode KM, Hu F, Albert CM, Chae CU, Manson JE. Waist–heightratio as a predictor of coronary heart disease among women. Epidemiology 2009;20(3):361–6
-
Renehan AG, Tyson M, Egger M, Heller RF, Zwahlen M. Body-mass index and incidence of cancer: a systematic review and meta-analysis of prospective observational studies. Lancet 2008;371(9612):569–78.
-
Pichard C, Plu-Bureau G, Neves-E Castro M, Gompel A. Insulin resistance, obesity and breast cancer risk. Maturitas 2008;60(1):19–30.
-
Hajian-Tilaki KO , Heidari B . Prevalence of obesity, central obesity and the associated factors in urban population aged 20 – 70 years, in the north of Iran: a population-based study and regression approach. Obes Rev 2007; 8 : 3 – 10
-
Huffman JE , Sabol C , Fried B . Infectivity, growth, survival, and pathogenicity of Zygocotyle lunata (Trematoda) in experimentalrodent hosts . J Parasitol 1991 ; 77 : 280 – 4
-
Fonken LK , Workman JL , Walton JC, et al . Light at night increases body mass by shifting the time of food intake . Proc Natl Acad Sci USA 2010 ; 107 : 18664 – 9
-
Bezerra I N , C urioni C , S ichieri R . A ssociation between eating out of home and body weight . Nutr Rev 2012 ; 70 : 65 – 79
-
Mesas AE , Munoz-Pareja M , Lopez-Garcia E , Rodriguez- Artalejo F . Selected eating behaviours and excess body weight: a systematic review . Obes Rev 2012 ; 13 : 106 – 35
-
Thurston RC , Sowers MR , Sternfeld B , et al . Gains in body fat and vasomotor symptom reporting over the menopausaltransition: the Study of Women’s Health across the Nation .Am J Epidemiol 2009 ; 170 : 766 – 74
-
Raeder M B , Ferno J , Vik-Mo AO , S teen VM . S REBP activation by antipsychotic- and antidepressant-drugs in cultured human liver cells: relevance for metabolic side-effects? Mol Cell Biochem 2006 ; 289 : 167 – 73
-
Demark-Wahnefried W, Peterson BL , et al . Changes in weight, body composition, and factors infl uencing energy balance among premenopausal breast cancer patients receiving adjuvant chemotherapy . J Clin Oncol 2001 ; 19 : 2381 – 9
-
Goodwin PJ, Ennis M , Pritchard KI , et al . Adjuvant treatment and onset of menopause predict weight gain after breast cancer diagnosis . J Clin Oncol 1999 ; 17 : 120 – 9
-
Gordon AM , Hurwitz S , Shapiro CL , LeBoff MS . Premature ovarian failure and body composition changes with adjuvant chemotherapy for breast cancer Menopause 2011 ; 18 : 1244 – 8
-
Freedman MR , King J, Kennedy E . Popular diets: a scientifi c review . Obes Rev 2001 ; 9(Suppl 1) : 1 – 40S
-
Sacks F M, B ray G A , C arey V J, e t a l . C omparison of weight-loss diets with different compositions of fat, protein, and carbohydrates . N Engl J Med 2009 ; 360 : 859 – 73
-
Poehlman E , T oth M J, G ardner A . C hanges in energy balance and body composition at menopause: a controlled longitudinal study. Ann Intern Med 1995 ; 123 : 673 – 8
-
Sutton-Tyrrell K , Z hao X , S antoro N , e t a l . R eproductive hormones and obesity: 9 years of observation from the Study of Women ’ s Health Across the Nation (SWAN) . Am J Epidemiol 2010 ; 171 : 1203 – 13
-
Institute of Medicine. D ietary Reference Intake for Energy, Carbohydrate, Fiber, Fat, Fatty Acids, Cholesterol, Protein, and Amino Acids (macronutrients). Washington DC: National Academies Press , 2002
-
Ross R , Dagnone D , Jones PJ, et al . Reduction in obesity and related comorbid conditions after diet-induced weight loss or exercise-induced weight loss in men. A randomized, controlled trial . Ann Intern Med 2000 ; 133 : 92 – 103